20.10.2017, 18:54 |εφσυν
Οπως όλα δείχνουν, η εντυπωσιακή πρόοδος στην κατανόηση των βιολογικών προϋποθέσεων της ανθρώπινης συμπεριφοράς μάς επιβάλλει πλέον να αναθεωρήσουμε πολλές ιδεοληπτικές βεβαιότητες του παρελθόντος, όπως την αποκλειστικά πολιτισμική προέλευση των ηθικών προτύπων μας.
Μέχρι πρόσφατα, ο όρος «φυσική ιστορία» συνδεόταν μόνο με τις φυσικές εξελικτικές διεργασίες που διαμορφώνουν τα βιολογικά φαινόμενα, τα οποία θεωρούσαμε (εσφαλμένα) ότι καμία σχέση δεν έχουν με τα ανθρώπινα κοινωνικά-πολιτισμικά φαινόμενα.
Πώς αλλάζουν τη ναρκισσιστική αυτοεικόνα μας οι προσπάθειες κατανόησης- με επιστημονικούς και όχι με μεταφυσικούς όρους- της βιολογικής καταγωγής και των ορίων της ανθρώπινης ηθικής συμπεριφοράς;
Οπως είδαμε, η επιστημονική έρευνα της αλτρουιστικής και της ιδιοτελούς συμπεριφοράς των ανθρώπων μάς αποκαλύπτει την ύπαρξη εντυπωσιακών ομολογιών με τις αντίστοιχες συμπεριφορές των άλλων κοινωνικών ζώων. Συμπεριφορές που επιλέχθηκαν και διατηρούνται από την εξέλιξη επειδή συμβάλλουν στην επιβίωση των κοινωνικών ζώων και του ανθρώπου.
Συνεπώς, η ιδέα της βιολογικής προέλευσης των ηθικών μας προδιαθέσεων δεν θα έπρεπε να στιγματίζεται ως αναγωγιστική ή ως φυσιοκρατική πλάνη.
Αναζητώντας την «ανθρώπινη φύση» μεταξύ επιστήμης και ιδεολογίας (V)
Από εξελικτική σκοπιά η ανθρώπινη ηθική είναι μια μορφή διευθέτησης και κωδίκευσης των συνεργατικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων.
Πρόκειται για μια ειδική έκφραση της έμφυτης ανθρώπινης κοινωνικότητας και συνεργασίας, η οποία συνοδεύεται από ρητούς κανόνες καθώς και από ένα αίσθημα υποχρέωσης απέναντι στον εαυτό μας στους άλλους.
Συνήθως ταυτίζουμε την ηθικότητα με την ηθική, όμως η «ηθικότητα» (morality, αγγλιστί) είναι μια λατινογενής έννοια που αναφέρεται στις πράξεις των ανθρώπων που θεωρούνται ηθικά ορθές ή εσφαλμένες, ενώ η αρχαιοελληνική έννοια της «ηθικής» σχετίζεται με το «ήθος», δηλαδή με το πώς και με το αν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας ενός ανθρώπου ανταποκρίνεται στα κοινωνικά επιβεβλημένα πρότυπα συμπεριφοράς.
Οι μεγαλύτεροι στοχαστές του είδους μας επιχείρησαν μάταια να διαμορφώσουν ένα ισχυρό -φιλοσοφικό, θεολογικό, πολιτειακό- ηθικό σύστημα σκέψης που θα διασφάλιζε την εύρυθμη λειτουργία των ανθρώπινων σχέσεων.
Η αποτυχία αυτών των μεγαλειωδών πνευματικών προσπαθειών οφείλεται στη μεταφυσική, υπερφυσική και τελικά αφύσικη σύλληψη ενός άυλου προκοινωνικού ηθικού υποκειμένου.
Οφείλεται δηλαδή στην εμφανή ιστορική και γνωσιακή αδυναμία των στοχαστών του παρελθόντος να προσδιορίσουν τις φυσικές-βιολογικές προϋποθέσεις που μας επιτρέπουν να είμαστε τα υποκείμενα κάθε ηθικής δράσης-αντίδρασης.
Εχει λοιπόν όχι μόνο επιστημονικό αλλά και πολιτικό ενδιαφέρον η προσπάθεια κατανόησης της ανθρώπινης ηθικής όχι μέσω της ιστορικής-πολιτισμικής γενεαλογίας της αλλά και μέσω της βιολογικής εξέλιξης των ηθικών δραστών: πώς δηλαδή εξελίχθηκαν και εκδηλώθηκαν οι προ-ανθρώπινες ηθικές προδιαγραφές του είδους μας.
