Χρειάστηκαν μία ολόκληρη εβδομάδα και ένας δεύτερος μεγάλος σεισμός κοντά στα 6 Ρίχτερ στην Κεφαλονιά για να ξυπνήσουν η Πολιτεία και η κυβέρνηση και να αντιληφθούν ότι το μεγαλύτερο πλήγμα έχουν υποστεί το Ληξούρι και ολόκληρη σχεδόν η γύρω περιοχή (πρώην επαρχία Παλλικής), που αριθμεί κοντά 20 χωριά και οικισμούς.
Πέρασαν επτά μέρες, παρέλασαν ο πρωθυπουργός και πολλοί υπουργοί από το νησί, για να καταλάβουν ότι η κατάσταση στο Ληξούρι και την ευρύτερη περιοχή είναι δραματική, όχι τόσο από τις ζημιές των σπιτιών και των οικοδομών, που στη μεγάλη τους πλειονότητα άντεξαν, αλλά από τις πολλές μικρότερες βλάβες (κεραμοσκεπές, καλοριφέρ, οικοσκευές, οικιακός εξοπλισμός, θερμοσίφωνες κ.λπ.), που καθιστούσαν τις κατοικίες «λειτουργικά άχρηστες» και σε συνδυασμό με τους συχνούς μετασεισμούς μη κατοικήσιμες.
Το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για τα καταστήματα στην πόλη του Ληξουριού, που παραμένουν ακόμη κλειστά από τον πρώτο σεισμό, ενώ στα χωριά εμφανίστηκαν προβλήματα σχετικά με τον γεωργικό και κτηνοτροφικό τομέα. Συνολικά υπάρχουν δηλαδή προβλήματα τα οποία έχουν παραλύσει κάθε επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα, μηδενίζοντας έτσι και τις οικονομικές δυνατότητες κάθε οικογένειας και προκαλώντας σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία.
Άχρηστα δημόσια έργα
Αν και οι κατασκευές των κατοικιών στην Κεφαλονιά και κυρίως στο Ληξούρι στάθηκαν σωτήριες για τον πληθυσμό (δεν υπήρξαν θύματα, ούτε καν τραυματίες), τα δίκτυα υποδομής που κατασκευάστηκαν από το Δημόσιο τινάχθηκαν στην κυριολεξία στον αέρα, ενώ ένας εντυπωσιακός αριθμός δημόσιων κτηρίων έχουν αχρηστευθεί και έχουν κριθεί ακατάλληλα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Ληξούρι έχουν χαρακτηριστεί ακατάλληλα τα κτήρια της Αστυνομίας, του Λιμεναρχείου, της Πυροσβεστικής, το δημαρχείο, ένα Δημοτικό και το Γυμνάσιο, ενώ έχει παρουσιάσει σοβαρότατα προβλήματα το λιμάνι, το δίκτυο ύδρευσης, το δίκτυο της ΔΕΗ, καθώς και το οδικό δίκτυο, τόσο μέσα στην πόλη όσο και έξω, προς τα γύρω χωριά.
Θα πρέπει μάλιστα να κάνουμε και μια ειδική αναφορά στην καταστροφή που υπέστησαν οι εργατικές κατοικίες στο Ληξούρι, ένα συγκρότημα που άρχισε να κατασκευάζεται το 1970 επί χούντας και ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας, με πολλές καταγγελίες για κακοτεχνίες, με αποτέλεσμα να καθυστερήσουν για πολλά χρόνια οι δικαιούχοι να παραλάβουν τα διαμερίσματά τους, τα οποία έπειτα από 30 χρόνια είδαν να καταστρέφονται…
Και μετά τον τραγικό απολογισμό του δικτύου υποδομών της περιοχής, με προβλήματα που φάνηκαν σχεδόν αμέσως μετά τον πρώτο σεισμό και επιδεινώθηκαν στον δεύτερο, είναι να απορεί κανείς πώς «κατάφεραν» οι κρατικές υπηρεσίες, η δημοτική αρχή του Δήμου Κεφαλονιάς καθώς και η Περιφέρεια Ιονίων Νήσων, μία εβδομάδα μετά τον σεισμό της 26ης Ιανουαρίου, να μην μπορέσουν να οργανώσουν – ειδικά στο Ληξούρι και τα γύρω χωριά – έναν χώρο όπου θα μπορούσαν να στηθούν λίγες σκηνές και να μοιραστεί φαγητό για τους άστεγους σεισμόπληκτους, ενώ με το ζόρι τις πρώτες μέρες κατάφεραν να συγκροτήσουν τον μηχανισμό, στο πλαίσιο του δήμου, και να προσφέρουν κάποιες υπηρεσίες προς τους πολίτες.
