tvxs / 10:14 | 06 Ιαν. 2022Τελευταία ανανέωση 10:28 | 06 Ιαν. 2022
Φωτεινή Λαμπρίδη
Η ταινία «Don’t look up», είναι σίγουρα η πιο πολυσυζητημένη της χρονιάς, από την ώρα τουλάχιστον που ανέβηκε στην πλατφόρμα του Netflix. Εκθειάστηκε από μεγάλο μέρος των πολιτών, κυρίως από ανθρώπους του προοδευτικού χώρου που είδαν έναν καθαρό καθρέφτη της παγκόσμιας πολιτικο κοινωνικής κατάστασης και την παρακμή των διαχειριστών της εξουσίας. «Θάφτηκε» από μέρος του «δεξιού» τύπου, έδωσε έμπνευση για memes που αντικαθιστούσαν τους πρωταγωνιστές με στελέχη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αξιοποιήθηκε έως και από τον Αλέξη Τσίπρα, που χρησιμοποίησε σε τουίτ του την ταινία για να πετάξει τα βέλη του στην κυβέρνηση.
«Η ταινία του Netflix» θυμίζει meme στο Facebook». Αυτός ήταν ο τίτλος ανυπόγραφου άρθρου της ιστοσελίδας του ΣΚΑΪ που συζητήθηκε στο διαδίκτυο ως μια απεγνωσμένη προσπάθεια του σταθμού, να υπερασπιστεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ταυτίστηκε στα μάτια πολλών θεατών με τους παρηκμασμένους ήρωες της ταινίας. «Η σάτιρα που δημιούργησε απέχει μόλις λίγα βήματα από την παρωδία και από το να γίνει ανυπόφορη» γράφει το άρθρο, ενώ ο γράφων ή η γράφουσα, υποστηρίζει ότι η ταινία του Adam McKay κατακρίνεται για την “αβάσταχτη ελαφρότητά” της.
«Μία γρήγορη ματιά στα media αρκεί για να συνειδητοποιήσεις τον διχασμό που έχει προκαλέσει το Don’t Look Up από τη στιγμή που κυκλοφόρησε στο Netflix. Η νέα ταινία του Adam McKay μπορεί να συγκέντρωσε άμεσα τους περισσότερους θεατές μέσα σε μόλις λίγες ημέρες, δεν παύει όμως να κατακρίνεται για την “αβάσταχτη ελαφρότητά” της…..Η ταινία προσπαθεί να δείξει τι γίνεται όταν πολιτικοί και μέσα εκμεταλλεύονται τη δύναμη και την απήχησή τους, επηρεάζοντας έτσι το κοινό. Στη σάτιρα, η υπερβολή σε αρκετά αστεία είναι θεμιτή, ωστόσο αυτή καμιά φορά μπορεί να αποπροσανατολίσει τους θεατές. Το κακό χιούμορ που προσπάθησε να γίνει πολιτικό αλλά δεν έφτασε ποτέ σε τέτοιο σημείο είναι και αυτό που σε κάνει όχι να μην κοιτάξεις πάνω, αλλά να μην κοιτάξεις καν την ταινία» γράφει μεταξύ άλλων το άρθρο.
«Μέχρι στιγμής βρήκαν κακό το σενάριο του “Don’t Look Up” του Netflix ο Σκάι, ο Protagon, o Beria και η Πυργιώτη. Η καλύτερη διαφήμιση» γράφει ένας από τους χιλιάδες σχολιαστές που καταπιάστηκαν με το θέμα στο διαδίκτυο. Η αλήθεια όμως είναι, ότι η ταινία δίχασε και το προοδευτικό κοινό. Ο δημοσιογράφος Ματθαίος Τσιμιτάκης απαντώντας στο άρθρο του ΣΚΑΪ γράφει:
«Το Don’t Look Up είναι η πιο αιχμηρή πολιτική σάτιρα μαζικής απεύθυνσης των τελευταίων ετών, όχι μόνο για την κλιματική κρίση, αλλά και για τον τρόπο που όλες οι όψεις του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού οδηγούν στον αυτοκτονικό κυνισμό. Πρόκειται για ταινία αγκίτ-προπ, χωρίς «καλούς», όπου μια Πρόεδρος κράμα Χίλαρυ και Τραμπ, έρμαιο της επικοινωνιακής πολιτικής και των οικονομικών εξαρτήσεων, οδηγεί τελικά στο – κυριολεκτικό – τέλος του κόσμου. Η ταινία καταγγέλλει, εν παρόδω, τον τεχνομεσιανισμό και την ιδιωτικοποίηση της επιστήμης, τον εκμαυλισμό επιστημόνων, τον φεουδαρχικό νεοφιλελευθερισμό, την αυτοακύρωση των ΜΜΕ και την οικονομική τους συγχώνευση από τα κέντρα εξουσίας. Σε πολλές χώρες η ταινία “διαβάστηκε” σαν αλληγορία για την πανδημία, με τοπικές αναφορές. Κεντρικό μήνυμα της ταινίας είναι, παραφράζοντας τον Μαρκ Φίσερ, πως για τις κυρίαρχες ελίτ, το τέλος του κόσμου είναι μια θυσία προτιμότερη από το τέλος του καπιταλισμού. Και η αλήθεια είναι ότι από το ρεσάλτο των πολυεθνικών ενέργειας στην κλιματική συνδιάσκεψη COP26, μέχρι τους “Peter Isherwell” των φαρμακευτικών που προτιμούν την εξάπλωση μιας θανατηφόρας πανδημίας από την αμφισβήτηση της πατέντας, το έργο παίζεται ήδη στις ειδήσεις.»
