documento / 14.02.2022 | 16:29
Η συνθήκη της πανδημίας επιταχύνει την 4η Βιομηχανική Επανάσταση και δημιουργεί νέους όρους για το μέλλον της οικονομίας και της εργασίας. Η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση, το ίντερνετ των πραγμάτων και τα ευφυή δίκτυα αποτελούν νέα μεγάλα δεδομένα που μετασχηματίζουν καταλυτικά το πεδίο της εργασίας, με ενδεχόμενες δυσμενείς συνέπειες για τα εργασιακά δικαιώματα και τις θέσεις εργασίας, σε συνθήκες αρνητικού συσχετισμού για τον κόσμο της δουλειάς. Ταυτόχρονα, και αυτό είναι ενδεικτικό της αντιφατικότητας μεταβατικών περιόδων όπως αυτή, κάτω από το βάρος της ακραίας πανδημικής εμπειρίας αναπτύσσονται σε ΗΠΑ και Ευρώπη αναδιανεμητικές πολιτικές προς όφελος των εργαζόμενων.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, η κυβέρνηση της ΝΔ, εργαλειοποιεί την πανδημία με έναν άκρατο νεοφιλελεύθερο αναχρονισμό, υλοποιώντας μια ακραία αναδιανομή από το υστέρημα των εργαζομένων, προς όφελος των παρασιτικών οικονομικών ελίτ που την βοήθησαν να κερδίσει τις εκλογές του 2019. Πρόκειται για μια στρατηγική επιλογή που βασίζει την κερδοφορία και την υποτιθέμενη ανταγωνιστικότητα των οικονομικών συμφερόντων που συνδέονται με την κυβέρνηση, στην ένταση εργασίας, στους μισθούς πείνας, στην ακραία εκμετάλλευση, στην ουσιαστική απαγόρευση του δικαιώματος στη διαδήλωση, στην απεργία και στην συλλογική δράση των εργαζομένων που υλοποιείται με τον Νόμο Χατζηδάκη. Την ίδια ώρα, οι συνεχείς αυξήσεις των τιμών στην ενέργεια και σε βασικά καταναλωτικά αγαθά ψαλιδίζουν ακόμα περισσότερο τον κοινωνικό μισθό και οδηγούν σε μια νέα τροχιά φτωχοποίησης μεγάλα τμήματα των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων.
Η διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, συνιστά μια αδιανόητη οπισθοδρόμηση για την Ελληνική κοινωνία. Όμως, θα ήταν λάθος από πλευράς μας να θεωρήσουμε ότι βιώνουμε μια τυπική θεσμική αναδιάρθρωση που γεννάται από έλλειψη κοινωνικής ενσυναίσθησης της κυβέρνησης Μητσοτάκη ή ότι η αποτυχία της να διαχειριστεί μείζονα ζητήματα όπως η πανδημία και οι φυσικές καταστροφές οφείλεται σε μια τυπική διαχειριστική ανεπάρκεια.
Συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχωρά συστηματικά και μεθοδικά στην δημιουργία των νέων όρων της συντηρητικής και νεοφιλελεύθερης αναδιοργάνωσης του κράτους, των εργασιακών σχέσεων, της κυριαρχίας των ιδιωτικών συμφερόντων επί των δημοσίων αγαθών, στην εκποίηση βασικών δημόσιων και ανταποδοτικών οργανισμών, ώστε να δημιουργήσει το πεδίο της επόμενης ημέρας ανεξάρτητα από το ποια πολιτική δύναμη θα αναλάβει κυβερνητικό ρόλο. Υπονομεύει συστηματικά τις δράσεις για την επαναφορά στοιχειωδών δικαιωμάτων για τις λαϊκές τάξεις και σε όσους πλήττονται σήμερα περισσότερο από την πολιτική που εφαρμόζει. Η εξέλιξη αυτή γεννάει την αδήριτη ανάγκη για την διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, στην οποία θα πρωτοστατεί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Για την συγκρότηση μιας κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας που θα θέτει στο επίκεντρό της τις ανάγκες της μισθωτής εργασίας και των λαϊκών στρωμάτων ανατρέποντας την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας.