Το προπατορικό αμάρτημα του «ανθρωποκεντρισμού»
Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι μελετητές των ανθρωπιστικών επιστημών θεωρούν ότι κάθε προσπάθεια να ανασυγκροτήσουμε τη βιολογική και δήθεν «προ-κοινωνική» εξέλιξη του ηθικού αισθήματος των ανθρώπων είναι προκαταβολικά καταδικασμένη σε αποτυχία.
Γιατί, όπως πιστεύουν, η βιολογική φύση μας δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την ιδιαίτερη κοινωνική συμπεριφορά μας, η οποία, σαν την πλαστελίνη, διαπλάθεται αποκλειστικά από τις εκάστοτε ιστορικές, πολιτιστικές και κοινωνικές συνθήκες.
Ομως, η αυθαίρετη διαφοροποίηση της φυσικής-βιολογικής από την κοινωνική-πολιτισμική πραγματικότητα των ανθρώπων γεννά μια σχιζοειδή συνείδηση, η οποία εξυπηρετεί εμφανώς τη βιοπολιτική διαχείριση της ζωής μας.
Το επιχείρημα της «ασυνέχειας» μεταξύ της βιολογικής και της πολιτισμικής «φύσης» των ανθρώπων έχει μια μακρά προϊστορία και ανάγεται στη δυϊστική μεταφυσική παράδοση που επέβαλε στη δυτική σκέψη το οριστικό διαζύγιο του σώματος από την ψυχή ή, πιο πρόσφατα, του νου από τον εγκέφαλο.
Μια κρυπτοθεολογική φιλοσοφική παράδοση που διαφοροποιεί τη δήθεν θεόπλαστη ανθρώπινη ηθική συμπεριφορά από τη ζωική κτηνωδία και το είδος μας από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο.
Πρόκειται για τον αυτοεπιβεβαιωτικό μύθο της αποκρουστικής Φύσης με «ματωμένα δόντια και νύχια», σύμφωνα με την ιδιαίτερα υποβλητική εικόνα του Βρετανού ποιητή Αλφρεντ Τένισον, η οποία αναπαριστά την αντιπαράθεση της ζωικής με την ανθρώπινη «ειδυλλιακή» ύπαρξη.
Ομως, οι αδυναμίες του δυϊστικού ιδεολογήματος Φύση-Πολιτισμός αναπαράγονται εξίσου και στις απόψεις των αντιπάλων του, τους εξελικτικούς βιολόγους που πιστεύουν εσφαλμένα ότι μπορούν να εξηγήσουν μέσω των γονιδίων και του αδυσώπητου ανταγωνισμού όλα τα εξελικτικά φαινόμενα.
Διάσημοι επιστήμονες οι οποίοι θεωρούν όχι μόνο εφικτή τη βιολογικοποίηση της ηθικής αλλά και επιχειρούν να την υλοποιήσουν καταφεύγοντας σε υπεραπλουστευτικές εκδοχές της δαρβινικής θεωρίας. Ομως για τις παρανοήσεις των εξελικτικών ιδεών θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο.
Από τον ζωικό αμοραλισμό στην ανθρώπινη ηθικότητα
Ο πρώτος που τόλμησε να αντιμετωπίσει ως επιστημονικό πρόβλημα την παρουσία των ηθικών αισθημάτων και συμπεριφορών στον άνθρωπο ως συνέχεια της εξέλιξης των κοινωνικών ενστίκτων στα ανώτερα πρωτεύοντα ήταν ο Κάρολος Δαρβίνος.
Παρά τα ανεπαρκή επιστημονικά εργαλεία και δεδομένα της εποχής, ο πατέρας της σύγχρονης εξελικτικής θεωρίας γνώριζε καλά ότι η φυσική επιλογή ως ο βασικός εξελικτικός μηχανισμός δεν λειτουργούσε ποτέ τελεολογικά ή σχεδιαστικά αλλά, αντίθετα, ήταν μια τυφλή φυσική διεργασία που βασιζόταν στη διαφορική ικανότητα επιβίωσης και αναπαραγωγής ενός ζωικού πληθυσμού.
Στο ερώτημα πώς λοιπόν μπορεί η ιδιοτελής επιβίωση και αναπαραγωγή να παράγει τις αλτρουιστικές και συνεργατικές συμπεριφορές που παρατηρούμε σε όλα τα πρωτεύοντα θηλαστικά, ο Δαρβίνος επιχείρησε να απαντήσει, το 1871, με το δεύτερο σημαντικό βιβλίο του «Η καταγωγή του ανθρώπου», στο οποίο βρίσκουμε κάποιες ενδιαφέρουσες ιδέες για τον εξελικτικό μηχανισμό των συλλογικών συνεργατικών συμπεριφορών.
