15.12.2017, 14:01 | εφσυν
Τα τελευταία χρόνια οι αποκαλύψεις για τις σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες και τον εκφυλισμό τους έχουν τη μορφή κυριολεκτικά χιονοστιβάδας. Κυβερνήσεις που, παραβιάζοντας όλους τους νόμους, παρακολουθούν συστηματικά την ιδιωτική ζωή και τη δημόσια δράση των πολιτών τους.
Πρόεδροι και πρωθυπουργοί που εξαπατούν τους λαούς τους συνειδητά, προκειμένου να τους σύρουν σε επιθετικούς πολέμους με διάφορα προσχήματα. Τραπεζίτες που οδηγούν την παγκόσμια οικονομία στο χείλος της καταστροφής με κερδοσκοπικά παιχνίδια και παραμένουν ατιμώρητοι στη θέση τους, εάν δεν προάγονται κιόλας.
Το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που κατέχει περισσότερο πλούτο από το υπόλοιπο 99%, με τα ποσοστά της ανισότητας να σπάνε κάθε ρεκόρ στην Ιστορία. Μέλη της οικονομικής και πολιτικής ελίτ που, εκμεταλλευόμενα τις γκρίζες ζώνες των νόμων που οι ίδιοι έφτιαξαν, φοροδιαφεύγουν, φοροαποφεύγουν και αποκρύπτουν τον πλούτο τους σε φορολογικούς παραδείσους.
Από την άλλη, θαρραλέοι άνθρωποι (πρώην στελέχη, insiders, πληροφοριοδότες, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι, ακτιβιστές, νομικοί κ.λπ.) όλο και συχνότερα συλλέγουν στοιχεία, ερευνούν, διακινδυνεύουν ακόμα και τη ζωή τους και τελικά σπάνε τον κώδικα της σιωπής, αποκαλύπτοντας κρίκους της αλυσίδας της διαφθοράς και της κατάχρησης εξουσίας.
Και το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι: «Ε, και;». Βλέπουμε ένα είδος ανοσίας στις αποκαλύψεις να κυριαρχεί στους πολίτες, το οποίο αξίζει πραγματικά την προσοχή μας. Πρόσφατα σε άρθρο του ένας συνεργάτης του «Γκάρντιαν» έθετε το ερώτημα «πόσες αποκαλύψεις μπορούμε να χωνέψουμε;».
Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του «Η κοινωνία των ίσων» (Πόλις), ο Γάλλος κοινωνιολόγος Πιερ Ροζανβαλόν μάς θυμίζει τον κληρικό Ζακ Μπενίν Μποσιέ, ο οποίος είπε το περίφημο: «Ο Θεός γελά με τους ανθρώπους που παραπονιούνται για τις συνέπειες, ενώ αγαπούν τις αιτίες». Ο Ροζανβαλόν προτείνει να μελετήσουμε αυτό που ονομάζει «παράδοξο του Μποσιέ», το οποίο, όπως λέει, βρίσκεται στη ρίζα της σύγχρονης σχιζοφρένειας.
«Σήμερα, καταγγέλλουμε τις επαχθείς πραγματικές ανισότητες, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουμε σιωπηρά ως νόμιμες τις πηγές της ανισότητας που βρίσκονται από πίσω τους… Οι άνθρωποι αποκηρύσσουν γενικά αυτό στο οποίο συγκατατίθενται ειδικά». Επικαλείται έρευνα στη Γαλλία, σύμφωνα με την οποία το 90% θεωρεί αναγκαία τη μείωση των εισοδηματικών διαφορών και λέει ότι για να είναι δίκαιη μια κοινωνία θα πρέπει να εγγυάται σε όλους την ικανοποίηση των βασικών αναγκών.
Ταυτόχρονα, το 57% υποστηρίζει ότι οι εισοδηματικές ανισότητες είναι αναπόφευκτες για να είναι δυναμική μια οικονομία και το 85%, ότι είναι αποδεκτές όταν ανταμείβουν τις διαφορετικές ικανότητες των ατόμων.
Φυσικά το «παράδοξο» είναι μόνο κατ’ όνομα τέτοιο, διότι όλα έχουν την εξήγησή τους.
Πρώτα απ’ όλα η κοινωνική συνείδηση δεν αναπτύσσεται ευθύγραμμα και είναι από τη φύση της αντιφατική.
Κατά δεύτερον, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τα φαινόμενα πολιτικής αλλοτρίωσης, με τους πολίτες να ψηφίζουν πολύ συχνά ενάντια στο συμφέρον τους και παράλληλα να είναι απολύτως παθητικοί.
Τρίτον, οι μηχανισμοί προπαγάνδας έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ, ώστε η σύγχυση διαχέεται σαν χείμαρρος στην κοινωνία από τα εξαγορασμένα ΜΜΕ, τις δεξαμενές σκέψης, τα διάφορα Ινστιτούτα και τις κατευθυνόμενες δημοσκοπήσεις.
Εδώ έρχεται, βέβαια, το θέμα της ατομικής και κοινωνικής ευθύνης – να μάθουμε, να ψάξουμε και να συμμετάσχουμε. Να συνδέσουμε λογικά τις συνέπειες με τις αιτίες για όσα ζούμε γύρω μας. Διαφορετικά, θολούρα, σύγχυση, απάθεια και υποταγή. Τι θέλουμε τελικά;