Είναι λοιπόν απαραίτητη για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η διατύπωση ενός προωθημένου πολιτικού σχεδίου που θα εμπνεύσει εκ νέου, κυρίως όλους όσοι επέλεξαν την «αποστράτευση» από τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της προηγούμενης δεκαετίας, τους νέους της εργασιακής επισφάλειας, τα μεσαία στρώματα που φτωχοποιούνται, τους ανθρώπους που περιθωριοποιούνται στις αβίωτες υποβαθμισμένες γειτονιές των πόλεων. Ένα πολιτικό σχέδιο που θα έχει στο κέντρο του την υπεράσπιση της εργασίας και θα διέπεται από μία συνεκτική στρατηγική δράσεων και παρεμβάσεων με κατεύθυνση την αποτελεσματική οργάνωση των δυνάμεων της εργασίας και των κοινωνικών αγώνων αυτών.
Τις προηγούμενες δεκαετίες, η διευρυμένη κοινωνική ανέλιξη πλειοψηφικών κοινωνικών ομάδων από το περιθώριο στη «μεσαία» κοινωνική κατηγορία οφείλεται εν πολλοίς στις οργανωμένες δομές των συνδικάτων και στους νικηφόρους αγώνες που αυτά έδωσαν βελτιώνοντας θεαματικά το μισθό, τα δικαιώματα και την ποιότητα ζωής. Το νέο πολιτικό σχέδιο λαμβάνει υπόψιν αυτήν τη βασική παραδοχή, ότι χωρίς συνδικάτα δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική και κοινωνική ευημερία με ισχυρή «μεσαία» τάξη και χτίζει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Στο πλαίσιο αυτό είναι σημαντική η διαμόρφωση και υλοποίηση ενός κυβερνητικού προγράμματος, που θα βασίζεται στις προγραμματικές θέσεις που ψηφίστηκαν στη συνδιάσκεψη. Που θα αποτελεί όχι μόνο συνέχεια αλλά κυρίως τομή των πολιτικών της περιόδου 2015 – 2019. Που δεν θα αρκείται στην ακύρωση των ακραίων νεοφιλελεύθερων επιλογών της Νέας Δημοκρατίας αλλά θα διαμορφώνει ένα ισχυρό αναδιανεμητικό πλαίσιο ως αντίστιξη των εφαρμοζόμενων πολιτικών. Που δεν θα έχει ως τέλος την αναγκαία κατάργηση του Νόμου Χατζηδάκη και την ανατροπή της Ιδιωτικοποίησης της Επικουρικής Ασφάλισης ειδικά μετά και την αρνητική εμπειρία των Επαγγελματικών Ταμείων για να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά θα δημιουργεί το πλαίσιο για την
μείωση του εργάσιμου χρόνου από 8 ώρες στις 7 ή ακόμα και από 5 ημέρες στις 4, για αναδιανεμητικές πολιτικές στο συνταξιοδοτικό σύστημα, για κατάργηση των εργολαβικών σχέσεων εργασίας και του Δελτίου Παροχής Υπηρεσιών ως εξαρτημένης σχέσης, για δημιουργία θεσμικού πλαισίου για την τηλεργασία. Που θα αυξάνει τον κατώτατο μισθό αλλά και όλους τους μισθούς σε Ιδιωτικό και Δημόσιο Τομέα, θα πραγματοποιεί προσλήψεις σε κρίσιμους τομείς, όπως η Υγεία και η Εκπαίδευση. Που θα ασκεί πολιτικές με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες και όχι κάποιο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, που θα διασφαλίζει το Δημόσιο έλεγχο σε κρίσιμους τομείς όπως η Ενέργεια, το Νερό και οι Μεταφορές και θα δημιουργήσει δημόσιο πυλώνα στο Χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Είναι σαφές ότι τα παραπάνω χωρίς αριστερή-προοδευτική κυβέρνηση δε γίνονται. Ταυτόχρονα όμως μία αριστερή-προοδευτική κυβέρνηση δεν εγγυάται από μόνη της την εμπέδωση κοινωνικών τομών που θα διαμορφώσουν ένα νέο κοινωνικό υπόδειγμα. Χρειάζονται πλατιές κοινωνικές συμμαχίες στη βάση τις κοινωνίας και απαραίτητος όρος για αυτές είναι η οργανική σύνδεση με τις οργανωμένες θεσμικές κοινωνικές εκπροσωπήσεις, όπως είναι τα συνδικάτα, οι επαγγελματικοί και επιστημονικοί φορείς, οι κάθε είδους σύλλογοι, η τοπική αυτοδιοίκηση.
