(Ο Κων/νος Γλυξμπουργκ, ανάμεσα σε μέλη της δικτατορικής κυβέρνησης αμέσως μετά την ορκωμοσία της, στις 22 Απριλίου 1967. Διακρίνονται οι Παπαδόπουλος, Κόλλιας, Σπαντιδάκης, Μακαρέζος, Ζωιτάκης, Παττακός. Το πρωτοσέλιδο των “Νέων” όταν ο Κων/νος Μητσοτάκης τού παρέδωσε δημόσιους θησαυρούς και ο Κων/νος Γλυξμπουργκ κλαίγοντας γοερά στην κηδεία του προηγούμενου)
εφσυν, 15/1/23
Νόρα Ράλλη
Να δεις που γύρισε και του είπε: «Θα φωτογραφηθείς. Θα κάτσεις ανάμεσά τους και δεν θα βγάλεις άχνα. Απλώς μην πολυχαμογελάς. Μην είσαι πολύ φιλικός – μην πιάσεις το χέρι του Παπαδόπουλου, ας πούμε. Μάς έπιασε ήδη αυτός τον κώλο, φτάνει. Εσύ θα μείνεις στο ύψος σου. Ετσι υψηλό υψηλότατο που σε έκανα, θα ξεχωρίζεις ανάμεσα στους κοντοστούπηδες. Θα φωτογραφηθείς, αλλά κάπως ντεμί καλσόν. Κάπως… μωρέ πώς είναι αυτοί οι βρομοέλληνες αριστεροί που για όλα τούς φταίμε; Α ναι! Κάπως σκυθρωπός! Αυτό θα είσαι!».
Μπροστά δεν ήμουν. Αλλά μωρέ, σαν να την έχω μπροστά μου: τη Φρειδερίκη, τη Γερμανίδα πριγκίπισσα που γέννησε έναν «πάντα Ελληνα» βασιλιά! Μιλάμε, μήτε η Παναγιά τέτοιο θάμα… Τη βλέπω, που λες, στην ακμή της, στα 50 της χρόνια, ώριμη, σίγουρη, καθισμένη σε χρυσό θρονί (τι κι αν έσταζε λίγο κόκκινο αιματάκι από τ’ αριστερά; Επεφτε πάνω στο κόκκινο μαξιλαράκι που έβαζε τα ποδαράκια της και ούτε καν έκανε λεκέ!), με τα φρυδάκια της τα ωραία (φάσιο άικο η δικιά σου: λες και το ‘ξερε πως τα φυσικά φρύδια θα γίνουν τάση), με τις πέρλες, με τα πολλά (πολλά πολλά!) ονόματα και τους πολλούς (πολλούς πολλούς!) τίτλους: Φρειδερίκη, Λουίζα, Τύρα, Βικτώρια, Μαργαρίτα, Σοφία, Καικιλία, Ολγα, Ισαβέλλα, Χριστίνα Σλέσβιχ Χολστάιν Σόντερμπουργκ Γκλίξμπουργκ λεγόταν. Πριγκίπισσα του Ανοβέρου, πριγκίπισσα της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας και Δούκισσα του Μπραουνβάιχ ήταν. Βασίλισσα των Ελλήνων (1947-1964) και βασιλομήτωρ μετά τον θάνατο του συζύγου της.
Μέσα στον Εμφύλιο έγινε βασίλισσα. Λένε (κάποιοι, ξαναγράφοντες την Ιστορία από την ανάποδη) πως των Ελλήνων ήταν βασίλισσα! Ποιων Ελλήνων; Των νεαρών κοριτσιών που είχαν ανέβει στα βουνά το ’47; Των ανταρτών που κρύβονταν σε φούρνους ηπειρώτικους για μήνες, πριν βγουν κι αυτοί στο βουνό; Οσων έθαβαν τους νεκρούς τους, ανάμεσα σε σφαίρες Βρετανών και χιτών; Ή όσων δεν βρήκαν ποτέ κορμί να θάψουν;… Παλιά πράματα αυτά. Παλιοπράματα. Ποιος ζει, ποιος τα θυμάται;
Κοίτα να δεις που και ζουν, μα και όσοι δεν τα έζησαν, πάλι τα θυμούνται. Δεύτερο θάμα! Γι’ αυτό σού λέω: Μωρέ, σαν να είμαι μπροστά! Μπροστά στη σκηνή όπου η βασιλοφρυδούσα, γερμανοτραφής και κομμουνιστομισούσα Φρειδερίκη μιλάει στον γιόκα της για το πώς να φωτογραφηθεί με τους δικτάτορες, που τον πρόλαβαν κι έκαναν πραξικόπημα πριν απ’ αυτόν. Μπορεί να του ‘χε δώσει και κανένα βασιλομητρικό μπατσάκι που τον έπιασαν στον ύπνο, αλλά μπατσάκι από τον τόπο σου κι ας είν’ και σε ξένο τόπο!
Ξένος τόπος ήταν για τον Κωνσταντίνο Σλέσβιχ Χολστάιν Σόντερμπουργκ Γκλίξμπουργκ η Ελλάδα. Επίθετο, βέβαια, οι βασιλείς δεν έχουν. Τίτλο – αυτό έχουν. Τώρα, πώς μπορείς να εμπιστευτείς κάποιον δίχως όνομα, δεν ξέρω. Εκτός, βέβαια, αν τον λένε Μπάμπη. Τότε μάλιστα – δεν χρειάζονται περαιτέρω διευκρινίσεις. Για όλα είναι ικανός ένας Μπάμπης: από το να φτιάχνει καζανάκια μέχρι ν’ ανεβαίνει Ολύμπους. Τέλος. Αλλά τον έτσι, τον δαύτο ντε, τον απαυτόν (που μας απαύτωσε μέχρι να τον διώξουμε και μετά μας ξανα-απαύτωσε με τον άλλον δαύτον, που κάτι νταλίκες τιμαλφή τού έδωκε μια νύχτα ξεπλυμένη και που το όνομά του καθόλου δεν ακούστηκε στα κανάλια αυτές τις μέρες: τον πατήρ Μητσοτάρχα) – αυτόν λοιπόν, Μπάμπη δεν τον λένε. Νούλη τον φώναζε η Αλίκη, Κοκό ο λαός. Σύμφωνα ωστόσο με την ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου (αλλά και του πολύ Ελληνα, πολύ νεοδημοκράτη και πολύ υπουργό πάντων των ακροδεξιών Βορίδη), πρόκειται για «τον αείμνηστο Βασιλέα Κωνσταντίνο» και για τον «διάδοχο Υψηλότατο Πρίγκιπα Παύλο» (ο γιόκας του γιόκα είν’ αυτός).
Δεν βαστάω. Εδώ που μ’ έφτασαν, θα το πω: Ευτυχώς που υπάρχει και η Εκκλησία! Αυτός ο αείμνηστος οργανισμός θεϊκών φρονημάτων που λέει πάντα την Αλήθεια. Μέχρι τώρα, ήξερα το Σύνταγμα (Ν. 1975/1986/2001, άρθρο 4, παράγραφος 7): «Τίτλοι ευγένειας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Ελληνες πολίτες». Τώρα, έμαθα την Αλήθεια: Βασιλέα έχασα! Αλλά διαθέτω Υψηλότατο Πρίγκιπα διάδοχο!
Γι’ αυτό κι εμένα να μη με λέτε πλέον Dame. Να με λέτε: Notre Dame!