Είναι γεγονός ότι τόσο στις ευρωεκλογές όσο και στις εθνικές εκλογές, που θα γίνουν το επόμενο διάστημα, τα διλήμματα είναι σημαντικά και η ψήφος θα έχει αποφασιστική σημασία. Είναι όμως άξιο παρατήρησης το γεγονός ότι η Ν.Δ. αποφεύγει μια αντιπαράθεση ουσίας και επιχειρεί να διαμορφώσει ένα τοξικό κλίμα, επενδύοντας στην εμπάθεια, την παραπληροφόρηση και το μίσος.
Οι ευρωεκλογές και τα διλήμματα της Ευρώπης
Οι ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου διεξάγονται σε μια συγκυρία ιδιαίτερα κρίσιμη για ολόκληρη την Ευρώπη. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιληφθούν όλοι οι πολίτες, οι οποίοι, κατά κανόνα, ψηφίζουν στις ευρωεκλογές με εθνικά κριτήρια.
Η Ε.Ε., που έχει εξαντλήσει ήδη τον εαυτό της στη διαχείριση των δύο μεγάλων κρίσεων του πρόσφατου παρελθόντος -της χρηματοπιστωτικής – οικονομικής και της προσφυγικής- και θα είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε κάθε επόμενη. Κι αυτό, γιατί, στην προσπάθεια διαχείρισης των κρίσεων αυτών, η Ευρώπη διχάστηκε. Διχάστηκε μεταξύ Βορρά και Νότου, όταν υιοθέτησε τις συνταγές του ΔΝΤ για να σώσει το ευρώ. Και διχάστηκε μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όταν απαρνήθηκε τις ιδρυτικές αρχές της, ανίκανη να αντιμετωπίσει με αλληλεγγύη και δικαιοσύνη την περίθαλψη ενός εκατομμυρίου προσφύγων – και τώρα μετατρέπει τον εαυτό της σε φρούριο.
Στις ευρωεκλογές, λοιπόν, οι πολίτες της Ευρώπης θα πρέπει να αποφασίσουν εάν θα στηρίξουν τις δυνάμεις της λιτότητας και των ασφυκτικών δημοσιονομικών περιορισμών ή τις δυνάμεις που παλεύουν για μια ανάπτυξη προς όφελος της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας. Θα πρέπει να αποφασίσουν εάν θα συνταχθούν με τις δυνάμεις της ξενοφοβίας, της μισαλλοδοξίας και του ρατσιστικού μίσους, ή τις δυνάμεις της αλληλεγγύης, της ανοχής και της δημοκρατίας. Και δίπλα σε αυτά τα κρίσιμα διλήμματα, υπάρχουν πολλά άλλα, εξίσου σοβαρά: αυτά που αφορούν την κλιματική αλλαγή, την ψηφιακή οικονομία, την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και τους κινδύνους για την εργασία κ.λπ.
Οι περισσότερες αποφάσεις γι’ αυτά τα ζητήματα λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, άλλες από τις συνόδους κορυφής κι άλλες από το Ευρωκοινοβούλιο. Και με αυτή την έννοια, η ψήφος μας στις ευρωεκλογές είναι σημαντική καθώς μπορεί να επηρεάσει την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την διεύθυνση της νέας Κομισιόν. Αυτά είναι τα ζητήματα για τα οποία θα έπρεπε, θεωρητικά, να συζητάμε, δύο εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές, καθώς γύρω από αυτά θα ληφθούν αποφάσεις που επηρεάζουν τις ζωές μας.
