28.01.2019, 18:45 |εφσυν
Ξεκινώντας από λίγες εγκαταστάσεις, κυρίως στη Μέση Ανατολή τη δεκαετία του 1960, σήμερα λειτουργούν περισσότερες από 16.000 μονάδες αφαλάτωσης σε 177 χώρες, οι οποίες παράγουν καθημερινά 95 εκατομμύρια κυβικά μέτρα γλυκού νερού, ποσότητα που ισοδυναμεί με τη ροή πάνω από τους καταρράκτες του Νιαγάρα.
Η πτώση του οικονομικού κόστους της αφαλάτωσης και η ανάπτυξη τεχνολογιών μεμβρανών, ιδιαίτερα της αντίστροφης ώσμωσης, έχουν καταστήσει την αφαλάτωση ανταγωνιστική από πλευράς κόστους και ελκυστική πηγή γλυκού νερού σε όλο τον κόσμο.
Η αύξηση της χρήσης της αφαλάτωσης προήλθε από την κορύφωση της λειψυδρίας, λόγω των αυξανόμενων απαιτήσεων για νερό που συνδέονται με την αύξηση του πληθυσμού, την αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης νερού και την οικονομική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τη μείωση της παροχής νερού λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ρύπανσης.
Σε παγκόσμιο επίπεδο περίπου μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι αντιμετωπίζουν έλλειψη νερού όλο τον χρόνο, ενώ για 1,5 έως 2 δισεκατομμύρια ανθρώπους οι υδάτινοι πόροι είναι ανεπαρκείς για να καλύψουν τις απαιτήσεις για τουλάχιστον ένα μέρος του έτους.
Οι τεχνολογίες αφαλάτωσης μπορούν να παρέχουν απεριόριστη, κλιματικά ανεξάρτητη και σταθερή παροχή νερού υψηλής ποιότητας που χρησιμοποιείται κυρίως από τον δημόσιο και τον βιομηχανικό τομέα.
Σήμερα η αφαλάτωση είναι μια αναγκαία τεχνολογία στη Μέση Ανατολή και για τα μικρά νησιωτικά έθνη που συνήθως δεν διαθέτουν ανανεώσιμες πηγές νερού.
Τις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με προβλέψεις, ο αριθμός των μονάδων αφαλάτωσης θα αυξηθεί για να σβήσει την αυξανόμενη δίψα για γλυκό νερό σε σπίτια, βιομηχανικές εγκαταστάσεις και αγροκτήματα.
Ωστόσο, αυτός ο ταχέως αυξανόμενος αριθμός των εγκαταστάσεων αφαλάτωσης δημιουργεί ένα αλμυρό δίλημμα: πώς θα αντιμετωπίσουμε τις ποσότητες της φορτωμένης με χημικά εναπομένουσας άλμης, που δημιουργείται ως απόβλητο της επεξεργασίας του θαλασσινού νερού, προκειμένου να μετατραπεί σε πόσιμο;
Ιδιαίτερα όταν, σύμφωνα με ανάλυση ενός συνόλου στατιστικών στοιχείων για τις μονάδες αφαλάτωσης στον κόσμο που πραγματοποίησαν ερευνητές του Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υδάτων, Περιβάλλοντος και Υγείας του ΟΗΕ (UNU-INWEH), ο συνολικός όγκος της άλμης που παράγεται είναι περίπου 50% μεγαλύτερος από ό,τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι μονάδες αφαλάτωσης αποφορτώνουν σήμερα 142 εκατομμύρια κυβικά μέτρα άλμης κάθε μέρα. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι για κάθε μονάδα παραγωγής γλυκού νερού, οι μονάδες αφαλάτωσης παράγουν κατά μέσο όρο 1,5 μονάδα άλμης (αν και οι τιμές ποικίλλουν δραματικά, ανάλογα με την αλατότητα του θαλασσινού νερού, την τεχνολογία αφαλάτωσης που χρησιμοποιείται και τις τοπικές συνθήκες).