Πρακτικά, η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τα συνδικάτα, με τις συλλογικές μορφές οργάνωσης της μισθωτής εργασίας και τους ανθρώπους του, είναι ή θα έπρεπε να είναι θεμελιακή και θεμελιώδης. Συνεπώς, είναι διαρκής μας αγωνία η αντιστοίχιση της πολιτικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τη δράση των οργανωμένων δυνάμεων μας στους μαζικούς χώρους. Το κόμμα οφείλει να ενθαρρύνει συστηματικά τα μέλη του να δραστηριοποιούνται ενεργά στους κοινωνικούς τους χώρους και να παρεμβαίνουν με κριτήριο την κοινωνική χρησιμότητα και αποτελεσματικότητα. Πρόκειται για μία διαρκή διαδικασία που απαιτεί συγκροτημένο σχεδιασμό, συνέπεια και πλατιά συμμετοχή μελών με συνδικαλιστική εμπειρία και πολιτική συγκρότηση στα συλλογικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Για να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ρίζες στον κόσμο της εργασίας θα πρέπει να τον στηρίζει καθημερινά στις μάχες και στις αγωνίες του. Η καθημερινότητα των εργαζομένων μετά την πολυετή οικονομική και εν εξελίξει υγειονομική κρίση έχει μετατραπεί σε ζούγκλα. Όμως, δεν είναι εύκολο ούτε αυτονόητο ότι θα νικηθεί η απογοήτευση και θα μετατραπεί σε διάθεση για αγώνα και αντίσταση.
Είναι προφανές, πως ένα μαζικό, πόσο δε μάλλον, ένα Αριστερό-Προοδευτικό κόμμα, διεκδικεί να έχει μια ενεργή και ισχυρή σχέση με τις συλλογικές μορφές οργάνωσης της μισθωτής εργασίας. ‘Όχι μόνο γιατί η συμμετοχή στους κοινωνικούς αγώνες για το τέλος της εκμετάλλευσης και τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων της μισθωτής εργασίας ανήκει στην ιστορία και την παράδοσή τους αλλά και γιατί αποτελεί αναγκαία συνθήκη για μία ηγεμονική κυβερνητική πρόταση με ταξικό πρόσημο. Οι απεργιακοί αγώνες των εκπαιδευτικών αλλά και οι απεργίες σε e-food και Cosco κατάφεραν να δημιουργήσουν πολιτικά γεγονότα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο και να πετύχουν εμφατικές νίκες για τους εργαζόμενους. Τα παραδείγματα αυτά ενισχύουν την αναγκαιότητα του συνδικαλισμού,
δημιουργούν προσδοκίες στον κόσμο της εργασίας και φτιάχνουν μία εικόνα ζωντανών διεκδικήσεων έξω και πέρα από τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Ταυτόχρονα, αποτελούν και μία εικόνα από το μέλλον καθώς η κοινωνική δυσαρέσκεια για τις κυβερνητικές πολιτικές διαρκώς αυξάνεται.
