Είναι πολλοί αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι εκλογές είναι ένα πανηγυράκι [χαίρονται οι άνθρωποι], αλλά πολλοί είναι επίσης αυτοί που παίρνουν τις εκλογές πολύ στα σοβαρά και θεωρούν ότι με τη συμμετοχή τους σε συνδυασμούς και ψηφοδέλτια προμηνύεται ένα λαμπρό μέλλον για την Ελλάδα [και πρωτίστως για τον εαυτό τους, μην το παρατραβάμε κιόλας]. Ειδικά οι ευρωεκλογές δεν αγγίζουν σχεδόν κανέναν, αφού είναι αποδεδειγμένο ότι ουδείς ενδιαφέρεται για την Ευρώπη και το [σκοτεινό, τουλάχιστον αβέβαιο] μέλλον της.
Ακόμη και οι εκλογές για την αυτοδιοίκηση προσλαμβάνουν «πολιτικό» χαρακτήρα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, στις οποίες εξαιρέσεις πράγματι πρωταγωνιστεί η ικανότητα και το ήθος ανθρώπων που γνωρίζουμε από πρώτο χέρι. Σε ό,τι αφορά τις περιφέρειες: εκεί κι αν το «πολιτικό» λάμπει και φωταγωγεί το σκότος στο οποίο είμαστε οδηγημένοι -από την άγνοιά μας και από την αδιαφορία μας. Δεν είναι ώρα να γίνει λόγος για την πολιτική δύναμη της αποχής· οι συνθήκες και η δυσκολία της χώρας δεν το επιτρέπουν -θα φαινόταν κάπως άκαιρο και ανάγωγο.
Καλούμαστε, λοιπόν, να ψηφίσουμε με όρους που δεν είναι του γούστου μας, με διλήμματα που δεν είναι δικά μας αλλά κατασκευάζονται από όσους λυμαίνονται -εναλλάξ- την εξουσία. Εγκλωβισμένοι. Ποιον δρόμο να ακολουθήσουμε; Της αρετής ή της κακίας; Αλλά μας λείπει ένας Πρόδικος να μας βρει κάποια λύση κι έτσι μετέωροι πάμε δώθε κείθε [το μεγάλο κομμάτι των αναποφάσιστων -λες και οι υπόλοιποι είμαστε αποφασισμένοι]· ούτε τον ένα δρόμο παίρνουμε ούτε τον άλλον. Και ποιος μας είπε ποτέ τι είναι αρετή και τι είναι κακία; Σύμφωνα με αυτά που βλέπουμε, η μία έννοια επικαλύπτεται από την άλλη, αντιστρέφεται από την εξουσία, διαστρέφεται, με αποτέλεσμα να επέρχεται σύγχυση και αναποφασιστικότητα.
Συμφωνήσαμε εντούτοις ότι δεν είναι ώρα να απαρνηθούμε και τις δύο έννοιες [αποχή]· ίσως να εφευρίσκαμε μία δική μας -αλλά αυτό απαιτεί ποιητικές ικανότητες στις οποίες δεν έχουμε μυηθεί, εκτός από μερικούς εξαιρετικούς Ελληνες, τουλάχιστον από τον 4ο μ.Χ. αιώνα έως σήμερα, από όταν δηλαδή ο χριστιανισμός επικράτησε του ελληνισμού.
Είμαστε, λοιπόν, χριστιανοί ορθόδοξοι και καυχιόμαστε γι’ αυτό· και εκεί που λέγαμε ότι η πρώτη φορά Αριστερά θα μας απελευθέρωνε από θρησκοληψίες και δεισιδαιμονίες, εκεί λοιπόν ετούτη η κυβερνώσα, δεν το ξεχνάμε, Αριστερά μάς βυθίζει ακόμη πιο πολύ στα σκότη του λόγου και του πνεύματος. Μία από τα ίδια, για να συνεννοούμεθα -αλλά αυτά έχει η εξουσία, πρέπει να το αποδεχτούμε.
Ηθελα να ήξερα πού πήγε εκείνη η περίφημη -έμφυτη;- κριτική ικανότητα του καθενός [δεν γίνεται λόγος για οξυδέρκεια ή κάποιας μορφής ευφυΐα], πώς εξανεμίστηκε η πολιτική ενέργεια και πνευματική ενάργεια του πολίτη -αλλά μάλλον έχουμε προ πολλού πάψει να είμαστε [δεν το γνωρίζουμε καν, εντάξει, όχι όλοι] πολίτες. Αφού έτσι δείχνουν να έχουν τα πράγματα, καλό θα ήταν να απαξιωθούν εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που διαιωνίζουν κατασκευασμένα διλήμματα και να προτιμηθούν «ανεξάρτητες» φωνές, εντασσόμενες στις δυνατότητες του περιθωρίου του πολιτικού συστήματος, που μας έχουν φορτώσει.