¨Ο αποφθεγματικός λόγος στην αντιγόνη του σοφοκλή
Αντιγόνη: Δε γεννήθηκα για να μισώ, αλλά για ν’ αγαπώ. (στίχος 523).
Σπάνια στην παγκόσμια λογοτεχνία και ποίηση συναντάμε τόσο ξεκάθαρο και απλοϊκό μήνυμα με τόσο σπουδαίο νόημα διαχρονικά. Είναι η αυθεντική διατύπωση της πιο αρχέγονης και ακατάλυτης αγάπης, πολύ πριν το κήρυγμα του χριστιανισμού ή το κίνημα του Ουμανισμού του 14ου-15ου αιώνα. Η Αντιγόνη διακηρύσσει περήφανα ότι δε γεννήθηκε για να μισεί, αλλά μόνο ν’ αγαπά. Να αγαπά γιατί γεννήθηκε άνθρωπος, γιατί μόνο η εκ φύσεως αγάπη μπορεί να αρνηθεί τη βία, που γεννά το μίσος και η κακία, τα οποία είναι επίκτητα στοιχεία στη ζωή μας. Η αγάπη αυτή όμως δεν είναι προϊόν ηθικής αγωγής και παιδείας, αλλά μια υπαρξιακή δύναμη κι ένας ανώτερος φυσικός προορισμός στη ζωή των ανθρώπων. Η αγάπη αυτή δεν είναι μόνο συναίσθημα και σκέψη, είναι βίωμα και πράξη που διώχνει τη δειλία και τον φόβο του θανάτου. Για κάθε λογικό και αισθαντικό άνθρωπο είναι το αληθινό νόημα και η ουσία της ύπαρξής του.
Βέβαια η Αντιγόνη έχει όλα εκείνα τα ιδεαλιστικά στοιχεία, και ρομαντικά ίσως, που έχουν οι μάρτυρες, οι οποίοι θυσιάζονται για τους άλλους, γιατί εξακολουθούν να πιστεύουν σε υψηλές αξίες και ¨ουτοπικά¨ ιδανικά. Η φωνή της γίνεται κραυγή που διαπερνά το φράγμα του χρόνου. Ακούγεται το ίδιο ηχηρή και ζωντανή ανά τον κόσμο και τους αιώνες. Η Αντιγόνη ενδύεται περιβολή Αγίας, μυεί τους αδαείς στον κόσμο των αρετών, των υπερκόσμιων αξιών και υποδεικνύει, αψηφώντας το θάνατο, τον δρόμο της αληθινής ελευθερίας. Η αγάπη εξάλλου με τη λυτρωτική, τη συγχωρητική της δύναμη ελευθερώνει τον άνθρωπο από την ιδιοτέλεια και τη μικροψυχία, τον απαλλάσσει από τον φθόνο και την αντιζηλία, το μίσος και την κακότητα. Είναι το πιο αγνό και ευγενές συναίσθημα, που υμνήθηκε και τραγουδήθηκε όσο κανένα άλλο. Η απουσία της στον κόσμο είναι η πηγή του κακού, η αιτία της πτώσης και της δυστυχίας των ανθρώπων. Το μίσος μεγαλώνει την έχθρα μεταξύ τους, εξαχρειώνει συνειδήσεις, γεννά τη βία και τον πόλεμο και καταστρέφει τα έργα της ειρήνης. Το μίσος που είναι ενδημικό και χωρίζει τους ανθρώπους, ακόμα και τ’ αδέρφια, όπως εδώ ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης, είναι κατάρα μεγαλύτερη κι απ’ τη φτώχεια, γιατί όπως πίστευαν οι αρχαίοι συνεχίζεται και μετά θάνατον, ακόμα και στο βασίλειο του Άδη (πρβ. στ.522, ΚΡ. Οὔτοι ποθ’ οὑχθρός, οὐδ’ ὅταν θάνῃ, φίλος). Γι’ αυτό τα λόγια της Αντιγόνης ¨ξορκίζουν¨ όχι μόνο το κακό από το μίσος που δίχασε και σκότωσε τ’ αδέρφια της, αλλά και το κακό που υπάρχει στον κόσμο. Είναι μια κραυγή βγαλμένη από τη θλίψη της, την απελπισία της και την αγωνία της. Η οδύνη της τη γεμίζει με πάθος και καρτερία, με πίστη και αυταπάρνηση για αυτό και ο λόγος της είναι κριτικός, αποφαντικός και δραματικός μαζί.
Ο Σοφοκλής με το απόφθεγμα αυτό παραπέμπει στον κλασικό ανθρωπισμό της εποχής του, σύμφωνα με τον οποίο η αγάπη ήταν εγγενής προορισμός του ανθρώπου, όχι θρησκευτική εντολή ή κοινωνική υποχρέωση. Στην Αντιγόνη απλά βρίσκει την ιδανική ηρωίδα για να προβάλλει με την υπέροχη φράση και αγέρωχη στάση της την αγάπη για τον άνθρωπο (αλτρουϊσμός). Εδώ δε μιλάει για την αγάπη την αδερφική ή τη συγγενική, ούτε βεβαίως για τον έρωτα. Για τον έρωτα θ’ αφιερώσει άλλωστε ένα ολόκληρο χορικό-ύμνο (Έρως ανίκατε μάχαν… στίχοι 781-800) στο Γ΄ Στάσιμο.
Παπατσίρος Απόστολος