Οι αγώνες σαν αυτοί της e-food ή της Cosco δεν προέκυψαν μόνο από τον αυθορμητισμό των εργαζόμενων ούτε οργανώθηκαν μόνο με την αυτοθυσία κάποιων. Χρειάζεται συνεχής παρουσία στους χώρους δουλειάς και στα σωματεία. Χρειάζεται στήριξη με υλικούς και ηθικούς όρους, με συνέχεια και συνέπεια.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βρεθεί δίπλα στις οργανωμένες ή λιγότερο οργανωμένες μορφές αντίστασης, αυτές θα έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν νικηφόρα έκβαση και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα μπορεί να εξασφαλίσει την στήριξή του από τον κόσμο της εργασίας, που επίσης έχει ανάγκη προκειμένου να υλοποιήσει το πολιτικό του σχέδιο.
Η ενεργή συμμετοχή των μελών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στη συνδικαλιστική δράση, δεν αποσκοπεί μόνο στην αλλαγή των συσχετισμών, αλλά κυρίως στην ριζική αναδιάταξη του συνδικαλιστικού κινήματος μακριά από τα πρόσωπα, τους μηχανισμούς και τις νοοτροπίες του γραφειοκρατικού, εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού που έχουν επιφέρει την απαξίωση των συνδικάτων. Για μια ριζοσπαστική αλλαγή που θα ενθαρρύνει την θεαματική αύξηση της συμμετοχής των εργαζομένων σε συνδικάτα και την επιστροφή της δημοκρατίας στις συλλογικές διαδικασίες.
Αυτά που περιγράφουμε παραπάνω προαπαιτούν ωστόσο έναν συγκροτημένο οδικό χάρτη κινήσεων και ενεργειών:
• Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με συγκροτημένη, ιδιαίτερη μέριμνα του Οργανωτικού
Γραφείου και των Νομαρχιακών Επιτροπών να συμμετέχουν έχοντας καταστατικά- ηθική υποχρέωση στην συνδικαλιστική καθημερινότητα των εργασιακών χώρων.
Με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση σωματείων, όπου δεν υπάρχουν, με την ενίσχυση των υπολοίπων, με πρωτοπόρα δράση στους απεργιακούς αγώνες και τις
διεκδικήσεις.
• Να συγκροτηθεί μία νέα, ενιαία συνδικαλιστική παράταξη σε Δημόσιο και Ιδιωτικό Τομέα η οποία θα έχει πλατιά δημοκρατική λειτουργία και σεβόμενη την αυτονομία των κοινωνικών χώρων, θα εκφράσει όλες τις υγιείς συνδικαλιστικές δυνάμεις και τους εργαζόμενους από τις παρυφές του προοδευτικού χώρου μέχρι την ριζοσπαστική και ανανεωτική αριστερά, ενταγμένους ή ανένταχτους, καθώς και τους συνταξιούχους, τους ανέργους και τους ευκαιριακώς απασχολούμενους.
• Να γίνει προτεραιότητα η δημιουργία ΟΜ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ σε κάθε εργασιακό χώρο με έμφαση στον «σκληρό» Ιδιωτικό Τομέα όπου ανθούν οι επισφαλείς σχέσεις
εργασίας και η εργοδοτική αυθαιρεσία. Η πρόβλεψη της δυνατότητας διπλής ένταξης σε εδαφικές και κλαδικές/εργασιακές ΟΜ θα μπορούσε να λειτουργήσει
προωθητικά σε αυτήν την κατεύθυνση.
• Να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα για την εργατική πολιτική και το συνδικαλιστικό σχεδιασμό στη νέα Κεντρική Επιτροπή και τη νέα Πολιτική Γραμματεία με
ενθάρρυνση της συμμετοχής στα Όργανα, πρόβλεψη σχετικών ασφαλιστικών δικλείδων και ανάθεση της σχετικής ευθύνης σε πολιτικά στελέχη με πλατιά εμπειρία
στους μαζικούς χώρους και συγκροτημένη πολιτική και συνδικαλιστική αντίληψη.
• Να δημιουργηθεί ενιαίο Πολιτικό Κέντρο για τον συντονισμό των κλαδικών/εργασιακών ΟΜ και της συνδικαλιστικής δράσης.