«Γελαστή κατάθλιψη» ονομάζεται η κατάθλιψη που δεν φανερώνεται με τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της νόσου, αλλά εκφράζεται μέσα από μια ποικιλία συμπτωμάτων που ξεγελούν και συχνά παραπλανούν ακόμη και ειδικούς, μέχρι τελικά να αποκαλυφθεί το ζοφερό πρόβλημα.
Την αποκαλούν έτσι, διότι στην κλινική εικόνα παρουσιάζει μεν τα ίδια διάχυτα και άτυπα ψυχικά και σωματικά ενοχλήματα, καθώς συνοδεύεται από αισθήματα κενού και καθήλωσης, και διάφορες διαταραχές στη μνήμη, τη συγκέντρωση, στον ύπνο κ.ά., με τη διαφορά ότι ο ασθενής δείχνει απαθής και γενικά ανέμελος και χαρούμενος. Αλλοτριωμένος.Γιατί θυμηθήκαμε αυτή τη μορφή της καταθλιπτικής συμπεριφοράς; Την ώρα μάλιστα που στην ελληνική κοινωνία καταγράφονται συνθήκες βαριάς ρευστότητας, που υπαγορεύονται ευθέως από την οικονομική κρίση και μικρές ή μεγάλες καταρρεύσεις στα όρια της προσωπικής και συλλογικής εξουθένωσης. Διότι παρατηρούμε μαζικά αυτή την υπερβολική έκφραση απαθούς ανεμελιάς, με αστεϊσμούς στην κάθε αφορμή, σημαντική ή ασήμαντη, όπως τουλάχιστον αυτή η διάθεση εκδηλώνεται στο δημόσιο χώρο και στα σύγχρονα πεδία έκφρασης, τα social media.
Ενας κόσμος ολόκληρος, που στην πραγματικότητα μάλλον κρύβει τη βαριά θλίψη για όσα φοβερά αδιέξοδα βιώνει στην καθημερινότητά του πίσω από αστείες αναρτήσεις και βιντεάκια, επιλέγοντας ουσιαστικά ως ατομική κατάσταση να ακροβατεί ανάμεσα στην αυτολογοκρισία, την απάθεια και τον κυνισμό. Αύξηση της απάθειας προς τα κοινά, άλλωστε, σηματοδοτεί απλώς μεγαλύτερο επίπεδο αλλοτρίωσης και συνεπώς κατάθλιψης, την ώρα που τα κοινωνικά πεδία αντίστασης είναι, πλέον, εξαφανισμένα.
Πολλά ακούγονται και γράφονται από το 2010, 2011 και έπειτα σχετικά με την κρίση που μαστίζει την κοινωνία και ως αποτελέσματά της είναι και η σημαντική αύξηση των κρουσμάτων στον ψυχισμό των ανθρώπων. Η Ψυχολογία και η Κοινωνιολογία αναφέρονται σε σχετικά θέματα μέσα από την εξέταση φαινομένων όπως, εν προκειμένω, της απάθειας σε καιρούς γενικευμένης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης σαν συμπεριφορά αλλοτρίωσης που συμβολίζει την ασυνείδητη προσπάθεια των προσώπων να ξεφύγουν από μια ζωή που δεν επιθυμούν, φορτισμένη με προβλήματα και δυσκολίες.
Στην Αθήνα και τις άλλες περιοχές δεν γνωρίζουμε αν βρίσκεται σε εξέλιξη κάποια επιδημιολογική μελέτη για τις συνέπειες στο συλλογικό ψυχισμό, καθώς και στη δημόσια υγεία, μιας και οι επιπτώσεις της κρίσης αναμένεται και θα είναι μακροχρόνιες. Γνωρίζουμε, όμως, πως τέτοια μελέτη διεξήχθη στην Αργεντινή, τον καιρό του ΔΝΤ, που ξεκίνησε με πρωτοβουλία μικρής ομάδας ψυχαναλυτών της Λακανικής κοινότητας του Μπουένος Αϊρες, την οποία στη συνέχεια ενίσχυσαν κοινωνιολόγοι και γιατροί. Τα αποτελέσματα ήταν όντως συγκλονιστικά για τον τρόπο που η οικονομική κρίση τίναξε κυριολεκτικά στον αέρα τη ζωή και την υγεία των Αργεντινών.
Θα ήταν ευχής έργον Ελληνες επιστήμονες, αν δεν ασχολούνται ήδη, να ξεκινήσουν συντονισμένα να καταγράψουν, με ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία, αυτή τη διάσταση της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης που βιώνει ο τόπος. Ελπίζοντας, ίσως, πως αν κάποια στιγμή στο μέλλον αποδοθεί δικαιοσύνη, όσοι ευθύνονται για αυτή τη δραματική εικόνα να αποκτήσουν επίγνωση του πραγματικού μεγέθους της ανθρωπιστικής τραγωδίας που προκάλεσαν.