09.02.2019, 18:31 | egfsyn
Η ανάγκη του αριστερού δημοκρατικού πολιτισμού και διαλόγου αυξάνει καθώς φορτίζεται όλο και πιο πολύ αρνητικά η ατμόσφαιρα στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πολλές πλευρές έχουν χάσει το μέτρο στην εκφορά του λόγου τους. Μέθοδοι υποκόσμου και παρακράτους βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και χρησιμοποιούνται χωρίς καμιά αναστολή. Κάποιοι εκτελούν συμβόλαια για λογαριασμό τρίτων δυνάμεων με τις οποίες λέγεται ότι συναλλάσσονται. Υβρεις, ψέματα, συκοφαντίες και δυσφημιστικά μηνύματα δημοσιεύονται στα ΜΜΕ, ιδιαίτερα στα σόσιαλ μίντια.
Δεν είναι οι προσωπικές διαφορές και οι «κακοί» χαρακτήρες που οδήγησαν στην επανεμφάνιση και σε έναν βαθμό κυριαρχία της ύβρης στη δημόσια ζωή. Αντίθετα, η ανοχή σε τέτοιες συμπεριφορές τούς επέτρεψαν να βάζουν τη σφραγίδα τους στην πολιτική ατμόσφαιρα, να επεκτείνουν την παρουσία τους. Αυτές οι συμπεριφορές χρησιμοποιούνται προκειμένου να πιεστούν οι αντίπαλοι, να αμαυρωθούν αυτοί και το έργο τους. Να εκφοβιστούν, ακόμα και να εκβιαστούν όσοι δεν υποκύπτουν στις λάσπες των ειδικών στα ψέματα και στις συκοφαντίες.
Οσο δε οι φορείς των ύβρεων και της συκοφαντίας μένουν ατιμώρητοι, θα συνεχίζουν τις μονόπλευρες λασπολογίες τους. Εκείνοι δεν έχουν πρόβλημα να είναι λερωμένοι από τη λάσπη που παράγουν. Πιστεύουν ότι θα νικήσουν όλους εμάς που υπηρετούμε πιστά τον κανόνα και την κουλτούρα της δημοκρατίας. Που μάθαμε να προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους με επιχειρήματα και θετικές πρακτικές. Που δεν είμαστε ειδικοί στις μεθόδους του υποκόσμου.
Αποτελεί πρόβλημα δημοκρατίας να μη διακρίνουν πολλοί τη διαφορά ανάμεσα σε μια απαιτούμενη από τη δημοκρατία αντιπαράθεση ιδεών και πολιτικών και στον εκβιασμό. Να μην αντιλαμβάνεται ότι όταν κάποιος είναι εκβιαστής, η διαφωνία του δεν αφορά απλά το ένα ή άλλο θέμα. Κάθε άλλο. Στην ουσία ανάμεσα σε αυτόν και εμάς υπάρχει διαφορά κουλτούρας και κοσμοθεωρίας. Αξιών και αρχών.
Τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν κάποιος ενδίδει σε υβριστές και συκοφάντες και τους δίνει χώρο να εκβιάζουν. Και το χείριστο όλων, όταν κανείς διατρέχεται από την αυταπάτη ότι μπορεί να «γλιτώσει» από εκβιαστές και εκβιασμούς αν σηκώσει λευκή σημαία και υποχωρήσει σε αυτούς. Από την ψευδαίσθηση ότι μπορεί κανείς να κατευνάσει εκείνους που κινούνται με το ένστικτο του εκβιαστή, ότι μόλις τους ταΐσει θα σταματήσουν τις αθλιότητές τους. Πρόκειται για μέγιστο λάθος. Διότι όπως λέει και η λαϊκή παροιμία, «τρώγοντας έρχεται η όρεξη». Και έχουν μεγάλη όρεξη οι επαγγελματίες λασπολόγοι να διαδίδουν τις ύβρεις με τη στήριξη πολλών ΜΜΕ και να μη λογοδοτούν. Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο αν αυτοί οι τύποι διαθέτουν οργανωμένα συστήματα στήριξής τους που αναμασάνε χωρίς καμία αναστολή τα ψέματα και τις συκοφαντίες που εκτοξεύουν με στόχο να τις επιβάλουν στο ευρύ κοινό, έχοντας προηγουμένως εξασφαλίσει το ακαταλόγιστο. Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα εκβιαστές φαντασιώνονται και «αντιλαμβάνονται» τον εαυτό τους ως τον μέγιστο πολιτικό.
Τα προβλήματα που περιέγραψα πιο πάνω είναι προβλήματα δημοκρατίας και όχι προσώπων. Το κύριο δεν είναι αν ένα λαμόγιο που πουλά τρέλα βρίζει κάποιον τρίτο με τρόπο νομικό κολάσιμο. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι όσο προωθείται ευρύτερα ένας τέτοιος λόγος, υποχωρεί ανάλογα και η ποιότητα της δημοκρατίας, υποβαθμίζεται ο δημόσιος λόγος, αποτρέπονται νέοι ταλαντούχοι πολίτες να έρθουν στην πολιτική. Ουσιαστικά διώχνουν από την πολιτική τους άξιους και καθιερώνουν την έλλειψη αξίας. Εκπαιδεύουν την κοινωνία στο ψέμα και στην αγνόηση της αλήθειας. Δηλαδή, σε μια μέθοδο και σε μια συμπεριφορά μη δημοκρατική. Μέσα από αυτόν τον δρόμο ισοπεδώνουν τους καθαρούς με τη δική τους βρομιά, παριστάνοντας ταυτόχρονα τις αθώες περιστέρες.
