08.05.2018, 15:09 | εφσυν
Συχνά ο σύγχρονος άνθρωπος –έκθαμβος μπροστά στα θαυματουργά, και δυστυχώς όχι πάντα μονοσήμαντα ευεργετικά επιτεύγματα της τεχνοεπιστήμης– αγνοεί αυτό που ο Ρουσό ήδη ουσιαστικά υποστήριζε κατά την εποχή του Διαφωτισμού, όταν, επιζητώντας την επιστροφή στην ιδέα της φύσης και ασκώντας έντονη κριτική στον τεχνικό πολιτισμό, εξυμνούσε τον φυσικό άνθρωπο και την αρμονική του συνύπαρξη με το περιβάλλον.
Αυτό που επιθυμώ να υποστηρίξω δεν είναι μια αντιεπιστημονική και αντιτεχνολογική θέση. Πώς θα το μπορούσα άλλωστε αυτό, έπειτα από μια διακονία του χώρου αυτού επί τουλάχιστον μια τριακονταετία; Επισημαίνω μόνο την επικίνδυνη και βέβαια αλαζονική υποτίμηση, από τους «πεφωτισμένους» ειδήμονες των σύγχρονων τεχνοεπιστημονικά αναπτυγμένων κοινωνιών, της σοφίας που έχουν να μας μεταδώσουν κοινωνίες και φυλές ανθρώπων που ζουν αυθεντικά κοντά και σε αρμονία με τη φύση.
Αλλωστε, ποτέ το πρόβλημα δεν ήταν, ούτε πρόκειται ποτέ να είναι, με την επιστήμη και με την τεχνολογία, που είναι ευλογίες για την ανθρωπότητα. Το πρόβλημα δυστυχώς ήταν, και θα είναι όπως φαίνεται πάντοτε, με το ίδιο μας εγωιστικό, αλαζονικό, άπληστο και τελικά ακαλλιέργητο κεφάλι. Είναι καλό όταν από τους κάμπους, όλοι και όλες μας, περνάμε στα campus, αλλά είναι περισσότερο καλό και όταν δεν ξεχνάμε τη σοφία των τόπων από όπου ξεκινήσαμε.
Δεν είναι μόνο η σοφία των ανθρώπων αυτών που θα έπρεπε να μας ξαφνιάζει ανησυχητικά για τη δική μας ουσιαστική αμορφωσιά, ακόμη και καθαρά επιστημονική, αλλά και για την τεχνοεπιστημονική αφροσύνη μας, παρ’ όλους ενδεχομένως τους επιστημονικούς τίτλους που μπορεί να φέρουμε.
Πριν όμως προχωρήσουμε στην ανάδειξη της παγκόσμιας αμορφωσιάς μας σε προβλήματα απλής αριθμητικής και της μεθόδου των τριών, ας ακούσουμε με προσοχή, και τον πρέποντα σεβασμό, τους Ινδιάνους της φυλής Χάιντα, στον Καναδά, που μας υπενθυμίζουν ότι «δεν κληρονομούμε τη Γη από τους προγόνους μας, τη δανειζόμαστε από τα παιδιά μας».
