Στις 30 Νοεμβρίου 1925 ο δικτάτορας Πάγκαλος εξέδωσε αστυνομική διάταξη σύμφωνα με την οποία το κατώτατο άκρο της φούστας επιτρεπόταν να απέχει από το έδαφος 30 εκατοστά. Η εφαρμογή άρχισε από τις 15 Δεκεμβρίου.
Ο Μυριβήλης εμπνέεται και την απαγόρευση την κάνει θέμα σε έξι χρονογραφήματα, δημοσιευμένα από τις αρχές Δεκεμβρίου 1925 μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου 1926. Στις 4 Δεκεμβρίου γράφει τη «Γαμπονομία».
Λέει για τον Πάγκαλο πως μία από τις «λιακαδοχαρείς ημέρας έκαμε τον περίπατό του […] είδε τας Ατθίδας να διέρχονται τροτάζουσαι επί της ασφάλτου. Και επρόσεξεν ότι όλες είχαν το φουστάνι ψαλισμένο πάνω από το γόνατο». Κι έτσι έβγαλε τη σχετική διάταξη. Αναρωτιέται «αν θα τα καταφέρει να βάλει σε θεογνωρία τις γάμπες των Ελληνίδων» και προέβλεψε σωστά το τέλος «για αυτό ας μου επιτραπεί να αμφιβάλω ολίγον», καθώς θα αναπτυχθούν «κινήματα αντικαθεστωτικά, κινήματα προ πάντων… ανατρεπτικά!» και η διάταξη «θα πολεμηθεί υπό κάθε… κόμματος».
Οταν επιτρέπεται το μήκος να είναι 35 πόντους από το έδαφος, γράφει την «Ηττα του Παγκάλου», στις 8 Ιανουαρίου 1926. Ο Πάγκαλος νικήθηκε, γιατί «ενόμισε πως αρκεί το ότι είχεν όπισθέν του τον Στρατόν και τον Στόλον διά να τα βάλει έτσι στα καλά καθούμενα με την γυναικείαν γάμπαν». «Ηττήθη ήτταν δεινήν από την αήττητον γυναικείαν γάμπαν, εναντίον της οποίας τόσον αφελώς εξεστράτευσε μεθ’ όλων των κατά ξηράν και θάλασσαν δυνάμεων της Ελλάδος. Ας επέμενε αν του βαστούσε».
Προτρέπει τη γυναίκα «όχι τριάντα πέντε αλλά πενήντα πόντους ας ενεγείρει την φούσταν της υπέρ το έδαφος, με την βεβαίωσιν ότι θα εύρει προθύμους υπερασπιστάς της ιεράς αυτής υποθέσεως άπαντας τους πόντους της Ελλάδος». Συνεχίζει υπερθεματίζοντας «ας αφήσει την φούσταν της να ανέλθει εις όλα τα υψίπεδα τα οποία είναι δυνατόν να ονειροπολήσει η αναρριχητική της ικανότης».
Κανένας δικτάτορας δεν θα μπορέσει να παρέμβει, ακόμα «και όταν επί τέλους φθάσει να δένεται η μέση της φούστας περί τον γυναικείον τράχηλον, ο δε ποδόγυρός της να φθάνει μόλις την γυναικείαν μέσην». Και συνεχίζει «ας υψωθεί, αν έχει όρεξιν, ακόμη περισσότερον. Ας ανεγερθεί επί κοντού το φλογισμένο φουστάνι, διά να δυνηθείτε, αγαπητή μου επιστολογράφος, να το υψώσετε υπέρ την κεφαλήν σας ως λάβαρον αήττητον».
Περιπαικτικά διαμαρτύρεται, στις 13 Ιανουαρίου, με το χρονογράφημα «Διαμαρτύρομαι διατόρως», όταν διαπιστώνει ότι η διάταξη εφαρμόζεται στο Παρθεναγωγείο, αλλά στο Γυμνάσιο οι μαθήτριες «συντηρούν ποδόγυρον αφελέστατα περιιπτάμενον περί το γόνυ και δεν χρειάζεται παρά ολίγη κάμψις του κορμού διά να ίδη κανείς την συνέχειαν του ενδιαφέροντος γραμμικού αναγνώσματος».
Με τα αποσπάσματα αυτά διαπιστώνουμε πόσο δίκιο είχε ο Ασημάκης Πανσέληνος όταν έγραφε για τον χρονογράφο Μυριβήλη: «Για το Θεό. Μην πέσω στο χρονογραφικό σου τεριακλίκι».
* συγγραφέας, διδάκτορας Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας