Σήμα κινδύνου εκπέμπουν πολλά είδη ψαριών καθώς η υπεραλίευση απειλεί να τα εξαφανίσει μια για πάντα από τις θάλασσες. Οπως αναφέρει το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος, πολλά από τα είδη που βρίσκονται στις ελληνικές θάλασσες, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων θηλαστικών και χελωνών και διαφόρων ειδών καρχαριών, ψαριών και ασπόνδυλων οργανισμών, έχουν οριστεί ως προστατευόμενα ή/και απειλούμενα σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ και μια σειρά από διεθνείς συμβάσεις.
Ωστόσο πολλά από αυτά τα είδη εξακολουθούν να αλιεύονται (σκόπιμα ή ως παρεμπίπτον αλίευμα), να εκφορτώνονται και να πωλούνται, συχνά εν αγνοία των αρμόδιων αρχών. «Παρόλο που τόσο η ελληνική όσο και η κοινοτική νομοθεσία καθορίζουν το ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος για τα κοινά εμπορικά είδη, αυτό συχνά δεν εφαρμόζεται.
Ως αποτέλεσμα, δεδομένης της έλλειψης αποτελεσματικού ελεγκτικού μηχανισμού, μεγάλες ποσότητες υπομεγεθών αλιευμάτων αλλά και προστατευόμενων ειδών αλιεύονται και διοχετεύονται στην ελληνική αγορά» αναφέρεται χαρακτηριστικά από το ινστιτούτο. Ποια είναι όμως τα προστατευόμενα αλλά και τα απειλούμενα είδη;
Σύμφωνα με τη WWF τα είδη των οποίων η αλιεία και η εμπορία απαγορεύονται και τα οποία φτάνουν παράνομα στην αγορά και στις κουζίνες των εστιατορίων είναι η πίννα, ο πετροσωλήνας και διάφορα είδη καρχαρία. Πιο συγκεκριμένα:
ΠΙΝΝΑ (PINNA NOBILIS)
Οι πίννες είναι όστρακα που μοιάζουν με μεγάλα μύδια και αλιεύονται παράνομα για να χρησιμοποιηθούν ως δόλωμα ή για να καταλήξουν στην αγορά και στα εστιατόρια ως εκλεκτός θαλασσινός μεζές. Οι πίννες εκκρίνουν ένα υγρό από το οποίο φτιάχνεται ένας εξαιρετικά σπάνιος τύπος μεταξιού, το μετάξι της θάλασσας ή βύσσος. Σήμερα χαρακτηρίζονται είδος υπό εξαφάνιση και προστατεύονται.
ΠΕΤΡΟΣΩΛΗΝΕΣ (LITHOPHAGA LITHOPHAGA)
Οι πετροσωλήνες είναι δίθυρα μαλάκια. Τα πρώτα χρόνια της ζωής τους ζουν προσκολλημένοι στα βράχια όπως τα μύδια. Μεγαλώνοντας όμως σκάβουν κυλινδρικές τρύπες στο εσωτερικό των βράχων. Βάσει της νομοθεσίας η αλιεία και η εμπορία πετροσωλήνων απαγορεύονται, ωστόσο συχνά σερβίρονται παράνομα στις ταβέρνες και στα εστιατόρια ως εκλεκτό έδεσμα. Για την αποκόλληση οι αλιείς σπάνε τους βράχους παράνομα, καταστρέφοντας το οικοσύστημα.
ΛΕΥΚΟΣ ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ (CARCHARODON CARCHARIAS)
Εχει τη φήμη του αδίστακτου θηρευτή, ωστόσο στην ουσία είναι είδος που χρειάζεται προστασία, αφού κινδυνεύει να χαθεί από τις θάλασσες και τους ωκεανούς. Στην Ελλάδα απαγορεύονται ρητά η αλιεία, η διακίνηση και η εμπορία του.
ΣΑΠΟΥΝΑΣ Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ (CETORHINUS MAXIMUS)
Ο μεγαλύτερος καρχαρίας στη Μεσόγειο και ο δεύτερος μεγαλύτερος του κόσμου μετά τον φαλαινοκαρχαρία. Είναι εντυπωσιακός αλλά τελείως ακίνδυνος, αφού τρέφεται αποκλειστικά με πλαγκτόν. Απαγορεύονται αυστηρά η αλιεία, η διακίνηση και η εμπορία του.