Σήμερα υπάρχει η ανάγκη να δυναμώσει ένα μέτωπο για περισσότερη δημοκρατία και για δημόσιο διάλογο με ποιότητα, υπευθυνότητα και επιχειρήματα. Ενάντια σε αυτούς που δεν τα διαθέτουν αλλά έχουν ειδικευτεί στη συκοφαντία και στη δυσφήμηση, σε ένα άθλημα που δεν είναι το δικό μας. Αυτό το καθήκον αφορά όλους μας. Ολους εκείνους τους πολίτες που δεν επιθυμούν να αποδιοργανωθούν η δημοκρατία, οι δημοκρατικοί θεσμοί και ο δημόσιος δημοκρατικός χώρος από τους φορείς μεθόδων παρακράτους, Ακροδεξιάς, ψέματος και ύβρεων. Αν δεν το κάνουμε αυτό, θα το πληρώσουμε. Κατά συνέπεια, είναι ανάγκη να συνταχθούμε σε ένα κίνημα, σε μια πρωτοβουλία προάσπισης της ποιότητας του δημόσιου λόγου και της ατμόσφαιρας στην ελληνική κοινωνία. Ενα κίνημα που όπου χρειαστεί θα προωθήσει και τις ανάλογες νομοτεχνικές αλλαγές.
Από ορισμένες πλευρές οι σημερινές συνθήκες μού θυμίζουν την περίοδο 1963-1965. Δεν είναι ανάλογες, αλλά έχουν ορισμένες αντιστοιχίες. Εκείνο που με φοβίζει είναι ότι δίπλα στους υπονομευτές της δημοκρατίας, σε εκείνους που έφτιαξαν τα νέα ΤΕΑ και στα -ευτυχώς περιορισμένα- σταγονίδια που καταγράφονται σε ένοπλες δυνάμεις και σώματα ασφαλείας, υπάρχουν άνθρωποι καλών προθέσεων που δεν κατανοούν τους κινδύνους που διαμορφώνονται μακρόχρονα. Εμείς που ζήσαμε την ατμόσφαιρα πριν από το πραξικόπημα της χούντας, τη χούντα και τους κινδύνους που πέρασε αργότερα η δημοκρατία μας, οφείλουμε να υπερασπιστούμε μια διαφορετική ποιότητα για τη δημόσια ζωή του τόπου. Να επιβάλουμε το μέτρο και την ευθύνη. Να μην επιτρέψουμε να γίνει η χώρα ζούγκλα.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που νομίζουν ότι οι διαφωνίες που έχουν προκύψει το τελευταίο διάστημα στη δημόσια συζήτηση, με μεγάλη μάλιστα σφοδρότητα, τάχα (α) αφορούν κύρια το ζήτημα των Πρεσπών, και ότι κατά συνέπεια χωρίς αυτήν τη συμφωνία όλα θα ήταν μέλι-γάλα και (β) ότι πολλές από τις διαφωνίες είναι προσωπικές και οφείλονται στους χαρακτήρες των συμμετεχόντων σε αυτές τις διαφωνίες. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει πιο συντηρητική, ρηχή-επιφανειακή και επιπόλαια ερμηνεία από αυτές τις δύο.
Οσοι εφιστούν την προσοχή μας σε αυτά τα δύο χαρακτηριστικά κάνουν διττά λάθος. Οι Πρέσπες ήταν η αφορμή να δυναμώσουν τα αρνητικά φαινόμενα που ήδη υπήρχαν στην κοινωνία. Ομως, ποτέ η αφορμή δεν είναι η αιτία. Επιπλέον, σίγουρα οι διαφορετικές πολιτικές απόψεις και στρατηγικές έχουν ως φορείς τους πρόσωπα, κινήματα και πολιτικούς θεσμούς. Ομως, δεν μπορεί να ανάγονται περιοριστικά στα πρώτα, στα δεύτερα ή στους τελευταίους. Η δολοφονία του μαρτυρικού Φύσσα δεν ήταν αποτέλεσμα μιας προσωπικής διαφοράς, ως θα ήθελε να πρεσβεύει η Χρυσή Αυγή, αλλά μιας μέγιστης διαφοράς πολιτικής, πολιτικής κουλτούρας και συμπεριφοράς: ο δημοκράτης που δολοφονείται από τον φασίστα.
Ανάλογα είναι λάθος, και άξιο απορίας, όταν δυνάμεις της Αριστεράς υιοθετούν την πλέον ακραία δεξιά μεθοδολογία προκειμένου να εξηγήσουν τη διαφορετικότητα στο εσωτερικό της ή όταν αντιμετωπίζουν τη διαφορετικότητα ως εχθρότητα. Οι πολιτικές διαφορές πρέπει να αρθρώνονται μέσα στην Αριστερά με τρόπο που να βασίζεται στον πολιτισμό, στις αξίες και αρχές της. Κάθε διαφορετική συμπεριφορά από αυτό το πρόσταγμα (με την καντιανή έννοια της λέξης) δημιουργεί μακρόχρονα προβλήματα ταυτότητας στην ίδια και μπορεί να συμβάλει στην αποδιάρθρωση του πολιτικού λόγου και του ορθολογισμού μιας σκέψης που είναι πιστή στον διαφωτισμό.
Η Αριστερά οφείλει να τεθεί επικεφαλής αυτής της μάχης για την υπεράσπιση της δημοκρατίας απέναντι σε αντιδημοκρατικές μεθόδους και ύβρεις. Για τη διασφάλιση μιας δημοκρατικής κουλτούρας συνολικά και διαλόγου ειδικότερα. Η νικηφόρα διεξαγωγή της θα ωφελήσει τη χώρα, την κοινωνία μας, αλλά και την ίδια την Αριστερά.
*Τέως υπουργός Εξωτερικών