Επί δεκαετίες, γράφει η “Washington Post”, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί εξυμνούσαν την επιχειρηματική ελίτ της Αμερικής, ειδικά εκείνη της Σίλικον Βάλεϊ, θεωρώντας την σωτηρία για τη χώρα. Οι κυβερνήσεις έρχονταν και παρέρχονταν, το εκλογικό σώμα παρέμενε οργισμένο και διαιρεμένο, αλλά οι πρωτοπόροι νεωτεριστές της Αμερικής υπόσχονταν μια σχετικά ανώδυνη διέξοδο απ’ αυτό το χάος. Οι εταιρείες τους παρήγαγαν μια ατελείωτη σειρά προϊόντων διατηρώντας σε οίστρο την αμερικανική οικονομία και κρατώντας σε ανοδική πορεία το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Οι φιλανθρωπίες τους αποσκοπούσαν στο να διορθώσουν μερικά από τα πιο ενοχλητικά προβλήματα της χώρας, ενώ ο ρόλος της κυβέρνησης ήταν να μην μπλέκεται στα πόδια τους.
Φοβού το μέλλον
Η συναίνεση αυτή έχει τώρα θρυμματιστεί. Για πρώτη φορά, το μέλλον του αμερικανικού καπιταλισμού αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των προεδρικών υποψηφίων και αιτία αυξανόμενης ανησυχίας μεταξύ των καπιταλιστών. Σε μέρη όπως η Σίλικον Βάλεϊ, τα σαλέ του Νταβός στην Ελβετία ή οι αίθουσες της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ, κυριαρχεί η αίσθηση ότι το «είδος» του καπιταλισμού που κάποτε έκανε την Αμερική αξιοζήλευτη στον κόσμο είναι σήμερα υπεύθυνο για την αυξανόμενη ανισότητα και τον θυμό προκαλώντας βαθιά ρήγματα στη χώρα.
«Οι Αμερικανοί εξακολουθούν να αγαπούν την τεχνολογία» λέει ο ινδικής καταγωγής βουλευτής των Δημοκρατικών και υποδιευθυντής της προεκλογικής εκστρατείας του Σάντερς, Ρο Χάνα, αλλά πολλοί απ’ αυτούς αισθάνονται ότι έχουν κλειδωθεί απ’ έξω από το οικονομικό μέλλον της χώρας και ψάχνουν κάποιον για να του ρίξουν την ευθύνη. Την ίδια ώρα, ανάμικτη με τη συνήθη φρενήρη αισιοδοξία των ανθρώπων της «κοιλάδας» για το “λαμπρό” μέλλον που έρχεται, εντείνεται ως υποψία η αίσθηση ότι η οικονομία της τεχνολογίας έχει κατά κάποιο τρόπο διαβρώσει και καταστρέψει τον καπιταλισμό.
Η ψηφιακή επανάσταση έχει επιτρέψει στους επιχειρηματίες του τεχνολογικού τομέα να στήσουν τεράστιες πολυεθνικές εταιρείες δίχως τα μεγάλα εργοστάσια που κάποτε δημιουργούσαν θέσεις εργασίας ή δίχως την ανάγκη εργατικού δυναμικού όπως τη βιομηχανική εποχή. Το αποτέλεσμα αυτής της νέας τάξης πραγμάτων είναι αποκαρδιωτικό και συνάμα εξοργιστικό για τους πολλούς: Όλο και περισσότερος πλούτος συγκεντρωμένος σε όλο και λιγότερα χέρια.
Με την τεχνολογία να εξελίσσεται, πολλοί φοβούνται ότι τα πράγματα μόνον χειρότερα μπορούν να γίνουν. Τα ρομπότ κάνουν σήμερα τη δουλειά των βιομηχανικών εργατών εξαλείφοντας τις θέσεις εργασίας τους. Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποδεκατίζει τα μαγαζιά της γειτονιάς και τα οχήματα αυτόνομης οδήγησης είναι πια έτοιμα να πάρουν τη δουλειά των επαγγελματιών οδηγών. Το επόμενο βήμα είναι οι υπολογιστές που θα μπορούν να μαθαίνουν και να σκέφτονται. Τέτοιες σκεπτόμενες μηχανές θα είναι σε θέση να διαγνώσκουν ασθένειες και παθήσεις καλύτερα και γρηγορότερα απ’ τους γιατρούς έχοντας πρόσβαση σε εξωπραγματικά για τα ανθρώπινα μέτρα μεγέθη δεδομένων από κλινικές έρευνες σ’ όλο τον κόσμο. Έτσι, μπορεί να εκτοπίσουν μεγάλο αριθμών εργαζομένων σε θέσεις γραφείου. Στο τέλος, η τρομακτική συρρίκνωση των δυνατοτήτων απασχόλησης θα ανάγκαζε τις κυβερνήσεις να καταβάλουν ένα «δωρεάν» εισόδημα στους πολίτες ώστε να καλύπτουν τις βιοποριστικές ανάγκες τους.
Χωρίς κρέας, χωρίς δουλειά…
Για τον Γκρεγκ Μπρόκμαν, πρόεδρο της Open AI (Ανοιχτή Τεχνητή Νοημοσύνη), μιας εταιρείας την σύσταση της οποίας χρηματοδότησαν αρκετοί δισεκατομμυριούχοι της Σίλικον Βάλεϊ, ένα μέλλον χωρίς δουλειά είναι το ίδιο πιθανό όπως κι ένα μέλλον χωρίς… κρέας στην ανθρώπινη διατροφή, κάτι που ήδη θεωρείται σχεδόν βεβαιότητα. Ο Μπρόκμαν ξεδιπλώνει το φουτουριστικό σενάριό του: «Μόλις δημιουργήσουμε υποκατάστατα κρέατος τόσο καλά όσο το πραγματικό, πιστεύω ότι θα αναθεωρήσουμε την αντίληψή μας για το ότι κάποτε τρώγαμε το κρέας ζώων, βλέποντάς το ως κάτι βάρβαρο και τρομερά ανήθικο. Το ίδιο θα μπορούσε να γίνει και με την εργασία σε μια μελλοντική εποχή προηγμένης Τεχνητής Νοημοσύνης. Θα κοιτάξουμε πίσω και θα πούμε: ‘Πω, πω! Ήταν τόσο τρελό και σχεδόν ανήθικο που οι άνθρωποι αναγκάζονταν να πηγαίνουν να δουλεύουν για να μπορούν να επιβιώνουν’».
Ο Χάνα ακούει τέτοιες προφητείες όλη την ώρα τον τελευταίο καιρό αλλά τις αποκηρύσσει ως επιστημονική φαντασία. Έχει επικεντρωθεί, σύμφωνα με την “Post”, στο να «επιδιορθώσει την εκδοχή του καπιταλισμού που υφίσταται σήμερα» στην Αμερική. Δεν είναι βέβαιο αν έχει κάποιο σχέδιο. Επί του παρόντος καλεί τα μεγαλοστελέχη των μεγάλων τεχνολογικών ομίλων να αφιερώνουν το 10% του χρόνου τους για να σκεφτούν το τι θα μπορούσαν να κάνουν για τη χώρα τους. Φυσικά, στο υπόλοιπο 90% θα σκέφτονται για τις εταιρείες τους…