Και δεν είναι βέβαια η σοφία αυτής μόνο της ινδιάνικης φυλής. Παρόμοιες απόψεις εκφράζουν με ιερή σοβαρότητα και άλλες ανθρώπινες κοινωνίες που ζουν περισσότερο κοντά στη φύση από όλους εμάς τους περισσότερο «πολιτισμένους». Πόθεν λοιπόν η σοφία αυτών των ανθρώπων και πόθεν η δική μας «πεφωτισμένη» αφροσύνη;
Ας μου επιτραπεί η σύντομη αναφορά στην παντελή έλλειψη βασικών, βασικότατων γνώσεων αριθμητικής, έλλειψη των ειδικών τεχνικών επιστημόνων και συμβούλων κυβερνήσεων και παγκόσμιων οργανισμών, σε βασικές γνώσεις της μεθόδου των τριών, έλλειψη που διόλου δεν τους περιποιεί τιμή και ίσως θα μπορούσε και να τους βοηθήσει να συνειδητοποιήσουν τις ευθύνες τους. Χρειάζονται άραγε ιδιαίτερες γνώσεις αριθμητικής, για να λύσει κανείς το ακόλουθο απλούστατο πρόβλημα;
Αν εκατό άνθρωποι, δουλεύοντας επί οκτώ ώρες ημερησίως κατεδαφίζουν ένα ωραίο παραδοσιακό κτίριο σε τέσσερις μήνες, σε πόσους μήνες θα το κατεδάφιζαν αν δούλευαν διακόσιοι άνθρωποι, με το ίδιο ωράριο; Ε, ελάτε τώρα να κατανοήσουμε πώς γίνεται και δεν γνωρίζουν οι παγκόσμιοι ειδήμονες, όλοι αυτοί που έχουν τελειώσει τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια του κόσμου, αυτή την απλή απάντηση. Γίνεται, γιατί απλούστατα βέβαια δεν πρόκειται για ουσιαστικώς άριστα, σε απόλυτη δηλαδή κλίμακα, πανεπιστήμια, αλλά για σχετικώς άριστα.
Οταν δυόμισι περίπου δισεκατομμύρια άνθρωποι (αυτοί είναι που ευημερούν ή σχεδόν ευημερούν σήμερα) χρειάστηκε να δουλέψουν, με έναν συγκεκριμένο ενεργειακό τρόπο, επί έναν περίπου αιώνα για να φέρουν τον πλανήτη στα πρόθυρα της καταστροφής –ας μην λησμονούμε ότι από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι τις μέρες μας έχουμε εξαπλάσια περίπου τεχνοεπιστημονική ανάπτυξη, σε σύγκριση με την ανάπτυξη που είχε σημειωθεί από τον 17ο μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα– τότε πόσο γρήγορα θα επέλθει η ολική καταστροφή του πλανήτη, όταν άλλα, όχι μόνο δυόμισι αλλά επτάμισι, και βάλε, δισεκατομμύρια θα επιχειρήσουν σε λίγο, και ποιος θα είχε το δικαίωμα να τους το αρνηθεί (αφήστε τον καπιταλισμό) να αποκτήσουν τάχιστα, με τον ίδιο ή και εντονότερο ενεργειακό τρόπο, την πολυπόθητη τεχνοεπιστημονική ανάπτυξη και πρόοδο, με ή χωρίς εισαγωγικά;
Η ανθρωπότητα περνάει στις μέρες μας μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της ιστορίας της. Και αυτό δεν είναι μια τεχνοφοβική, αβασάνιστη και ανίδεη άποψη. Στη συγκεκριμένη αυτή στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας, η αμφισημία και η αντιφατικότητα των εννοιών της προόδου και του τεχνοπολιτισμού, η επικίνδυνη για την παραπέρα πορεία μας ανθρωπολογική ασυμμετρία, όπως την ονομάζω, μεταξύ της τεράστιας τεχνοεπιστημονικής ανάπτυξης από τη μια μεριά και της πράγματι επιθυμητής και ουσιαστικής ανθρώπινης εσωτερικής εξέλιξης, από την άλλη, αλλά και η δύσκολη καθημερινή μάχη όλων μας να αποφύγουμε τον ατομικισμό, χωρίς ωστόσο να χαθούμε μέσα στον περίτεχνα ομογενοποιημένο και παγκοσμιοποιημένα προετοιμασμένο κοινωνικοπολιτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό και πολιτισμικό χυλό, δεν μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε για το μέλλον της ανθρωπότητας και ολόκληρου του πλανήτη, στο παρόν σύστημα της παγκοσμιοποιημένης και τεχνοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας.
* καθηγητής Φιλοσοφίας της Τεχνοεπιστήμης στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