Μερικές φορές ο πιο σίγουρος τρόπος να επιφέρει κανείς αλλαγές είναι να αντιδρά σε αυτές. Ίσως αυτό να ισχύει και στην Ιταλία όπου από τις πρόσφατες εκλογές βρέθηκαν στην εξουσία εθνικιστές και ευρωσκεπτικιστές, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα. Μαζί κέρδισαν αρκετές έδρες για να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας, το οποίο και επιχείρησαν επί δύο εβδομάδες και αν και τα δύο κόμματα άμβλυναν την αντιευρωπαϊκή τους ρητορική, επέλεξαν ως υπουργό Οικονομικών ένα πρόσωπο που θέλει την Ιταλία εντός Ευρωζώνης.
Κατόπιν, σε μια κίνηση που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, ο Ιταλός πρόεδρος της Δημοκρατίας, άσκησε βέτο μη αποδεχόμενος τον προτεινόμενο για το υπουργείο Οικονομικών. Μάλιστα επέλεξε για υπηρεσιακό πρωθυπουργό ένα πρώην στέλεχος του ΔΝΤ που θα σχηματίσει κυβέρνηση τεχνοκρατών που θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές.
Με απλά λόγια ο πρόεδρος παρέκαμψε τη θέληση του λαού. Τοποθέτησε επικεφαλής της κυβέρνησης το στέλεχος ενός οργανισμού, τον οποίο κατήγγειλαν οι νικητές των εκλογών και του έδωσε εντολή να συνεχίσει την πολιτική που οι νικητές υπόσχονταν να αλλάξουν. Απέδειξε παράλληλα όμως πόσο εύθραυστος ήταν ο υπό σχηματισμό συνασπισμός Πέντε Αστέρων – Λέγκας.
Το ευρωπαϊκό πρόβλημα
Οι αντίπαλοί του τον κατηγορούν, οι οπαδοί του τον επαινούν, ενώ οι ουδέτεροι παρατηρητές βλέπουν απλώς το τι έγινε, το αποτέλεσμα της μεταμόρφωσης της ιταλικής πολιτικής. Η τακτική του προέδρου να προκαλέσει νέες εκλογές, ελπίζοντας σε άλλο αποτέλεσμα μπορεί να αποδώσει, καθώς η πλειοψηφία των Ιταλών είναι υπέρ της Ευρώζωνης.
Όμως, επιθυμούν να αποφασίζουν μόνοι τους. Έτσι είναι πιθανόν οι δυνάμεις που έφεραν στην αρχή τα Πέντε Αστέρια και τη Λέγκα να διογκωθούν, ειδικά αν οι Ιταλοί πιστέψουν πως η δημοκρατία τους κινδυνεύει. Τους επόμενους μήνες η ιταλική πολιτική θα έχει απήχηση σε χώρες όπως η Πολωνία, η Τσεχία ή η Ουγγαρία που δεν υπολογίζουν πια την εξουσία των Βρυξελλών.
Η ΕΕ αναμφίβολα αποδέχτηκε την απόφαση του Ιταλού προέδρου να αντικαταστήσει μια εκλεγμένη κυβέρνηση με μια προσωρινή, αλλά λιγότερο εχθρική εναντίον της. Το ζήτημα είναι αν ο Ιταλός πρόεδρος έδρασε στο πλαίσιο του ιταλικού συντάγματος. Πράγματι έτσι έγινε, αλλά στην πραγματικότητα ανέτρεψε τα αποτελέσματα των εκλογών και θεωρήθηκε ως ελιγμός των ηττημένων κατά των νικητών, ώστε να εμποδιστεί η εκλεγμένη κυβέρνηση να αναλάβει την εξουσία.
Το πρόβλημα της Ιταλίας είναι προφανές. Η κρίση είναι δεδομένη. Η Ιταλία είναι μια μεγάλη χώρα και ιδρυτικό μέλος της ΕΕ. Οι πολίτες της εξέλεξαν κόμματα που σχημάτισαν μια αντιευρωπαϊκή κυβέρνηση. Ο πρόεδρος την διέλυσε. Το πρόβλημα της ΕΕ είναι λιγότερο εμφανές. Οι Ευρωπαίοι θα υποστηρίξουν τον πρόεδρο στο στενό συνταγματικό πλαίσιο. Θα δεχτούν επίθεση όμως στο ευρύτερο πεδίο που αφορά τη δημοκρατία.
Όμως πιο αποκαλυπτική είναι η θεμελιώδης αδυναμία της ΕΕ και οι περιορισμένες απαντήσεις που έχει. Αν απλώς αποδεχθεί την ακύρωση ελεύθερων εκλογών δείχνει απεγνωσμένη, αντιδημοκρατική και με επιλεκτική ηθική. Αν πάρει μέτρα κατά της Ιταλίας –κάτι που μάλλον δεν θα γίνει– θα υπονομεύσει τους υποστηρικτές της στην Ιταλία και αλλού. Τα πράγματα γίνονται όλο και δύσκολα για την ΕΕ.
ΠΗΓΗ: geopoliticalfutures / Μετάφραση: slpress.gr