Περιγράφοντας το «κοινωνικό ένστικτο» στον άνθρωπο διαπιστώνει ότι αυτό το ένστικτο συνδέεται στενά και προάγει άλλες κοινωνικές ικανότητες, όπως η αλληλεγγύη, η συνεργασία και η συμπόνια.
Κοινωνικά «ένστικτα», δηλαδή έμφυτες συμπεριφορές που, μολονότι δεν είναι ιδιοτελείς και ανταγωνιστικές, ενισχύονται από τη φυσική επιλογή επειδή είναι επωφελείς για την οικογενειακή ή την κοινωνική ομάδα, και ευρύτερα για τη φυλή και τον πληθυσμό που ανήκουν οι μεμονωμένοι οργανισμοί! Μια πολυεπίπεδη, ευέλικτη και αντιδογματική περιγραφή των εξελικτικών μονάδων πάνω στις οποίες ασκείται η φυσική επιλογή.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι σύγχρονοι και επίγονοι του Δαρβίνου δεν διδάχτηκαν πολλά από την επιστημολογική ευελιξία του δασκάλου τους.
Για παράδειγμα, ο Αλφρεντ Ράσελ Ουάλας (A. R. Wallace), που μαζί με τον Δαρβίνο ανακάλυψε τον μηχανισμό της φυσικής επιλογής, μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν πεπεισμένος ότι η διεργασία της εξέλιξης δεν θα καταφέρει ποτέ να εξηγήσει το μυστήριο του ανθρώπινου πνεύματος.
Ομως, ακόμη και ο Τ. Χ. Χάξλεϊ, ο επονομαζόμενος και «μπουλντόγκ» του Δαρβίνου, δεν πίστευε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα ερμηνείας των αλτρουιστικών συμπεριφορών στον άνθρωπο ή στα ζώα, επειδή θεωρούσε τη συνεργατικότητα και την αλληλεγγύη υποκριτικές συμπεριφορές που κρύβουν βαθύτερες ιδιοτελείς σκοπιμότητες.
Μια τυπική ιδεολογική εμμονή της βικτοριανής Αγγλίας αλλά και ευρύτερα της δυτικής σκέψης τον 18ο-19ο αιώνα, με την ανταγωνιστικότητα και την απάνθρωπη βιαιότητα της Φύσης, που όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, οδήγησε σε εσφαλμένες κοινωνικές αντιλήψεις για την ανθρώπινη φύση, όπως ο κοινωνικός δαρβινισμός και ο ρατσισμός.
Λευτέρης Ζούρος: Η βιολογική εξέλιξη είναι ηθοπλαστική
Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, ιδρυτικό μέλος του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών «Βιοηθική» του ιδίου Πανεπιστημίου και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ο Λευτέρης Ζούρος είναι κορυφαίος Ελληνας εξελικτικός βιολόγος και συγγραφέας δύο αξιόλογων βιβλίων: του «Ας συμφιλιωθούμε με τον Δαρβίνο» και του «Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό», που κυκλοφορούν από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Ως ένα έγκυρο σχόλιο στα όσα υποστηρίξαμε στα τελευταία μας άρθρα σχετικά με το βιολογικό ρίζωμα της ανθρώπινης ηθικής, προτείνουμε ένα μέρος της συνέντευξης που μας είχε παραχωρήσει ο Λ. Ζούρος με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του.
● Γιατί στο βιβλίο σας «Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό» υποστηρίζετε ότι είναι όχι μόνο εφικτή αλλά και απαραίτητη η διεύρυνση της βιολογικής έρευνας ώστε να συμπεριλάβει τη διαχρονική ανάγκη του είδους μας για ηθική και ποιες συνέπειες θα έχει για τα ανθρώπινα ήθη η συνειδητοποίηση ότι αποτελούν το προϊόν μιας, εξ ορισμού, τυφλής και άσκοπης εξελικτικής διεργασίας;
Στο βιβλίο με τη λέξη «ηθική» εννοώ ένα σύνολο κανόνων συμπεριφοράς. Για άλλους η λέξη σημαίνει πολύ περισσότερα. Θεωρώ ότι η συμπεριφορά είναι εκ του κόσμου τούτου για τον κόσμο τούτον, αποτελεί δηλαδή φυσικό χαρακτηριστικό για κάθε μορφή ζωής, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου.
