Αν είχα ένα ευρώ για κάθε μία φορά που σε αυτές τις εκλογές έπαιξε η «Μεσαία Τάξη»…
Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες του απύθμενου μίσους που ξεχύθηκε απέναντι στους δικαιούχους των μέτρων που στηρίζουν και υποστηρίζουν το κοινωνικό κράτος. Τα …επιδόματα, όπως έφτυναν τη λέξη. Τα παίρνουν τα παράσιτα, τα παίρνουν τα τρωκτικά, τα παίρνουν οι τεμπέληδες. Από εμάς τους… παραγωγικούς. Είτε αυτό αφορά τη 13η σύνταξη, είτε το επίδομα ενοικίου, είτε το επίδομα ανεργίας, είτε την πρόσβαση των μεταναστών στις δημόσιες δομές υγείας, είτε το ΚΕΑ, είτε το κοινωνικό μέρισμα, κάθε τι δηλαδή που μπορεί να ανακουφίσει τις ευπαθείς ομάδες και να μειώσει τις κοινωνικές ανισότητες.
Στην Ελλάδα αν κάτι ευδοκιμεί περισσότερο κι από τις ελιές και τα χαμομήλια, αυτό είναι τα αφεντικά.
Οι μικρές και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις όλων των παραδοσιακών κλάδων, από το εμπόριο, την εστίαση και τη παροχή υπηρεσιών, μέχρι τον αγροτικό τομέα και τον τουρισμό, είναι πάνω από 800.000. Στον τόπο μας έχουμε τη μεγαλύτερη αναλογία μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε σχέση με τον πληθυσμό, από ολόκληρη της Ευρωπαϊκή Ένωση. Το μόνο που μπορεί να την «ανταγωνιστεί» είναι το αδιανόητα υψηλό ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων. Επίσης το μεγαλύτερο σε όλη την ΕΕ.
Στην Ελλάδα το… όνειρο είναι να είσαι «αφεντικό».
Αυτό αποτελεί και μια από τις χρονιές παθογένειες του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου, αλλά όλοι θα χαϊδέψουν τα μικροαφεντικά, που είναι πλέον αδύνατο να ανταποκριθούν στα λειτουργικά κόστη και στα διοικητικά άχθη, να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά στο παγκοσμιοποιημένο τοπίο.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που όποιον Έλληνα κι αν ρωτήσεις θα σου απαντήσει ότι ανήκει στη Μεσαία Τάξη. Κι αν του ζητήσεις να σου ορίσει την Μεσαία Τάξη θα σου δείξει τον εαυτό του.
Κι όπως είναι φυσικό η Μεσαία Τάξη, θέλει κι αυτή λιγάκι να διατάξει, να γίνει άρχουσα δηλαδή…
Οι κοινωνικές τάξεις μπορεί να διαμορφώνονται σε σχέση με την παραγωγή και την απόκτηση αγαθών, αλλά οι ομάδες της κοινωνικής θέσης προσδιορίζονται από τις καταναλωτικές συνήθειες, από το κοινωνικό και επαγγελματικό γόητρο, από τον τρόπο ζωής.
Μπορεί να διακρίνονται από διαφορετικές οικονομικές σχέσεις, αλλά οι διαφορετικές θέσεις έχουν στο πολιτιστικό και ιδεολογικό επίπεδο τα ίδια αποτελέσματα. Ο μύθος του γεφυριού, ο πόθος του ατομικού περάσματος στην ανώτερη τάξη, η αγχώδης προσπάθεια να αποστασιοποιηθεί από τον τρόπο ζωής και τα χούγια της εργατικής τάξης, η αγωνία να μιμηθεί, συνήθως κωμικοτραγικά, την μεγαλοαστική.
Η κρίση διέρρηξε τη πάλαι ποτέ συμπαγή μάζα των μικρομεσαίων και οι ανασυνθέσεις δημιούργησαν πολλαπλές υπο-ομάδες. Όμως η στόχευση της Δεξιάς και του παρακολουθήματος της, του νεοΠΑΣΟΚ, εστιάζει στον μικροαστό που ναι μεν απώλεσε το οικονομικό του πλαίσιο αλλά επιχειρεί να διατηρήσει την ασφάλεια της κοινωνικής του ταυτότητας. Να είναι…αφεντικό.
Παρασυρόμενοι όμως από τις άλλες τάξεις, στα νοήματα και στις πράξεις…
Οι φόροι του, η περιουσία του, η ασφάλεια του. Μια κουλτούρα που αναμειγνύει την αρχαιολατρία, τον χριστιανισμό και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. «Τεμπέληδες δημόσιοι υπάλληλοι, από τους δικούς μου φόρους πληρώνεστε», κι αν είναι ο ίδιος δημόσιος υπάλληλος, του φταίει κάποιος άλλος κλάδος συναδέλφων του.
«Να φύγουν οι ξένοι γιατί είναι εγκληματίες», «δεν θα μου πει το Κράτος τι θα κάνω εγώ με τον εργαζόμενο μου», «οι Άριστοι», «οι ξένοι θα μας φάνε γιατί γεννάνε σαν τα κουνέλια» «οι ομοφυλόφιλοι είναι ανώμαλοι».
Ξενοφοβικός, ομνύει στο Νόμο-στον… δικό του Νόμο ή στην δική του ερμηνεία του Νόμου- και στην Τάξη. Λατρεύει τις στολές, τις παράτες, τα εμβατήρια, τις παρελάσεις. Το προγονικό μεγαλείο τον βοηθά να πολεμήσει την αίσθηση της ασημαντότητας του.
Περηφανεύεται για τη φιλανθρωπία του, του προσφέρει μια ψευδαίσθηση ανωτερότητας, αλλά μισεί τη κοινωνική αλληλεγγύη.
Στην κλειδαρότρυπα σκυμμένη και το χέρι στη τσέπη, χρόνια τώρα περιμένει και βλέπει…
Στις περιόδους της κρίσης, σε περιόδους ανασφάλειας – κοινωνικής και οικονομικής- συχνά όλο αυτό ντύνεται και με τον μανδύα της αντισυστημικότητας. Άλλωστε “ Ο φασισμός δεν αγαπά το μεγάλο κεφάλαιο -εκτός απ’ το πάρα πολύ μεγάλο που τον γεννάει- και λατρεύει το μικρομεσαίο»