Πού εντοπίζεται
Περίπου τα δύο τρίτα των μονάδων αφαλάτωσης βρίσκονται σε χώρες υψηλού εισοδήματος, οι οποίες συγκεντρώνονται στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Και πάνω από το ήμισυ (55%) αυτού του αλατιού-απόβλητου των μονάδων αφαλάτωσης παράγεται σε τέσσερις μόνο χώρες: τη Σαουδική Αραβία (22%), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (20,2%), το Κουβέιτ (6,6%) και το Κατάρ (5,8%).
Οι μονάδες αφαλάτωσης στη Μέση Ανατολή, οι οποίες λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό με τη χρήση θαλασσινού νερού και τεχνολογιών θερμικής αφαλάτωσης, τυπικά παράγουν τέσσερις φορές περισσότερη ποσότητα άλμης ανά κυβικό μέτρο καθαρού νερού, σε σχέση με τις μονάδες που χρησιμοποιούν νερό ποταμών όπου κυριαρχούν οι τεχνολογίες μεμβρανών, όπως στις ΗΠΑ.
Εν τω μεταξύ οι μέθοδοι διάθεσης του αλατιού που παράγεται υπαγορεύονται σε μεγάλο βαθμό από τη γεωγραφία, αλλά παραδοσιακά περιλαμβάνουν την άμεση απόρριψη στη θάλασσα, σε επιφανειακά ύδατα ή σε συστήματα αποχέτευσης, σε λεκάνες διήθησης και σε λίμνες εξάτμισης.
Οι μονάδες αφαλάτωσης πλησίον της θάλασσας (σχεδόν 80% της άλμης παράγεται εντός 10 χιλιομέτρων από την ακτογραμμή) ρίχνουν συχνότερα ανεπεξέργαστη άλμη απευθείας στο θαλάσσιο περιβάλλον. Η άλμη αυξάνει την αλατότητα του θαλάσσιου ύδατος που τη λαμβάνει και η υπορροή της άλμης μειώνει το διαλυμένο οξυγόνο που απαιτείται για τη διατήρηση της ζωής στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Αυτή η υψηλή αλατότητα και τα μειωμένα επίπεδα διαλυμένου οξυγόνου μπορούν να έχουν βαθιές επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα και οργανισμούς, τα οποία μπορούν να μεταφραστούν σε οικολογικές επιπτώσεις παρατηρούμενες σε όλη την τροφική αλυσίδα.
Επιπλέον οι θάλασσες μολύνονται και με τις τοξικές χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται κατά την αφαλάτωση, όπως του αντικαθαλατωτικού χημικού διαλύματος που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των μεμβρανών και των επιχρισμάτων στη διαδικασία αφαλάτωσης με τον χαλκό και το χλώριο να προκαλούν μεγάλη ανησυχία.
Χρειάζεται διαχείριση
Οπως γίνεται ξεκάθαρο, υπάρχει ανάγκη για βελτιωμένες στρατηγικές διαχείρισης αλατιού για την αντιμετώπιση αυτής της αυξανόμενης πρόκλησης. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε χώρες που παράγουν μεγάλους όγκους άλμης.
Στην πραγματικότητα σύμφωνα με τους επιστήμονες του UNU-INWEH, μπορούμε να μετατρέψουμε αυτό το περιβαλλοντικό πρόβλημα σε οικονομική ευκαιρία. Το αλάτι έχει πολλές χρήσεις, προσφέροντας εμπορικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη.
Ωστόσο, οι τεχνολογίες αφαλάτωσης πρέπει να καταστούν πιο προσιτές οικονομικά, ώστε να επεκταθούν και στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Ευτυχώς, το κόστος μειώνεται από τις συνεχιζόμενες βελτιώσεις στις τεχνολογίες μεμβρανών, τα συστήματα ανάκτησης ενέργειας και τη σύζευξη μονάδων αφαλάτωσης με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Ταυτόχρονα, πρέπει να αντιμετωπιστούν τα δυνητικά σοβαρά μειονεκτήματα της αφαλάτωσης που αφορούν την περιβαλλοντική υποβάθμιση που προκαλεί η άλμη και τη χημική ρύπανση στο θαλάσσιο περιβάλλον που απειλεί την ανθρώπινη υγεία.