Διάλυση της Βουλής στις 10 ή 11 Ιουνίου με επίκληση, ως εθνικού θέματος, της οικονομίας, αντικατάσταση – ως είθισται – του υπουργού Εσωτερικών και διεξαγωγή εθνικών εκλογών την Κυριακή 7 Ιουλίου: Στην σημειολογία της υπόθεσης, οι κάλπες στήνονται δύο ημέρες μετά την τέταρτη επέτειο του δημοψηφίσματος του 2015 και ανήμερα της ονομαστικής εορτής του Κυριάκου Μητσοτάκη. Την οικονομία, επίσης, είχε επικαλεστεί ως εθνικό θέμα ο Κώστας Καραμανλής και τις δύο φορές που σε πρόωρες εκλογές, το 2007 και το 2009.

Στην πολιτική ουσία, ο οδικός χάρτης που επέλεξε τελικά ο πρωθυπουργός για τις πρόωρες εθνικές κάλπες υπηρετεί δύο αναγκαιότητες: Την απρόσκοπτη ολοκλήρωση των πανελλαδικών εξετάσεων στις 2 Ιουλίου και την, στοιχειώδη έστω, οργανωτική και στρατηγική ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑμετά την ήττα-σοκ στις ευρωεκλογές.

Το τελικό χρονοδιάγραμμα και το πολιτικό πλαίσιο έδωσε χθες στο βράδυ, στην συνέντευξή του στον Alpha ο κυβερνητικός εκπρόσωποςΔημήτρης Τζανακόπουλος, επιβεβαιώνοντας πως τελικά ο πρωθυπουργός θα πάει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να ζητήσει την διάλυση της Βουλής την Δευτέρα 10 Ιουνίου και όχι το βράδυ της ερχόμενης Κυριακής, μετά την ολοκλήρωση του δεύτερου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών, όπως αρχικά σχεδιαζόταν.

Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος άφησε ανοιχτό και το ενδεχόμενο να ορίσει η παρούσα κυβέρνηση και την νέα ηγεσία του Αρείου Πάγου, η θητεία της οποίας λήγει στις 30 Ιουνίου, γεγονός, που πυροδότησε και την πρώτη μετωπική πολιτική σύγκρουση της, άτυπης ακόμη, προεκλογικής περιόδου με σκληρές προειδοποιήσεις και ύφος… επερχόμενης εξουσίας από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας.

Παραμένει ανοιχτό ερώτημα ωστόσο εάν η πόλωση θα παραμείνει το κυρίαρχο στοιχείο και αυτής της δεύτερης συνεχόμενης προεκλογικήςπεριόδου καθώς, αφενός η ΝΔ επιχειρεί να επιδείξει χαμηλό και μετριοπαθές προφίλ για να μην ρισκάρει το ρεύμα νίκης που της έδωσαν οι ευρωκάλπες, αφετέρου ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη, από την μία, της μέγιστης δυνατής συσπείρωσης και, από την άλλη, της επανασύνδεσής του με ψηφοφόρους του κέντρου που δεν συγκινούνται από το πολεμικό πολιτικό κλίμα.

Πρόκειται για δύσκολη ισορροπία, όπως δύσκολο είναι και το όλο εγχείρημα ανασύνταξης του ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε 40 ημέρες. Έχοντας χάσει, στις ευρωκάλπες τουλάχιστον, 644.122 ψηφοφόρους σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να απαντήσει έως τις 7 Ιουλίου στο διπλό στοίχημα της αξιολόγησης και αποτίμησης της ήττας και του παράλληλου στρατηγικού επαναπροσδιορισμού και ανασύνταξης για την τελική αναμέτρηση στις εθνικές κάλπες.

Στο Μαξίμου και στην Κουμουνδούρου γνωρίζουν ότι ο στόχος είναι εξαιρετικά σύνθετος. Στις αλλεπάλληλες συσκέψεις των τελευταίων 24ώρων έχουν μπει στο τραπέζι τα πάντα: Από τις αιτίες που οδήγησαν στον απόλυτο αιφνιδιασμό την περασμένη Κυριακή, έως τις ευθύνες για την πλασματική δημοσκοπική εικόνα στην οποία βασίστηκε ο σχεδιασμός των ευρωεκλογών, τα επικοινωνιακά λάθη, και τα δομικά ελλείμματα της πολιτικής ατζέντας.

Η απόφαση, ωστόσο, είναι να υπάρξει – στο μέτρο του δυνατού – ισορροπία αυτοκριτικής και ανάδειξης του κυβερνητικού έργου, με στόχο την εκλογική επανασυσπείρωση. Χαρακτηριστικά εδώ ήταν τα όσα είπε χθες το βράδυ ο Δημήτρης Τζανακόπουλος: «Υπήρξαν», είπε, «οι δικές μας προσπάθειες, οι οποίες έγιναν συλλογικά, υπήρχαν οι εκτιμήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες έγιναν συλλογικά και δεν νομίζω ότι σε αυτήν τη φάση έχει κανένα νόημα να αποδίδονται από τον οποιοδήποτε προσωπικές ή ειδικές ευθύνες. Εδώ υπάρχει ένα πολιτικό αποτέλεσμα το οποίο πρέπει να το αξιολογήσουμε πολιτικά».

Μένει να φανεί τις επόμενες ημέρες πού θα οδηγήσει αυτή η πολιτική αξιολόγηση, σε πρώτο χρόνο όμως η προσπάθεια του κυβερνητικού επιτελείου εστιάζει στο να πείσει πως η διαφορά των 9,5 μονάδων είναι μαχητή στις εθνικές κάλπες. Και ως βασικές «δεξαμενές» για να ανακοπεί το εκλογικό ρεύμα υπέρ της ΝΔ εντοπίζονται και υποδεικνύονται πρωτίστως η υψηλή αποχή των ευρωεκλογών, και επίσης οι ψηφοφόροι του κόμματος Βαρουφάκη και του Κινήματος Αλλαγής.