Δημοσίευση αυγή: 07 Ιουνίου 2019 17:15
Μάταια, τα αμαρτωλά πρώην κυβερνητικά κόμματα, και κυρίως η Ν.Δ., ποντάρουν σε στρατηγικές ήττες για τη σύγχρονη δημοκρατική Αριστερά
Του Πάνου Τριγάζη*
Στο απόφθεγμα του Νίκου Γκάτσου «καληνύχτα, Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ», που αποτέλεσε το τέλος του γνωστού τραγουδιού του Μάνου Χατζιδάκι, ο Μανώλης Ρασούλης είχε αντιτείνει: «Αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει, Κεμάλ, θέλει σωστοί χιλιάδες νά ‘ναι στους τροχούς, νά ‘ναι νύφη η καρδιά και γαμπρός ο νους».
Η Αριστερά που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ συσπειρώνει πολλές χιλιάδες αριστερών αγωνιστών, που τιμούν το παρελθόν, αλλά δεν παρελθοντολογούν. Αναμφίβολα έχουν καρδιά, ενώ πολλοί εξ αυτών διαθέτουν υψηλό επίπεδο γνώσης και ικανότητα αναζήτησης νέων ιδεών. Τις ιδιότητες αυτές καλούμαστε να αξιοποιήσουμε στην πορεία προς τις κρισιμότατες εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019. Με άλλα λόγια, να δώσουμε τη νέα μάχη «με νου και καρδιά και χέρι». Η απαισιοδοξία και η ηττοπάθεια δεν ταιριάζει στους αριστερούς αγωνιστές και αγωνίστριες.
Το γεγονός ότι μετά το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε διαδοχικές εκλογικές μάχες, αναδεικνυόμενος το 2015 πρώτο κόμμα της χώρας, ήταν κάτι μη αναμενόμενο για πολλούς, ιδιαίτερα για το εγχώριο κατεστημένο και τους πολιτικούς εκπροσώπους του. Να μην ξεχνάμε ότι στη διάρκεια του 20ού αιώνα, όχι μία αλλά δύο φορές, οι δυνάμεις αυτές είχαν πιστέψει ότι η Αριστερά είχε ηττηθεί «στρατηγικά» και ότι δεν επρόκειτο να ξανασηκώσει κεφάλι. Η πρώτη ήταν μετά τη βαρύτατη ήττα της ΕΑΜικής Αριστεράς στον Εμφύλιο, η δεύτερη, μετά την παταγώδη κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και της ΕΣΣΔ, που συνοδεύτηκε από θεωρίες για το «τέλος της Αριστεράς» και το «τέλος της Ιστορίας». Και στις δύο περιπτώσεις η Αριστερά στην Ελλάδα ανέκαμψε, την πρώτη φορά μέσω του ενωτικού εγχειρήματος της ΕΔΑ και τη δεύτερη μέσω του επίσης ενωτικού εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ, με έναν νέο και χαρισματικό ηγέτη, τον Αλέξη Τσίπρα.
Έχω την πεποίθηση ότι το «φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ», που αποτελεί αντικείμενο μελέτης σε πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα της Ευρώπης, δεν πρόκειται να εκλείψει, έστω και αν υποστεί προσωρινές ήττες. Μάταια τα αμαρτωλά πρώην κυβερνητικά κόμματα, και κυρίως η Ν.Δ., ποντάρουν σε στρατηγικές ήττες για την σύγχρονη δημοκρατική Αριστερά, που αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερά του 21ου αιώνα, δηλαδή Αριστερά με μέλλον.
Είναι αλήθεια ότι δεν μας εγκαρδιώνουν οι εκλογικές επιδόσεις της Αριστεράς στην Ευρώπη, που στο Ευρωκοινοβούλιο θα έχει τώρα τη μικρότερη ομάδα, ενώ παλαιότερα ήταν τρίτη δύναμη. ‘Όμως, ας μη μας διαφεύγει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη βαριά πρόσφατη ήττα του, παραμένει συγκριτικά το μεγαλύτερο κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, με την εξαίρεση του ΑΚΕΛ στην Κύπρο, το οποίο διεκδίκησε την πρώτη θέση από την κυβερνώσα κυπριακή Δεξιά, εκλέγοντας πρώτη φορά έναν Τουρκοκύπριο στο Ευρωκοινοβούλιο, δεχόμενο για την επιλογή του αυτή σφοδρότατες επιθέσεις από τους Ελληνοκύπριους εθνικιστές. Να συγχαρούμε, λοιπόν, το ΑΚΕΛ για τη μεγάλη νίκη του και το ρίσκο που ανέλαβε, κάτι που έκανε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με την ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία στο μέλλον θα αποδειχθεί πολύ ευεργετική, ιδιαίτερα για την ελληνική Μακεδονία.
Με βάση τα προαναφερθέντα, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται και πάλι να δώσει την μάχη των εκλογών της 7ης Ιουλίου για λογαριασμό και της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Άλλωστε, ήταν η δική μας ιστορική εκλογική νίκη, το 2015, που επέδρασε καταλυτικά για πολιτικές ανακατατάξεις προς τα αριστερά, τόσο στην Πορτογαλία όσο και στην Ισπανία. Ακόμα και στο Εργατικό Κόμμα Βρετανίας είχε επίδραση το «φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ», το οποίο είχε επικαλεστεί και ο σημερινός ηγέτης του κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν, έναντι των δεξιόστροφων «μπλαιριστών».
Ταυτόχρονα, οφείλουμε να είμαστε και αυτοκριτικοί για τα λάθη και τις παραλείψεις μας ως κυβέρνηση και κομματική ηγεσία. Το σοκ της υπογραφής και εφαρμογής του τρίτου Μνημονίου δεν μπορέσαμε να το αντιμετωπίσουμε πειστικά, λόγω και λανθασμένων αντιλήψεων ότι «με Μνημόνιο δεν μπορούμε να κάνουμε αριστερή πολιτική», λες και η πολιτική του εφικτού και του αναγκαίου συμβιβασμού δεν μπορεί να είναι και αριστερή. Δυστυχώς, υπήρξε μέσα στις γραμμές μας σοβαρό πρόβλημα κατανόησης της αναγκαίας επιλογής της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, μπροστά στον κίνδυνο να βρεθεί η Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης και ενδεχομένως εκτός Ε.Ε.. Στην ουσία, επρόκειτο για ιδεολογικό πρόβλημα και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι στον τομέα της ιδεολογίας έχουμε πράξει ελάχιστα ως κομματική ηγεσία.
Δεν είναι η ώρα της εσωστρέφειας, αλλά της μεγαλύτερης δυνατής εξωστρέφειας, αφού τώρα προέχει να δώσουμε συσπειρωμένοι την επικείμενη κρισιμότατη μάχη, υπερασπιζόμενοι τόσο το μεγάλο έργο της κυβέρνησης όσο και τη στρατηγική επιλογή της Προοδευτικής Συμμαχίας, με το βλέμμα στραμμένο και στις μετεκλογικές εξελίξεις.
Τέλος, μιλώντας για την Ελλάδα που θέλουμε, οφείλουμε να πούμε και σε ποια Ευρώπη, αναδεικνύοντας τόσο την ευρωπαϊκή όσο και τη βαλκανική του διάσταση του αγώνα μας, κάτι που δεν κάναμε επαρκώς στις πρόσφατες ευρωεκλογές.
* Ο Πάνος Τριγάζης είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