Η όψιμη μαζικοδημοκρατική κοινωνία χαρακτηρίζεται από την καινοτομία που αφορά στην οικονομικώς λειτουργική ενσωμάτωση στον πυρήνα του μαζικοδημοκρατικού υστεροκαπιταλιστικού συστήματος, της «συστημικής διαφθοράς» και του οργανωμένου εγκλήματος. Ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του ’80 και την επικράτηση, διεθνώς σχεδόν, του ριγκανισμού και του θατσερισμού, με τη μορφή της μονοδιάστατης «ενιαίας σκέψης» και του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού. Μοχλοί προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα χρηματιστήρια και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πρόκειται για αυτό που ονομάζεται «συμπερίληψη της διαφθοράς». Το «παραβατικό» κανονικοποιείται και από «ανωμαλία» μετατρέπεται σε προϋπόθεση της ομαλής λειτουργίας του νεοκαπιταλιστικού μηχανισμού. Η διαφθορά τείνει να αυτοαναπαράγεται μαζί με ένα σύστημα κανόνων και αξιών. Αυτό το σύστημα, παρότι διαφέρει από το νόμιμο ομόλογό του, απέχει πολύ από το να συνιστά ανομία.
Στις αναπτυγμένες χώρες, η ραγδαία αποβιομηχάνιση και η μεταφορά πλήθους παραγωγικών δραστηριοτήτων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες επιτρέπει στην εικονική οικονομία των πληροφοριοποιημένων συναλλαγών να καταλάβει το προσκήνιο. Ο καπιταλισμός των χρηματιστηρίων και των υπηρεσιών είναι πλέον εγγενώς συνδεδεμένος με το οργανωμένο έγκλημα και κυρίως:
Με τα συστήματα αναθέσεων και προμηθειών στις δημόσιες εργολαβίες και στα εξοπλιστικά προγράμματα. Κατ’ επέκταση έχουμε τις δωροληψίες και το ξέπλυμα χρήματος με βασικά πλυντήρια, ύστερα από τους υπεράκτιους μεσολαβητικούς σταθμούς, τους μεγάλους νόμιμους τραπεζικούς οργανισμούς, το real estate, την αγορά Τέχνης κτλ.
Με το πάσης φύσεως λαθρεμπόριο όπλων, καυσίμων και ναρκωτικών.
Με τις χρηματιστηριακές απάτες και τις λογιστικές μηχανορραφίες των πολυεθνικών εταιρειών, ενίοτε δε, και των ίδιων των κυβερνήσεων.
Αναδιανομή υπέρ των ισχυρών
Το οργανωμένο ή το οικονομικό έγκλημα μολοταύτα δεν αποποινικοποιείται επισήμως, επειδή, παραμένοντας ακριβώς στη σφαίρα της τυπικής παρανομίας, διασφαλίζει αποτελεσματικότερα την αναδιανομή του κοινωνικού εισοδήματος υπέρ των οικονομικά ισχυρών. Αλλά και των πολιτικών αρχηγεσιών του μαζικοδημοκρατικού νεοφιλελευθερισμού (πολιτικό χρήμα), δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ευρύτατες και χρήσιμες πολιτικές «ομηρίες».
Η διεθνής αγορά της νεοκαπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης προσπορίζεται τεράστια κέρδη, όσο ένα θεόρατο τμήμα των συναλλακτικών της δοσοληψιών παραμένει τύποις εκτός νόμου. Οι κατά καιρούς «καθαρτήριες διώξεις», τύπου «καθαρά χέρια» στην Ιταλία, υποκινούνται κατά κανόνα από αντίπαλες πολιτικοοικονομικές σπείρες. Αυτό το γεγονός προσφέρει, επιπροσθέτως, τη δυνατότητα εξαιρετικά πειστικών αλληλοεκβιασμών στις ποικίλες επιχειρηματικές συσσωματώσεις, καθώς και στο υπηρετικό πολιτικό προσωπικό των πολυεθνικών.
Το κράτος δικαίου, στις συνθήκες της ύστερης μαζικοδημοκρατικής κοινωνίας της αγοράς, ενσαρκώνει μια αντίφαση: Από τη μία προχωρεί σε μια ακατάσχετη νομοπαραγωγή των Κοινοβουλίων με στόχο την πάταξη της διαφθοράς. Από την άλλη, η ίδια η πολυνομία, ουσιαστικά, θωρακίζει τη διαφθορά. Ταυτόχρονα, όμως, το κράτος «απελευθερώνει» νομοθετικά όλες εκείνες τις οικονομικές λειτουργίες που επιτρέπουν την εμφάνιση της διαφθοράς και επιβιώνουν από αυτήν. Στην καλοπροαίρετη εκδοχή αυτού του σχήματος θα λέγαμε ότι το κράτος «κυνηγά την ουρά του».
