
iloveithaki.gr, 7/3/2025
Κατεβαίναμε από το Πέραχωριό προς τα Καμίνια, μια ατέλειωτη σειρά από γαϊδούρια και ανθρώπους.
Συνήθως Κυριακή θαρρώ, πριν τους μεγάλους σεισμούς του ’53, μετά τον εμφύλιο. Ήμασταν παιδιά τότε. Φωνές, γέλια, τραγούδια, πρωί-πρωί, πριν προλάβει ο ήλιος να ζεστάνει τη γη.
Φτώχεια… αλλά τι ομορφιά, Θεέ μου!
Στο Πέραχωριό οι οικογένειες ήταν μεγάλες. Ο νονός μου, ο Καΐρης – ο Νιόνιος Μανιάς του Παναγιώτη – είχε εφτά παιδιά. Ο πατέρας μου, πέντε.
Ο δρόμος γνώριμος, γεμάτος εικόνες. Κατηφορίζαμε από το Κοκκινοπύλι, περνούσαμε τον Άη Βασίλη, τη Χάρακτη, τα Χαιρουλάκια. Και μετά, από του Μάγγανου, μπαίναμε στο λόγγο. Ένα στενό μονοπάτι, μια πατησιά. Πριν τη λότζα του Μπακατσέλου, στρίβαμε δεξιά στη ράχη και κατεβαίναμε κατευθείαν στον γιαλό.
Το μεσημεράκι, ο δρόμος της επιστροφής γινόταν ανηφόρα δύσκολη. Οι γάιδαροι βογγούσαν από το βάρος, τα παιδιά εξαντλημένα, οι γέροι σταματούσαν κάθε τόσο, στηριγμένοι στα μπαστούνια τους ή από την ουρά των γαϊδάρων. Μέχρι που φτάναμε στη συκιά, στα Χαιρουλάκια. Τότε ήταν όλα αμπέλια εκεί, καταπράσινα, με δροσερή σκιά – μια μικρή ανάσα πριν το τελευταίο κομμάτι του δρόμου.
Μεγάλη ιστορία αυτό το μονοπάτι… Και τελικά, έπειτα από 75 χρόνια, ο Στανίτσας το έφτιαξε. Πέντε μέτρα πλάτος, τσιμέντο. Μπράβο του.
Αλλά όσο κι αν αλλάζουν οι δρόμοι, όση άσφαλτος κι αν πέσει, οι αναμνήσεις μένουν πάντα χαραγμένες στα μονοπάτια της ψυχής μας.

One Comment
διον. δ. μανιάς
Τα τσόλια ήταν η αιτία της εκδρομής. Λόγο του ότι δεν υπήρχε μπόλικο νερό, οι νοικοκυρές μάζευαν τα τσολιά τα φόρτωναν στους γαϊδάρους και όλοι μαζί για καμίνια.
Maria Vallianos