«Αίμα γύρω απ’ το φεγγάρι» είπε μια παλιά Καριωτίνα. «Θανατικό ορίζει». Ηταν ακριβώς το προηγούμενο βράδυ, πριν γίνει το κακό.

Μόλις το είπε, όλοι γυρίσαμε να δούμε το κόκκινο φεγγάρι που γέμιζε. Ούτε η ίδια συνέχισε να μιλά ούτε κανείς μας ζήτησε να μάθει κάτι παραπάνω. Ούτε καν οι γκρούβαλοι του νησιού που έτυχε να την ακούσουν και γύρισαν και εκείνοι να δουν (σ.σ. γκρούβαλοι: συχνά απαντώμενη κατηγορία νεολαίων στο νησί, ελαχίστως ενδιαφέρουσα ράτσα θηλαστικών, που κυκλοφορούν με ένα σακίδιο στην πλάτη, δύο πιστωτικές στην κάθε τσέπη, δηλώνουν ελεύθερα πνεύματα και «κοντά στη φύση», ενώ πλένονται με αφρόλουτρα στο ποτάμι, τίγκα στον μπάφο και το πανηγύρι). Πάντως, κανένας μας δεν ρώτησε το παραμικρό. Ηταν ήδη δυνατή η διαπίστωση που ακούστηκε και, πράγματι, το φεγγάρι έμοιαζε ματωμένο.

Είναι κάπως περίεργο το πώς αντιδρά το ανθρώπινο σώμα στη σκέψη του «κακού». Στην ιδέα ότι υπάρχει και ότι ίσως μέσω αυτού εξελίσσεται ο κόσμος. Ή μήπως απλά υπάρχει για να έχουμε δυνατότητα επιλογής; Και για ποια δυνατότητα επιλογής μιλάμε όταν γνωρίζουμε ήδη το τέλος, όταν ξέρουμε πως για όλους ο τελικός προορισμός είναι κοινός; Μήπως τελικά επιλέγουμε να θυσιάσουμε το φως για χάρη της ανταύγειας;

Φυσικά δεν ξέρω. Την τύφλα μου τη μαύρη, αυτό ξέρω. Να ρωτάω, κανένα πρόβλημα. Στις απαντήσεις, όμως… Κάποιοι βέβαια έχουν βρει τη λύση: βουτάνε στο στομάχι τους και αποκαλύπτουν. Και μετά, έρχεται η γκρίνια (αυτό πια κι αν το ζήσαμε αυτές τις μέρες. Το καλύτερο το διάβασα στον Βαξεβάνη: οδηγός χρησιμοποιεί τη ΛΕΑ, εμποδίζοντας τα ασθενοφόρα να φτάσουν στις πληγείσες περιοχές, ενώ ταυτόχρονα ακούει στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ για την «ολιγωρία του κρατικού μηχανισμού»).

Είναι κάπως περίεργο το πώς αντιδρά το ανθρώπινο σώμα απέναντι στη γνώση. Η καύση ήταν (και είναι) ίσως ο πιο δημοφιλής τρόπος αντιμετώπισης της γνώσης, ιδιαίτερα της καινοτόμου. Αυτής που συνήθως ένας (έστω λίγοι) αντιλαμβάνεται και με το που πάει να την κάνει κτήμα των πολλών, του την πέφτουν από παντού. Νεραϊδοπαρμένοι, τσαρλατάνοι, μάγιστροι κάποιας ιδιάζουσας σέχτας, μάγισσες, τρομοκράτες, επαναστάτες, κομμουνιστές, αλλοπαρμένοι, θεοί, άθεοι, διαβόλοι, τριβόλοι… όλα τα άνωθι κοσμητικά έχουν κατά καιρούς (που δεν τους λες και φωτεινούς) χρησιμοποιηθεί για να κατονομάσουν φωτισμένους, πνευματικούς ανθρώπους. Η φωτιά ήταν το πλέον διαδεδομένο μέσο αποσυμφόρησης του τόπου από δαύτους. Πλέον, και του ίδιου του τόπου.

Η μυρωδιά από τις φωτιές έφτασε ώς το νησί. Μόλις είχα φτάσει. Αργήσαμε κάποιες ώρες να το μάθουμε

Πρώτα έφτασε ο καμένος αέρας και μετά η είδηση.

Δεν μπόρεσα να βοηθήσω στο κακό (μόνο αίμα. Και οι ντόπιοι που στείλαν προμήθειες για τους πληγέντες, ανθρώπους και ζωντανά). Ούτε θα κρίνω συμπεριφορές ή αντιδράσεις. Οχι ακόμα. Οχι εδώ. Μήτε γνώμη θα εκφέρω, δεν θα εκφράσω εδώ συναίσθημα. Ας το κάνουν άλλοι που θέλουν να το δημοσιοποιήσουν – κανένα πρόβλημα. Στην παραλία ήμασταν όταν το μάθαμε. Μιλούσαμε για γεωμετρία, ένεκα που ο Πυθαγόρας ήταν από το αντικρινό νησί. Η άμμος ήταν ιδανικός τόπος για να ξεκινήσει η διήγηση. Σχήματα, τύποι και εξισώσεις μια χαρά αποτυπώνονταν πάνω της. Ολα γραμμένα σε γεωμετρική γλώσσα για να γίνουν κατανοητά.

Βλέπεις, δεν τσινάει ο εγκέφαλος όταν αποτυπώνει σχηματικά τις αλήθειες που νομίζουμε πως κρύβει το Σύμπαν και η ζωή. Ισως γι’ αυτό και η γεωμετρία θεωρείται εξαιρετική βάση για κάθε νοητική διαδικασία. Ο αναπαραστατικός τρόπος απεικόνισης βοηθά και στο να θέσεις το πρόβλημα και στο να το επιλύσεις.

Μάλιστα, τόσο την είχανε περί πολλού, που σύμφωνα με τον Κικέρωνα, όταν ο Πλάτων ναυάγησε σε άγνωστο νησί, με τους συνταξιδιώτες του να τρέμουν από τον φόβο της «μη γνώσης» του τόπου, εκείνος εξαιτίας γεωμετρικών σχημάτων που παρατήρησε στην άμμο, τους καθησύχασε λέγοντας: «Μην ανησυχείτε, εδώ κατοικούν πολιτισμένοι άνθρωποι».

Δεν ξέρω γιατί, μα η ιστορία αυτή και τα λόγια της Καριωτίνας μού έχουν καρφωθεί στο κεφάλι αυτές τις μέρες του κακού… Που, για άλλη μια φορά, εμείς φέραμε.