Πέρα από τα είδη που προστατεύονται από τη νομοθεσία, υπάρχουν και άλλα τα οποία δεν πρέπει να καταναλώνονται γιατί βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση και απειλούνται. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τον ερυθρό τόνο, τον ξιφία, τον δροσίτη ή γαλέο, τους καρχαρίες, τον ροφό, το κοκκινόψαρο, το μουγγρί, τον μπακαλιάρο Αργεντινής, τον μπακαλιάρο Σενεγάλης και τον μπακαλιάρο δυτικής Αφρικής.
Αναλυτικότερα:
ΕΡΥΘΡΟΣ ΤΟΝΟΣ (THUNNUS THYNNUS)
Ο ερυθρός τόνος είναι μεταναστευτικό είδος που ταξιδεύει στη Μεσόγειο για να αναπαραχθεί. Ψάρι με υψηλή εμπορική αξία, τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός του έχει μειωθεί δραματικά λόγω της υπεραλίευσης. Στη Μεσόγειο μάλιστα ο πληθυσμός του έφτασε στα όρια της εξαφάνισης, με αποτέλεσμα το 2006 η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των Τονοειδών του Ατλαντικού (ICCAT) να υιοθετήσει δεκαπενταετές σχέδιο για την ανάκαμψη του είδους. Τα καλά νέα είναι ότι το είδος φαίνεται να ανακάμπτει.
ΞΙΦΙΑΣ (XIPHIAS GLADIUS)
Ο ξιφίας, ψάρι κοσμοπολίτικο και δεινός κολυμβητής, τα τελευταία 30 χρόνια μαστίζεται από την υπεραλίευση, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός του να συρρικνωθεί. Με στόχο την προστασία του, το 2016 η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των Τονοειδών του Ατλαντικού συμφώνησε σε σχέδιο ανάκαμψης για τη βελτίωση της κατάστασης του αποθέματος του μεσογειακού ξιφία τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια.
KAΡΧΑΡΙΕΣ
Σύμφωνα με την Κόκκινη Λίστα της Διεθνούς Ενωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN), το ¼ των καρχαριών απειλείται με εξαφάνιση λόγω της υπεραλίευσης και της παρεμπίπτουσας αλιείας και δεν θα πρέπει να τους καταναλώνουμε.
ΔΡΟΣΙΤΗΣ Ή ΓΑΛΕΟΣ (GALEORHINUS GALEUS)
Ο κοινός γαλέος είναι το πιο κοινό σκυλόψαρο των θαλασσών μας. Δυστυχώς, η εντατική υπεραλίευση έχει οδηγήσει το είδος στα όρια της εξαφάνισης ακόμη και σε περιοχές όπου παλιότερα αφθονούσε, μεταξύ των οποίων και οι ελληνικές.
ΡΟΦΟΣ
Ο ροφός είναι απειλούμενο είδος και δεν πρέπει να καταναλώνεται. Στην ίδια οικογένεια με τον ροφό (σερρανίδες) ανήκουν η στήρα και η σφυρίδα, τα οποία μπορούν να καταναλώνονται τη σωστή εποχή και εφόσον είναι άνω των 45 εκ.
ΚΟΚΚΙΝΟΨΑΡΟ (SEBASTES MARINUS NORVEGICUS)
Το κοκκινόψαρο απαντάται στον βόρειο Ατλαντικό, από τη βόρεια Ευρώπη και Αμερική έως και τη Γροιλανδία και την Ισλανδία. Είναι πελαγικό και ωκεάνιο είδος (δηλαδή ζει στα μεσόνερα και στον ανοικτό ωκεανό από τα 100 μ. έως τα 1.000 μ. βάθος). Σε κάποιες περιοχές ο πληθυσμός του κρίνεται ικανοποιητικός, ενώ στη Νορβηγία το κοκκινόψαρο έχει καταχωρηθεί ως απειλούμενο.