Η ελληνική ατζέντα
Η Ελλάδα όμως οδεύει και προς εθνικές εκλογές, που είναι επίσης κρίσιμες. Τον περασμένο Αύγουστο, έληξε το τρίτο Μνημόνιο, κλείνοντας μια μακρά περίοδο επιτροπείας και σκληρής λιτότητας. Η ανάκτηση της κυριαρχίας για τη χώρα, σε συνδυασμό με τη θετική πορεία της οικονομίας, έχει επιτρέψει στην κυβέρνηση να πάρει ήδη μια σειρά μέτρων για την ανακούφιση των ασθενέστερων και τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας. Ενδεικτικά πρέπει εδώ να αναφερθούν: Η αύξηση του κατώτατου και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού. Η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων. Η θεσμοθέτηση των αιτιολογημένων απολύσεων. Η παρέμβαση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας για την αύξηση των αποδοχών στους εργαζόμενους στα φαστ φουντ. Το νομοθετικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους στα ντελίβερι. Τα θετικά μέτρα,συνολικού ύψους 900 εκατ. ευρώ, με φοροελαφρύνσεις, μείωση ασφαλιστικών εισφορών και αύξηση κοινωνικών δαπανών. Το κοινωνικό μέρισμα ύψους 700 εκατ. ευρώ. Το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη, για την προστασία της πρώτης κατοικίας, Οι 120 δόσεις για οφειλές στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Οι προσλήψεις στο κοινωνικό κράτος και τα θετικά μέτρα που θα έρθουν στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Τα μέτρα αυτά αποτυπώνουν τη δέσμευση της κυβέρνησης για στήριξη των ασθενέστερων, των «πολλών», σε μια πορεία ανάκαμψης της οικονομίας και εξόδου από την κρίση. Την πορεία της χώρας όμως θα την κρίνει το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών. Απέναντι στο σχέδιο της κυβέρνησης για ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο, η Νέα Δημοκρατία έχει κάνει ήδη γνωστές τις προθέσεις της για ευρύτατες φοροαπαλλαγές στον πλούτο, γενίκευση της ελαστικής απασχόλησης, ολοκληρωτική κατεδάφιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και κατάργηση της κοινωνικής προστασίας και των επιδομάτων. Είναι, λοιπόν, πρώτη φορά, μετά από πάρα πολύ καιρό, που η ψήφος στις εθνικές εκλογές έχει τόσο αποφασιστική σημασία για το μέλλον της χώρας.
…και η επικοινωνιακή λασπομαχία της Ν.Δ.
Τη στιγμή, λοιπόν, που τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, υπάρχουν τόσο σοβαρά διακυβεύματα, θα περίμενε κανείς να διεξάγεται σήμερα ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις μια σύγκρουση αρχών, θέσεων και προγραμμάτων και ένας διάλογος για το μέλλον της χώρας και της Ε.Ε. Αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Απεναντίας, αυτό που βλέπουμε από τη Ν.Δ. -και πρώτα πρώτα από τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη- είναι η κάθετη άρνηση σε οποιονδήποτε διάλογο ουσίας. Αντί διαλόγου, έχει επιλεγεί μια επικοινωνιακή εκστρατεία του χυδαιότερου επιπέδου, άσχετη με την πολιτική και τα προγράμματα, εστιασμένη σε δολοφονίες χαρακτήρων, fake news και καμπάνιες μίσους. Προχθές ήταν ο Πολάκης, εναντίον του οποίου, μάλιστα, η Ν.Δ. κατέθεσε πρόταση μομφής για το ύφος μιας ανάρτησής του στο Facebook. Μετά ήταν το ξαναζέσταμα -σε συνεννόηση με τον ΣΚΑΪ- της ανήθικης εκστρατείας μίσους, που εξαπολύθηκε το περασμένο καλοκαίρι για την τραγωδία στο Μάτι. Ύστερα, οι φωτογραφίες του Αλ. Τσίπρα σε διακοπές και πάει λέγοντας. Κάθε μέρα και λίγα σκουπίδια ακόμα. Υλικό χωρίς την παραμικρή πολιτική αξία πετιέται από τα ΜΜΕ της αντιπολίτευσης στους κανίβαλους των σόσιαλ μίντια, οι οποίοι αναλαμβάνουν την αναπαραγωγή του μαζί με υπερβολικές δόσεις εμπάθειας. Και έτσι, έξω από την πολιτική και τα προγράμματα, διαμορφώνεται το κλίμα με το οποίο θα πάμε στις ευρωεκλογές και κατόπιν στις εθνικές εκλογές.
Άσχετα αν οφείλεται σε προγραμματική ένδεια, πολιτική ανεπάρκεια, ρεβανσιστική εμπάθεια ή ανυπαρξία ήθους, η τακτική της Ν.Δ. είναι απολύτως τοξική και άκρως επικίνδυνη για τη δημοκρατία. Είναι υποχρέωση της Αριστεράς, αλλά και του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου, στο σύνολό του, να υπερασπιστούν τις αρχές ενός πολιτικού διαλόγου ουσίας, πάνω στα κρίσιμα και σοβαρά ζητήματα. Για να κρατηθούν το μίσος, η αθλιότητα και οι τραμπουκισμοί όσο το δυνατόν πιο μακριά από την κοινωνία, τους θεσμούς, τη δημόσια συζήτηση. Και, βεβαίως, να μην τους επιτραπεί να επιβληθούν, αύριο, στη διακυβέρνηση της χώρας.