Δεν ήταν ισχυρός σεισμός, δεν ήταν μεγάλη πυρκαγιά, δεν ήταν τσουνάμι. Ήταν ένα αναμενόμενο, δυνατό, κύμα κακοκαιρίας για το οποίο έγιναν ακριβείς μετεωρολογικές προβλέψεις που έδιναν στον κρατικό μηχανισμό τη δυνατότητα προετοιμασίας.
Εγιναν όλα λάθος. Η Δευτέρα δεν ήταν αργία, η κυκλοφορία των μεγάλων οχημάτων δεν απαγορεύτηκε, στα διόδια η διέλευση ήταν ελεύθερη ακόμη και όταν ήδη σχηματίζονταν ουρές, εκχιονιστικά και αλατιέρες δεν εμφανίστηκαν ούτε καν στην Κηφισίας, ο στρατός κινητοποιήθηκε την τελευταία στιγμή, οι εγκλωβισμένοι στα αυτοκίνητα αφέθηκαν στο έλεος του χιονιά χωρίς να τους παρασχεθεί ούτε νερό.
Το αποτέλεσμα, εκτός από την αδιανόητη ταλαιπωρία των ανθρώπων που παγιδεύτηκαν στους δρόμους, είναι η γενίκευση της αίσθησης ότι δεν υπάρχει κράτος, ότι τη δύσκολη στιγμή είμαστε αβοήθητοι, ότι αυτή είναι η Ελλάδα (όπως είχε πει ο Κ. Σημίτης μετά το ναυάγιο του Express Samina). Αυτό σημαίνει ότι τραυματίζεται ακόμη περισσότερο η έτσι κι αλλιώς εύθραυστη εμπιστοσύνη στους θεσμούς, ενισχύονται ο ατομισμός και τα ένστικτα επιβίωσης στη βάση του “ο σώζων εαυτόν σωθήτω” και επομένως αποδυναμώνεται η κουλτούρα συλλογικότητας και αλληλεγγύης, δημιουργείται μεγάλος θυμός που σε πολλές περιπτώσεις, επειδή δεν έχει απτό αποτέλεσμα η έκφρασή του, καταπιέζεται και σωρεύεται σε μια εύφλεκτη κοινωνική ύλη που κάποια στιγμή, μοιραία, θα εκτονωθεί.
Δεν είναι η πρώτη φορά που τα καιρικά φαινόμενα αποκαλύπτουν ένα σαθρό κράτος και κάνουν την έννοια της οργανωμένης πολιτείας ευφημισμό. Το ξέρουμε ότι στο εξής οι φυσικές καταστροφές θα είναι επαναλαμβανόμενες και ότι η διαχείριση τέτοιων κρίσεων θα καθορίζει την ποιότητα της διακυβέρνησης.
Το πρόβλημα για κυβερνήσεις όπως η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ότι αυτές οι πολιτικές δεν μπορούν να υποκατασταθούν ή να σκεπαστούν από την επικοινωνία. Επομένως, τα εργαλεία που έχουν δεν είναι αποτελεσματικά. Κανένας προπαγανδιστικός μηχανισμός και κανένας ταλαντούχος σύμβουλος δεν μπορεί να βρει τρόπο εξωραϊσμού της εξουθένωσης χιλιάδων ανθρώπων στους κλειστούς χιονισμένους δρόμους.
Η ανάληψη της ευθύνης από την εταιρεία της Αττικής Οδού, μέσα από τη χορήγηση αποζημιώσεων, δεν αρκεί. Ούτε καν οι παραιτήσεις αρμοδίων δεν θα αρκούσαν. Το μόνο που θα μπορούσε να δημιουργήσει αισιοδοξία θα ήταν μια ειλικρινής και θαρραλέα αποτίμηση των αιτίων της διαχειριστικής αποτυχίας και η συγκρότηση ενός εθνικού σχεδίου για την υπέρβασή τους ώστε να μην υπάρξει επόμενη τέτοια φορά. Kαι όλα αυτά με σεμνότητα.
Aλλά θα υπάρξει επόμενη φορά. Για να μην υπάρξει, δεν χρειάζεται απλώς αλλαγή κυβέρνησης αλλά και αλλαγή πολιτικού παραδείγματος: Αντιγραφή καλών πρακτικών από χώρες του εξωτερικού, αξιοποίηση των καλύτερων στις θέσεις ευθύνης για την πολιτική προστασία όχι με κριτήριο το κομματικό βιογραφικό ή τις πολιτικές φιλίες αλλά τα ουσιαστικά προσόντα, μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν τέλος στο χάος των συναρμοδιοτήτων, οργανωμένες συνέργειες ιδιωτικού τομέα και κράτους προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος, συγκροτημένες πολιτικές πρόληψης.
Οσο αυτά δεν συμβαίνουν, αυτή θα είναι η Ελλάδα.