ΜΟΥΓΓΡΙ (CONGER CONGER)
Το σώμα του μουγγριού μοιάζει με του φιδιού. Το μουγγρί μπορεί να φτάσει σε βάρος τα 65 κιλά και σε μήκος τα 3 μ., αν και συνήθως κυμαίνεται μεταξύ 60 και 150 εκ., και τα αρσενικά άτομα είναι μικρότερα από τα θηλυκά. Το μουγγρί εντοπίζεται σε βραχώδεις και αμμώδεις βυθούς σε βάθη από 0 έως 500 μ. και συχνά βρίσκει καταφύγιο σε ναυάγια ή τοίχους λιμανιών. Σε νεαρή ηλικία ζει κοντά στις ακτές, ενώ όταν ενηλικιώνεται μετακινείται σε μεγαλύτερα βάθη. Είναι νυκτόβιος θηρευτής και τρέφεται με ψάρια, καρκινοειδή και κεφαλόποδα, κυρίως χταπόδια. Το μουγγρί απαντάται στον βόρειο Ατλαντικό, στη Μεσόγειο και τη δυτική Μαύρη Θάλασσα, όμως εντοπίζεται επίσης στις Κανάριες Νήσους, τις Αζόρες και στη Μαδέρα.
Αναπαράγεται μόνο μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής του. Φτάνει σε ηλικία σεξουαλικής ωρίμανσης μεταξύ 5 και 15 ετών. Αλιεύεται με μηχανότρατες βυθού, αγκίστρια και παραγάδια βυθού. Οι συγκεκριμένες αλιευτικές μέθοδοι έχουν υψηλό βαθμό παρεμπίπτουσας αλιείας (ψάρια χωρίς εμπορική αξία που αλιεύονται παρεμπιπτόντως και απορρίπτονται νεκρά πίσω στη θάλασσα). Το μουγγρί συχνά είναι και το ίδιο θύμα της παρεμπίπτουσας αλιείας, καθώς ψαρεύεται ακούσια από αλιευτικά που στοχεύουν σε άλλα είδη.
ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ (MERLUCCIUS HUBBSI)
Ο μπακαλιάρος Αργεντινής συναντάται στον νοτιοδυτικό Ατλαντικό, κατά μήκος των ακτών της Αργεντινής, σε βάθος 100 έως 200 μ. Μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 95 εκ., αν και συνήθως είναι περίπου 50 εκ. Ως ενήλικο τρέφεται με άλλα ψάρια και καλαμάρια. Τα αποθέματα του μπακαλιάρου Αργεντινής υφίστανται πιέσεις και δεν υπάρχει διαχειριστικό σχέδιο για την ανάκαμψή τους. Αλλη μια συνέπεια της αλιείας του με μηχανότρατα βυθού είναι οι εκτεταμένες απορρίψεις (ψάρια που πετιούνται πίσω στη θάλασσα) μικρών μπακαλιάρων, αλλά και η καταστροφή του βυθού από τη σύρση της μηχανότρατας.
ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟΣ ΣΕΝΕΓΑΛΗΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ (MERLUCCIUS SENEGALENSIS & MERLUCCIUS POLLI)
Ο μπακαλιάρος Σενεγάλης και ο μπακαλιάρος δυτικής Αφρικής είναι βενθικά είδη (ζουν κοντά στον βυθό) και απαντώνται σε παρόμοια βάθη, συνήθως μεταξύ 50 και 600 μ. Το μέγιστο μήκος τους είναι 80 εκ., ενώ το σύνηθες μήκος τους είναι 40 εκ. Τρέφονται κυρίως με μικρά ψάρια και λιγότερο με καλαμάρια και γαρίδες. Και τα δύο είδη αλιεύονται μαζί και συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα αλιεύματα για τον στόλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης που ψαρεύει εκτός ΕΕ.
Παρά την έλλειψη αλιευτικών δεδομένων, θεωρείται ότι ο πληθυσμός τους είναι ικανοποιητικός. Ωστόσο η αλιεία τους με μηχανότρατα βυθού έχει σημαντικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον και συγκεκριμένα μεγάλο όγκο απορρίψεων, παρεμπίπτουσα αλιεία απειλούμενων ειδών και καταστροφή του βυθού από τη σύρση της μηχανότρατας. Το σύστημα διαχείρισης βασίζεται στη Συμφωνία Αλιευτικής Σύμπραξης ΕΕ – Μαυριτανίας και δεν χαρακτηρίζεται αποτελεσματικό.
* Περιοδικό Hot Doc #155, «Η θάλασσα εκπέμπει SOS», 17/06/18