Και να προσθέσω ότι αφορά βεβαίως και την αφέλεια επιστημόνων που ανδρώθηκαν στον φιλελευθερισμό και άθελά τους άνοιξαν το δρόμο στον νεοφιλελευθερισμό. Να μας συγχωρήσει και ο ΣΚΑΙ και οι φίλοι του καλού σινεμά, το οποίο κι εμείς αγαπάμε, αλλά αυτή είναι μια πολύ καλή ταινία, που χωρίς να φιλοδοξεί να είναι τίποτα περισσότερο από μια ηθογραφία της εποχής στην οποία έχουμε εισέλθει, κάνει το πρώτο σοβαρό σχόλιο. Βλέποντάς την η μόνη απορία ήταν αν η ταινία είναι πιο εξοργιστική από την πραγματικότητα και η απάντηση εύκολα ερχόταν πως όχι δεν είναι»
Η κριτική που δέχτηκε η ταινία από τα αριστερά, είχε σχέση με την αναπαραγωγή στερεοτύπων (πχ τα χαρακτηριστικά του ρόλου της Μέριλ Στρηπ που υποδύεται την πρόεδρο των ΗΠΑ και το συντηρητικό οικογενειακό πλαίσιο) αλλά και με τις έντονες δόσεις χολυγουντιανής υπερβολής.
Η εφημερίδα New York Times, παρότι μέμφεται τον Ανταμ Μακ Κέι ότι ολισθαίνει στον «ανόητο σεξισμό», αναπαράγοντας έμφυλα στερεότυπα μέσω του χαρακτήρα που υποδύεται η Μέριλ Στριπ, αναγνωρίζει πως το «Don’t Look Up» εκφράζει μια «σπαρακτική, ανείπωτη αλήθεια: ο ναρκισσισμός των ανθρώπων και όλα όσα έχει επιφέρει, περιλαμβανομένης και της καταστροφής της φύσης, θα αποτελέσει τελικά την καταστροφή μας. Σε τελική ανάλυση, ο Μακ Κέι δεν κάνει κάτι παραπάνω σε αυτήν την ταινία από το να μας επιπλήττει, από την άλλη όμως το αξίζουμε» γράφει.
«Πάντως έχει πολύ ενδιαφέρον ότι όσοι κριτικάρουν ως αδιάφορο ή κακό το Don’t Look Up, δεν στέκονται καθόλου στο περιεχόμενο της ταινίας» γράφει η Π.Β εργαζόμενη στον χώρο του πολιτισμού. «Βρίσκω ελιτίστικη και πολιτικά προβληματική αυτή τη στάση. Πέραν του ότι δηλαδή είναι μια μαζικής κατανάλωσης ταινία δεν παύει να είναι και πολιτική, μια κατανοητή σάτιρα με την οποία μπορεί να ταυτιστεί το ευρύ κοινό, ας μην το προσπερνάμε αυτό. Τώρα το θέμα είναι αν αυτού του είδους τα blockbuster, απονευρώνουν συνειδήσεις ή όχι. Γνώμη μου είναι ότι όχι, και είναι η γνωστή συζήτηση για το κατά πόσο έχει νόημα να μεταφέρονται τέτοια μηνύματα από εμπορικές/μαζικές πλατφόρμες. Γνώμη μου είναι ότι ναι, έχει και πολύ μάλιστα. Όσοι θέλουν Μπουνιουέλ μόνο μπράβο τους. Είναι οι λίγοι. Ας κάνουν και λίγο χώρο για τους πολλούς»