Αν δεν τη θεωρήσω φυσικό προϊόν, τότε αυτομάτως την τοποθετώ έξω από τον χώρο της επιστήμης και το βιβλίο μου είναι «εκτός θέματος», αφού από την αρχή ξεκαθαρίζω ότι θα καταπιαστώ με την ηθική που επιδέχεται επιστημονική προσέγγιση.
Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό αποτελεί μια αξιωματική θέση. Για να συμφωνήσω θα πρέπει να με πείσει ότι υπάρχει και άλλος, μη επιστημονικά ανιχνεύσιμος, δρόμος προς την ηθική.
Νομίζω όμως ότι αυτή η θέση είναι περισσότερο «αξιωματική» από τη δική μου.
Για παράδειγμα, κάποιες ράτσες σκυλιών είναι πιο υποτακτικές, πιο πιστές, πιο φιλικές από κάποιες άλλες. Και δεν αμφιβάλλουμε ότι αυτά αποτελούν φυσικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των σκύλων, γιατί κληρονομούνται με την ίδια πιστότητα όπως και το χρώμα των μαλλιών τους.
Ισως κάποιοι να διαμαρτυρηθούν ότι βάζω τον άνθρωπο στην ίδια «μοίρα» με τον σκύλο! Θα κρατήσω τη «σκληρή» γραμμή και θα τους αντιτείνω: Γιατί όχι; Στο ερώτημα αυτό αναμένω μια απάντηση που δεν θα ερωτοτροπεί με υπερβατικές ανησυχίες.
Γιατί, άραγε, να επιμένουμε σ’ έναν κόσμο όπου επικρατεί ένα αγεφύρωτο χάσμα, από τη μια μεριά όλες οι μορφές της ζωής και από την άλλη μόνο ο άνθρωπος;
Τι έκανε ο Δαρβίνος; Κατέλυσε το χάσμα. Εμείς, αντίθετα, προσπαθούμε να το κρατήσουμε. Μολονότι ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει για το πώς κυκλοφορεί το αίμα στις φλέβες μας, επιμένουμε ότι ισχύει για τον «πνευματικό μας κόσμο», οτιδήποτε κι αν αυτό σημαίνει.
Ποια από τις δύο θέσεις που ανέφερα προηγουμένως είναι πιο συνεπής με την πορεία της βιολογικής μας ιστορίας;
Μήπως, εν τέλει, αυτή που εγώ πρεσβεύω δεν είναι καν αξιωματική, αλλά η μόνη δυνατή;
Οσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, ας πάμε πίσω στο 1859 όταν δημοσιεύτηκε το καταλυτικό βιβλίο του Δαρβίνου «Περί της καταγωγής των ειδών». Και τότε τέθηκε ακριβώς η ίδια εναγώνια ερώτηση με αυτήν που θέτετε.
Ρωτώ: Είμαστε χειρότεροι ως κοινωνία τώρα που γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος και ο χιμπατζής είχαν έναν κοινό πρόγονο που έζησε πριν από περίπου 6 εκατομμύρια χρόνια; Η απάντησή μου είναι ότι είμαστε καλύτεροι.
● Ως βιολόγος καταφεύγετε στην εξελικτική θεωρία για να εξηγήσετε την προέλευση και την παρουσία όλων των βιολογικών φαινομένων, άρα και των ανθρώπινων. Υπάρχουν άραγε κάποιες ιδιαίτερες ανθρώπινες συμπεριφορές -ατομικές ή συλλογικές- που είτε εξαιρούνται από αυτή την εξηγητική αρχή είτε δεν επιδέχονται (ακόμη;) μια εξελικτική ερμηνεία;
Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Θα πρέπει όμως να κάνω μια διευκρίνιση. Στην ερώτησή σας αντικαθιστώ το «εξελικτική ερμηνεία» με το «επιστημονική ερμηνεία».
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει άλλος επιστημονικός δρόμος να ερμηνεύσουμε οποιαδήποτε ιδιότητα της ζωής παρά μόνο μέσα από την εξέλιξη.
Για να εξαιρέσω κάποιες ανθρώπινες δραστηριότητες θα πρέπει να δεχθώ ότι δεν εμπίπτουν στο φαινόμενο της ζωής. Αυτό μας οδηγεί στην προηγούμενη ερώτηση.
Φυσικά δεν μπορώ να αποκλείσω ότι κάποια στιγμή θα προκύψει ένα εντελώς διαφορετικό επεξηγηματικό μοντέλο. Στην επιστήμη δεν μιλούμε με βεβαιότητες.
Πάντως, μέχρι σήμερα το εξελικτικό μοντέλο έχει αποδειχτεί τόσο ισχυρό όσο πολύ λίγες άλλες θεωρίες στο σύνολο των επιστημών.