εφσυν, 16.03.2023, 06:22
Συνθήκες μίνι κραχ επικράτησαν χθες στις χρηματιστηριακές αγορές της Ευρώπης αλλά και στις ΗΠΑ, από τη στιγμή που η Credit Suisse, μια από τις εννέα μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες στον κόσμο, με ενεργητικό 800 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δήλωσε αδυναμία να αντέξει την αύξηση του επιτοκιακού κόστους και ζήτησε τη στήριξη της ελβετικής κεντρικής τράπεζας, αλλά και της κυβέρνησης, καθώς οι μεγαλύτεροι μέτοχοί της, όπως η Saudi National Bank, αποκλείουν το ενδεχόμενο να αυξήσουν το μερίδιό τους στην τράπεζα και να τη διευκολύνουν σε ρευστότητα.
Η μετοχή της ελβετικής τράπεζας έχασε χθες σχεδόν 25%, που μεταφράζεται σε απώλεια χρηματιστηριακής αξίας σχεδόν 3 δις. ευρώ, και γύρω από αυτή την εξέλιξη εκτυλίχθηκε πραγματικός «πόλεμος» σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Με πτώση 4,5% έκλεισε το ελληνικό χρηματιστήριο, 3,2% έπεσε το χρηματιστήριο του Λονδίνου, 2,5% έχασε της Φρανκφούρτης, 2,81% του Παρισιού, ενώ ο πανευρωπαϊκός δείκτης μετοχών STOXX600 έκανε βουτιά σχεδόν 3%. Με πολύ μικρότερη πτώση στους βασικούς δείκτες της αντέδρασε η Wall Street, ωστόσο ο τραπεζικός δείκτης του αμερικανικού χρηματιστηρίου έχασε πάνω από 3%.
Πτωτικά κινήθηκαν και οι αποδόσεις των ομολόγων, ενώ η προοπτική γενίκευσης της τραπεζικής κρίσης και μετάδοσής της στην Ευρώπη οδήγησε σε θεαματική μείωση το αμερικανικό αργό πετρέλαιο (-4,5%), το πετρέλαιο τύπου Brent (-4%), αλλά και το ευρωπαϊκό φυσικό αέριο TTF, η τιμή του οποίου έπεσε στα 42 ευρώ ανά μεγαβατώρα, που είναι η χαμηλότερη από το καλοκαίρι του 2021.
Στα ασιατικά χρηματιστήρια οι τραπεζικές μετοχές υποχώρησαν, όπως ήταν αναμενόμενο. Ο δείκτης Topix Banks της Ιαπωνίας έκανε αρχικά «βουτιά» για να περιορίσει ύστερα τις απώλειές του στο 3,7%. Στο Χονγκ Κονγκ, η Standard Chartered (SCBFF) βυθίστηκε σχεδόν 4%, HSBC Holdings (HSBCPRA) σημείωσε πτώση 2,5% και η BOC Hong Kong 3,1%. Στη Νότια Κορέα, οι Shinhan Financial Group και KB Financial Group υποχώρησαν 1,2% και 0,5%, αντίστοιχα.
Οι εξελίξεις με επίκεντρο την Credit Suisse, αν και δεν πρόκειται για τράπεζα του ευρωσυστήματος, διαψεύδουν με τον χειρότερο τρόπο της καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις της ηγεσίας της ΕΕ και της ΕΚΤ ότι δεν υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης της τραπεζικής κρίσης που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και της Signature, στην Ευρώπη. Κι αυτό γιατί η παγκόσμια επενδυτική τράπεζα είναι οριζόντια συνδεδεμένη με τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης. Γι’ αυτό και η ΕΚΤ ζήτησε ήδη από όλες τις τράπεζες που έχει υπό την εποπτεία της στοιχεία για τον βαθμό έκθεσής τους σε τίτλους και επενδυτικά προϊόντα της ελβετικής τράπεζας.
Με αυτά τα δεδομένα τίθεται και το ερώτημα αν η ηγεσία της ΕΚΤ, που σήμερα το μεσημέρι ανακοινώνει τη νομισματική πολιτική της, θα επιμείνει σε νέα αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, δηλαδή από το 3% στο 3,,5%, όπως έχει προαναγγείλει η Κριστίν Λαγκάρντ, ή θα αποφασίσει να φρενάρει την αντιπληθωριστική πολιτική της. Ολες οι μέχρι στιγμής ενδείξεις συνηγορούν υπέρ της επικράτησης της πολιτικής τω «γερακιών» στην ηγεσία της ΕΚΤ, που θέλουν να συνεχιστεί η επιθετική αύξηση του κόστους του χρήματος, κι ας είναι προφανές ότι αυτή τροφοδότησε τη νέα τραπεζική αναταραχή.