Το μήνυμα που προσπαθεί να περάσει ο κ. Μητσοτάκης στα στελέχη και τα μέλη του κόμματός του είναι σαφές: δεν πρέπει να τρομάξουμε τους ψηφοφόρους που εγκατέλειψαν τα κόμματά τους και τιμώρησαν τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν πρέπει να φοβίσουμε τους επαμφοτερίζοντες, δεν πρέπει να ξυπνήσουμε από τον πεσιμιστικό λήθαργο τους αριστερούς που προτίμησαν τον καναπέ από την κάλπη.
Οπότε, λούφα και παραλλαγή: λίγα λόγια για το πρόγραμμά μας, τα απολύτως απαραίτητα, όσο γίνεται εξωραϊσμένα· όχι φανατισμούς και εξαλλοσύνες, όχι ρεβανσιστικές διαθέσεις, όχι απειλές για το τι περιμένει τους αντιπάλους μας αν κερδίσουμε τις εκλογές και σχηματίσουμε κυβέρνηση. Και έδωσε ο ίδιος ένα δείγμα γραφής: διέγραψε ακαριαίως και αναπολόγητο το στέλεχος του κόμματος που ανέβασε κατάπτυστο σχόλιο για την τέως ευρωβουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Κούνεβα.
Ακόμη και ο συνήθως εριστικός και με εμφυλιοπολεμική ρητορική Αδωνης Γεωργιάδης έφτασε στο σημείο να πει καλά λόγια για τον Τσίπρα και για το ταλέντο του στις κάλπες! Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να μαζευτεί ένα κόμμα το οποίο επί τέσσερα χρόνια εκπαιδεύεται συστηματικά από την ηγεσία, τα στελέχη και τα στρατευμένα μέσα ενημέρωσης, να μισεί με πάθος τον αντίπαλο, να δυσφημεί οτιδήποτε του φαίνεται αριστερό, να χαίρεται με τις αποτυχίες της χώρας, να λυπάται με τις θετικές επιδόσεις της οικονομίας, να διαστρεβλώνει ό,τι δεν κολλάει στο αφήγημά του και να συκοφαντεί όσους διαφωνούν.
Αν ήταν κομμουνιστικό κόμμα νέου τύπου θα μπορούσε η ηγεσία να επιβάλει τις θέσεις της και να εμπεδώσει κλίμα πειθαρχίας. Η Νέα Δημοκρατία είναι, όμως, ένα χύμα αστικό κόμμα όπου η ακροδεξιά και ο νεοφιλελευθερισμός (σε αγαστή συνεργασία) έχουν πάρει το πάνω χέρι, δίνουν τον τόνο, διαμορφώνουν τη γραμμή και βάζουν τις προτεραιότητες. Οι δύο αυτές τάσεις πιστεύουν ότι η νίκη στις ευρωεκλογές με μεγάλη διαφορά σημαίνει ότι η παράταξη έχει την ιδεολογική ηγεμονία. Εφόσον, λοιπόν, εκτιμούν ότι είναι καβάλα στο άλογο, δεν έχουν κανένα λόγο να μασκαρέψουν τις απόψεις τους.
Η συνήθως ωμή στον λόγο της Μιράντα Ξαφά δήλωσε ότι «θα το χωνέψουν αργά ή γρήγορα ότι ο ελληνικός λαός απέρριψε την ταξική πολιτική της αναδιανομής εισοδήματος που οδηγεί στη μιζέρια για όλους». Τι μας λέει η ηγερία του νεοφιλελευθερισμού;
Οι πολιτικές αναδιανομής του εισοδήματος είναι ταξικές γιατί παράγουν μιζέρια. Αλήθεια, υπάρχουν πολιτικές που δεν είναι ταξικές; Υπάρχουν πολιτικές από τις οποίες ωφελούνται όλοι και μάλιστα το ίδιο; Καθόλου πρωτότυπο. Κάτι ανάλογο είχε πει τη δεκαετία του ’70 ο υπουργός Εργασίας της Δεξιάς Λάσκαρης. Μόνο που αυτός είχε καταργήσει και τις τάξεις. Η κ. Ξαφά ποια γνώμη έχει; Υπάρχουν τάξεις ή όλοι είμαστε αδέρφια χωρίς κοινωνικές διαφορές και εισοδηματικές ανισότητες;
Την ίδια ώρα ο κ. Βρούτσης, υπουργός Εργασίας κι αυτός σε κυβέρνηση της Δεξιάς, χαρακτήρισε το πρόγραμμα του κόμματός του και νεοφιλελεύθερο και λαϊκό. Ταυτοχρόνως; Ναι. Οφείλω όμως να επισημάνω ότι ο κ. Βρούτσης είναι θαρραλέος πολιτικός. Είπε με παρρησία ότι οι 120 δόσεις υπονομεύουν την ελληνική οικονομία. Βαρύ; Ασήκωτο.
Ωστόσο, υπάρχει ένα τόσο δα προβληματάκι: ξέχασε ο κ. Βρούτσης να μας εξηγήσει γιατί το κόμμα του ψήφισε τις 120 δόσεις στη Βουλή προ ολίγων ημερών. Είναι η Ν.Δ. συνεργός στο έγκλημα της υπονόμευσης της οικονομίας; Λέτε να τον διαγράψει ο κ. Μητσοτάκης; Αστεία ερώτηση. Τα ίδια πιστεύει και αυτός. Απλώς στη Βουλή υποδύθηκαν τους κοινωνικά ευαίσθητους.
Ανάγωγα
Εκτός από τη Νέα Δημοκρατία και τα δεξιά (δηλωμένα και αδήλωτα) μέσα ενημέρωσης, χάρηκε με το εκλογικό αποτέλεσμα και ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος Goldman Sachs. Τον θυμάστε; Μας είχε βοηθήσει, με το αζημίωτο φυσικά, να μπούμε στο ευρώ, κάνοντας τέτοια ταχυδακτυλουργικά κόλπα που θα τα ζήλευε και ο Χουντίνι. Σε έκθεσή του αναφέρει ότι με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας «εξαφανίζεται το ρίσκο υψηλότερου κόστους εργασίας, μείωσης στην ευελιξία της αγοράς εργασίας και επιδείνωσης της ανταγωνιστικότητας μισθών».
Το πιάσατε το υπονοούμενο; Τι υπονοούμενο, δηλαδή, οι άνθρωποι το λένε καθαρά: καθήλωση μισθών και ευέλικτη αγορά εργασίας, τόσο ευέλικτη που θα πέσουμε κάτω από τη ζάλη.