Δεν υπήρχε σχέδιο
Ξέρουμε ότι πάντοτε η πολιτική προστασία σε κάθε περιοχή έχει ένα σχέδιο για την περίπτωση σεισμού και ειδικά για την Κεφαλονιά, που είναι μία από τις πλέον σεισμογενείς περιοχές της χώρας. Όμως στο νησί ήταν φανερό ότι το σχέδιο ήταν κάτι άγνωστο για τη δημόσια διοίκηση αλλά και για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Κανένας δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Και βεβαίως ούτε και οι πολίτες είχαν ιδέα προς ποιον υπαίθριο χώρο θα έπρεπε να κατευθυνθούν για να προστατευθούν έπειτα από έναν ισχυρό σεισμό. Ο καθένας πήγαινε όπου ήθελε, χωρίς να ξέρει καν αν είναι κατάλληλος ο χώρος!!!
Οι συνεχείς επισκέψεις υπουργών, γενικών γραμματέων, αλλά και του πρωθυπουργού, μπορεί κάποιους να τους εντυπωσίασαν, όμως επί της ουσίας δεν προσέφεραν απολύτως τίποτε… Όπως και ο «γαλάζιος» δήμαρχος (Παρίσης), του οποίου η μόνη έγνοια ήταν να βγαίνει στα κανάλια και τα ραδιόφωνα, δίνοντας σόου ότι του τηλεφωνεί ο πρωθυπουργός και κάνοντας επίδειξη γνωριμίας με τους τηλεαστέρες, αποκαλώντας τους με το μικρό τους όνομα.
Παράλληλα, διαπιστώθηκε αδυναμία συνεννόησης με τις περιφερειακές υπηρεσίες, κάτι που οφείλεται στην προσπάθειά του να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία… Η έλλειψη συντονισμού ήταν φανερή από την αρχή. Οι πληροφορίες λένε ότι δεν ήταν λίγες οι φορές που οι φωνές του υπουργού Εσωτερικών Γιάννη Μιχελάκη ακούγονταν στον δρόμο, κυρίως γιατί δεν μπορούσε να βγάλει άκρη με τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες.
Όσοι είχαν λίγες γνώσεις από σχέδια πολιτικής προστασίας καταλάβαιναν ότι είναι πολύ πιθανόν τα σχέδια να μην είχαν επικαιροποιηθεί, ενώ με τις αλλαγές που γίνονται στη δημόσια διοίκηση (διαθεσιμότητες, απολύσεις κ.λπ.) είναι σαφές ότι δεν είχαν γίνει καν ασκήσεις ετοιμότητας και εφαρμογής των σχεδίων στο πιο σεισμογενές νησί της Ελλάδας. Είναι ενδεικτικό ότι ακριβώς σε αυτό το νησί δεν υπήρχε στη διάθεση των τοπικών κρατικών υπηρεσιών ούτε ένας μικρός αριθμός από σκηνές για τις έκτακτες ανάγκες, ούτε καν χημικές τουαλέτες για υπαίθριους χώρους, όπου θα έβρισκε καταφύγιο σε περίπτωση ανάγκης ένας μεγάλος αριθμός αστέγων.
Επτά μέρες αδράνεια
Χρειάστηκε μία εβδομάδα για να εμφανιστεί το Πολεμικό Ναυτικό και οι Ένοπλες Δυνάμεις και να προσφέρουν στους σεισμόπληκτους σκηνές, ενώ ακόμη μέχρι σήμερα δεν έχει ανοίξει ο δρόμος Αργοστολίου – Ληξουριού, που έχει αποκόψει την πόλη του Ληξουριού, γιατί δεν υπήρχαν τα κατάλληλα μηχανήματα, τα οποία αποδείχθηκε ότι διαθέτει ο στρατός και ακόμη αναμένονται.
Οι μόνες υπηρεσίες του Δημοσίου που δουλεύουν με συνέπεια στην Κεφαλονιά αυτή τη στιγμή είναι η Πυροσβεστική, που είναι πανταχού παρούσα, καθώς και ο Στρατός, που ήδη εγκατέστησε στο Ληξούρι όχι μόνο σκηνές και ό,τι απαιτείται για να δημιουργηθεί ένας οργανωμένος καταυλισμός, αλλά και συντονιστικό κέντρο, για να υπάρξει αποτελεσματικότητα.
Οι διάφοροι δημοτικοί και κομματικοί παραγοντίσκοι σιγά σιγά έχουν αρχίσει να εξαφανίζονται κάτω και από την κατακραυγή του κόσμου, ενώ από την κυβέρνηση τα νησιά (Κεφαλονιά και Ιθάκη) έχουν χαρακτηριστεί σεισμοπαθή. Έτσι άρχισαν να ανακοινώνονται και τα πρώτα μέτρα για την αποκατάσταση των πληγέντων, που θα είναι, όπως φαίνεται, μια μακρά διαδικασία, ειδικά σε ό,τι αφορά τα έργα υποδομής.