Το έχουμε πει και σε άλλες περιπτώσεις, όμως επαναφέρουμε το θέμα με αφορμή αφ’ ενός μια έρευνα του Ρόιτερς για τα ελληνικά ΜΜΕ, αλλά και τις εκλογές στην ΕΣΗΕΑ που ολοκληρώνονται σήμερα: η ενημέρωση είναι μεν ένα κοινωνικό αγαθό στο οποίο πρέπει να έχουν πρόσβαση απρόσκοπτα όλοι οι πολίτες, αλλά παράλληλα είναι ένα δημοσιογραφικό προϊόν, η παραγωγή του οποίου κοστίζει.
Αυτό σημαίνει ότι για να το αποκτήσουμε, έχοντας την απαίτηση της στοιχειώδους εντιμότητας στην παρουσίαση των γεγονότων, πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε το αντίτιμο, όπως κάνουμε με οποιοδήποτε άλλο καταναλωτικό ή μη προϊόν. Η δήθεν «δωρεάν» ενημέρωση μάλλον θα πρέπει να μας βάζει σε σκέψεις, διότι, όπως γράφει στο συμπέρασμά του ο ερευνητής του Ρόιτερς, Αντώνης Καλογερόπουλος, «η αφθονία των ΜΜΕ στην Ελλάδα οφείλεται και στις προσπάθειες μερικών επιχειρηματιών να επηρεάσουν την πολιτική ατζέντα ή να αποκομίσουν κέρδη από την κρατική διαφήμιση». Αυτό αφορά κυρίως την πληροφόρηση μέσω του διαδικτύου, το οποίο προτιμούν το 92% (!) των Ελλήνων για την ενημέρωσή τους, ενώ την ίδια στιγμή αρνούνται να πληρώσουν γι’ αυτήν.
Φυσικά η κουλτούρα του «δωρεάν» είναι ένας δούρειος ίππος για να διεισδύσουν στο μυαλό μας «ειδήσεις» αμφιβόλου καταγωγής ή προϊόντα αλλοίωσης και (συνειδητής) παρερμηνείας των γεγονότων. Σήμερα και στην Ελλάδα αρκετά από τα μέσα ενημέρωσης έχουν μετατραπεί σε οιονεί πολιτικούς οργανισμούς και οι ιδιοκτήτες τους διεκδικούν είτε ευθέως πολιτικό ρόλο είτε άσκηση επιρροής στις ευρύτερες πολιτικές και επιχειρηματικές εξελίξεις.
Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι την τελευταία τριετία υπήρξε πτωτική τάση τόσο στην ηλεκτρονική όσο και στην ενημέρωση από έντυπα μέσα, με μόνη κερδισμένη την τηλεόραση, δηλαδή μια πληροφόρηση εύπεπτη, γρήγορη και αμφίβολης αξιοπιστίας, στο πλαίσιο του infotainment, δηλαδή της ενημέρωσης-ψυχαγωγίας.
Την ίδια ώρα η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση από το τέλος στην αξιοπιστία που χαίρουν τα ΜΜΕ, αφού μόνο το 27% λένε ότι εμπιστεύονται τις ειδήσεις γενικά. Παράλληλα, στη λίστα των πιο δημοφιλών ιστότοπων περιλαμβάνονται και αρκετοί που επιδίδονται συστηματικά στη διάδοση θεωριών συνωμοσίας και παραπληροφόρηση. Η αμφίθυμη αυτή σχέση των πολιτών με την ενημέρωση φαίνεται να ανταποκρίνεται στη νέα εποχή της κρίσης αξιοπιστίας της πολιτικής και των ΜΜΕ, αλλά και των fake news.
Από την πλευρά των ΜΜΕ ως επιχειρήσεων, η αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και το πολιτικό-ιδεολογικό ξεκαθάρισμα των εργαζομένων στα ιδιωτικά μέσα υπήρξε πρότυπο στα μνημονιακά χρόνια, με την ΕΣΗΕΑ τις περισσότερες φορές να σφυρίζει αδιάφορα ή να αναλώνεται σε πολιτικά και κομματικά παιχνίδια.
Ο δρόμος μπροστά για την ενημέρωση είναι δύσβατος και ολισθηρός και οι δημοσιογράφοι θα πρέπει με τους αγώνες τους να διεκδικήσουν τη χαμένη αξιοπρέπειά τους από τους επιχειρηματίες του κλάδου, όπως και οι πολίτες τη δική τους από τα κόμματα και την πολιτική. Αυτό συνεπάγεται περισσότερη και όχι λιγότερη συμμετοχή, περισσότερη και όχι λιγότερη αμφισβήτηση των κατεστημένων συμφερόντων. Και, φυσικά, το ίδιο ισχύει για τους εργαζόμενους στην ΕΡΤ, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ή στη Γενική Γραμματεία, χώροι που αξιοποιήθηκαν από τις κυβερνήσεις (μηδέ της παρούσης εξαιρουμένης) για μικροκομματικά οφέλη και εις βάρος της αξιοπιστίας της ενημέρωσης.
Δύσκολοι καιροί για την αλήθεια, την ενημέρωση και τη δημοσιογραφία. Εάν οι λειτουργοί της δεν κάνουν ό,τι μπορούν για να τη διασώσουν, τα επόμενα χρόνια θα πνιγεί οριστικά στα δυσώδη νερά της αναξιοπιστίας και της διαπλοκής.