Σε αυτούς τους «μηχανισμούς» συμπεριλαμβάνονται σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες, ημιαυτόνομες διοικητικές αρχές ημιαυτόνομων διοικητικών αρχών, δημόσιοι και ιδιωτικοί επενδυτικοί οργανισμοί, τράπεζες πλυντηρίου μαύρου επενδυτικού κεφαλαίου και περιφερειακοί άρχοντες. Στους προαναφερθέντες συγκαταλέγονται και κομματάρχες, εκδότες, επικοινωνιολόγοι, thinκ tanks και δημοσιογράφοι, αστυνομικές αρχές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, ερευνητικά ινστιτούτα, νονοί του υποκόσμου που εργάζονται ταυτόχρονα ως εισπράκτορες της πολιτικής νομενκλατούρας κλπ.
Κάστα επαγγελματιών πολιτικών
Έχει συγκροτηθεί μια πανίσχυρη διεθνώς δικτυωμένη κάστα επαγγελματιών πολιτικών, κομματικά διορισμένων ή αφειδώς χρηματοδοτούμενων. Αυτή η κάστα αλώνει τα κοινοβούλια και προάγει νομιμοφανώς ή ιεροκρυφίως, δια του νόμιμου παραγωγικού πληθωρισμού της λομπίστικης συναλλαγής και των υπόγειων διευθετήσεων και μεσολαβήσεων μεταξύ ιδιωτών και κρατικού ιστού, ιδιοτελείς επιδιώξεις πλουτισμού και κοινωνικής ανέλιξης.
Παρέχουν, ταυτόχρονα, εξειδικευμένες υπηρεσίες στους αυθεντικούς παραθεσμικούς εργοδότες τους, δηλαδή τους επιχειρηματίες, κατασκευαστές, προμηθευτές, εκδότες ΜΜΕ και το, εθνικά ή υπερεθνικά, οργανωμένο έγκλημα. Το τελευταίο ελέγχει πλέον τεράστιο ποσοστό των κινήσεων της ελεύθερης αγοράς. Έχουμε την παντοκρατορία των offshore εταιρειών στους ελεγχόμενους από μαφιόζικα συμπλέγματα φορολογικούς παραδείσους.
Παράλληλα, οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες διαβρώνονται θεσμικά από επιχειρηματικά συγκροτήματα και ποικιλώνυμες σπείρες πολιτικού υποκόσμου. Αυτές τις υποθάλπουν, συντηρούν και επιβάλλουν όλα τα καθεστωτικά κόμματα εξουσίας και οι παραφυάδες τους.Το γεγονός ότι τα κόμματα ψηφίζονται από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, δεν μεταβάλλει τη φύση τους.
Η ψήφος δεν προσδίδει ούτε αφαιρεί ηθικές αρετές, πέραν του γεγονότος ότι στις συγκυριακές μας περιστάσεις η σημασία της εκπίπτει στο επίπεδο μιας τελετουργικής συνεισφοράς στην προγραμματισμένη εναλλαγή και ελεγχόμενη κινητικότητα του επαγγελματικού πολιτικού προσωπικού. Ακούγεται ακραίο αλλά είναι ακριβές: Οι κυβερνήσεις, στις δυτικές δημοκρατίες τείνουν να λειτουργούν ως ιδιωτικοοικονομικές επιχειρήσεις με συνεταίρους μονοπωλιακά και ολιγοπωλιακά συγκροτήματα. Νομοθετούν ενάντια σε οποιονδήποτε ορθολογισμό της αγοράς ή οποιονδήποτε υγιή ανταγωνισμό.
Ο νεοφιλελευθερισμός της μαζικοδημοκρατικής εποχής, είναι το καθεστώς της πολιτικοεπιχειρηματικής ανομίας ανοιγμένο σε πλανητικά μεγέθη. Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός της παγκοσμιοποίησης και το νομικό της εποικοδόμημα είναι δύο πόλοι μιας πρώτης διαλυτικής αντίθεσης, στα σπλάχνα του ύστερου καπιταλισμού. Ο ηττημένος, εν προκειμένω, είναι απαράγραπτα ο νόμος. Ακόμη και όταν πρόκειται για φιλελεύθερης έμπνευσης.
Οι συνέπειες είναι οδυνηρές για τους πάσης φύσεως εργαζόμενους. Η ανισοκατανομή του πλούτου έχει ξεπεράσει ακόμη και την αντίστοιχη του 19ου αιώνα. Όλες οι κατακτήσεις των εργαζομένων αναιρούνται κάθε μέρα. Οι ιδιωτικές δυνάμεις της οικονομίας θέλουν ανοικτούς δρόμους για να κατακτήσουν μεγάλες περιουσίες. Καμία νομοθεσία δεν πρέπει να τους στέκεται εμπόδιο.