Ο νέος διπολισμός, δηλαδή προοδευτικός πόλος απέναντι στο μαύρο μέτωπο, κατά γενική ομολογία θεμελιώνεται και καθιερώνεται πλέον με την πολιτική έννοια των όρων. Ο προοδευτικός -βλέπε και δημοκρατικός- χώρος με τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και αδιαμφισβήτητο ηγέτη τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε, μέσα σε πέντε χρόνια, δύο σπουδαία πράγματα. Εγινε πρόσωπο οικείο και φιλικό για εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών. Δεν είναι τυχαίο ότι τον αποκαλούν με το μικρό του όνομα. Αυτό, μετά τη μεταπολίτευση, συνέβη μόνο για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Κατέστη επίσης πολιτική προσωπικότητα παγκόσμιας αναφοράς και εμβέλειας.
Οταν ο Φρανς Τίμερμανς έλεγε και λέει ότι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλω μια ενωμένη προοδευτική παράταξη, η οποία στα δεξιά της θα έχει τον Μακρόν και στα αριστερά της τον Τσίπρα, δεν αναφερόταν προφανώς στους έξι, επτά, ή οκτώ ευρωβουλευτές που θα εξέλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πανευρωπαϊκή, τουλάχιστον, επιρροή του προέδρου του.
Η επιλογή από το υπουργικό συμβούλιο, μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών στη Βουλή, της ηγεσίας του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας κινήθηκε απολύτως στο πλαίσιο του γράμματος και του πνεύματος του Συντάγματος (άρθρο 90 παρ. 5) και της κοινής νομοθεσίας.
Αλλωστε, ο νόμος 3841/2010 «Επιλογή δικαστικών λειτουργών στις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης και επαναφορά του αυτοδιοίκητου των δικαστηρίων», έναντι του νόμου 2190/1994 «Σύσταση ανεξάρτητης αρχής για την επιλογή προσωπικού και ρύθμιση θεμάτων διοίκησης» είναι μεταγενέστερος ειδικός νόμος και υπερισχύει του προγενέστερου και γενικού, όπως προκύπτει όχι μόνο από το περιεχόμενο, αλλά και από τον θεματικό τίτλο των δύο νόμων.
Επ’ αυτού υπήρξε σχεδόν ομοφωνία ως προς την ακραιφνώς νομική -βλέπε «τυπική»- διάσταση του θέματος. Πέρα από αυτό, μπήκαμε στα εδάφη της μυθοπλασίας. Επιστρατεύθηκαν δηλαδή απόψεις επί της ουσίας των πραγμάτων ή της πολιτικής ορθότητας των πραγμάτων ή της δεοντολογίας, και άλλα.
Ενώ δεοντολογικώς υφίσταται μόνο ένα ζήτημα. Το ότι κυρίως παράγοντες της ολιγαρχίας και των ΜΜΕ, αλλά όχι μόνον, δηλαδή του βασικού πολιτικού και οικονομικού στηρίγματος των εμφανιζόμενων ως δήθεν νικητών των επερχόμενων εκλογών, έχουν σοβαρότατες εκκρεμότητες με τη Δικαιοσύνη. Αυτό δεν απασχόλησε καθόλου τους εκφραστές του αφηγήματος των γενικών αρχών «πολιτικής ηθικής» ή «ηθικής του δικαίου».
Δεν βλέπω συνταγματικό ή νομοθετικό ή ευρύτερα θεσμικό λόγο για να μην υπογράψει τα σχετικά διατάγματα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αμέσως μετά την 30ή Ιουνίου 2019, οπότε και λήγει η θητεία των υπηρετούντων δικαστών.
Και τώρα σε μερικές άλλες θεματικές.
Είναι γνωστό ότι η Βουλή που θα προκύψει μετά την 7η Ιουλίου 2019 θα είναι Αναθεωρητική του Συντάγματος. Δηλαδή θα ολοκληρώσει την όλη αναθεωρητική διαδικασία. Δηλαδή μείζονα θεσμικά και πολιτικά θέματα, όπως η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, η διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων, η νέα αρχιτεκτονική του πολιτεύματος προς την κατεύθυνση της άμεσης δημοκρατίας, ο κρατικός έλεγχος επί των δημοσίων αγαθών, η αρχή της αναδιανομής του εισοδήματος υπέρ των πολλών και οικονομικά αδύναμων και άλλα θα κριθούν στη βάση των νέων (;) συσχετισμών. Αυτό πρέπει να τονισθεί με ιδιαίτερη έμφαση ενώπιον του εκλογικού σώματος.
Ο πρωθυπουργός, κατά τη διάρκεια της παρελθούσας προεκλογικής περιόδου, έθεσε εμφαντικά το πρόβλημα της μεταδημοκρατίας. Δηλαδή πρόβλημα μείζονος αλλοίωσης του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, όπου μια ολιγαρχία του πλούτου και ΜΜΕ ουσιαστικά εξουσιάζει -γι’ αυτό και υποστηρίζεται ότι η Αριστερά μπορεί να κατακτά την κυβέρνηση όχι όμως και την εξουσία-, ώστε το θεσμικό σύνολο να καθίσταται τόσο ως προς τις δομές του όσο και ως προς τα πρόσωπα, ένα κατά τα φαινόμενα σύστημα διακυβέρνησης.
Νομίζω ότι ο πρωθυπουργός έπρεπε να επιμείνει περισσότερο σε αυτό και σε κάθε περίπτωση να το καταστήσει ένα από τα κεντρικά επίδικα της νέας προεκλογικής περιόδου.
Τους εκλογικούς αναλυτές απασχολεί η αυξημένη ψήφος των νέων προς τη Χρυσή Αυγή. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν τονίζεται επαρκώς ο συστημικός χαρακτήρας του μορφώματος αυτού. Δηλαδή δεν τονίζεται ότι η Ακρα Δεξιά, ενσωματώνοντας και νεοφασιστικά ή και νεοναζιστικά στοιχεία, αποτελεί τη χρυσή εφεδρεία των οικονομικά ισχυρών, όταν αυτοί θεωρούν ότι διακυβεύονται τα ποικίλα προνόμιά τους.
Θα μας δοθεί η ευκαιρία και πάλι να καταθέσουμε τις σκέψεις μας μέχρι τις εκλογές. Για παράδειγμα, για τις σχέσεις του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία με τις τοπικές κοινωνίες. Τώρα απλώς θα ήθελα να τονίσω ότι η Ν.Δ. παρουσιάζει το πιο ταξικό, αντεργατικό και αυταρχικό της πρόσωπο (νόμος και τάξη). Τυχόν δε εκλογική επικράτησή της θα συνιστά ιστορική παλινδρόμηση στα όρια της σύγχρονης τραγωδίας σε βάρος των πολλών αριθμητικά, αλλά δικαιωματικά, κοινωνικά και οικονομικά σε εμφανή υστέρηση.
* ομότιμος καθηγητής, πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου