Ελεάννα Ιωαννίδου
Στη Σουηδία πρόσφατα ο κυβερνητικός συνασπισμός μειοψηφίας οδηγήθηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, καθώς ο κεντροδεξιός συνασπισμός αρνήθηκε να ψηφίσει τον προϋπολογισμό. Η αιτία για την αδυναμία διαμόρφωσης πλειοψηφίας ήταν η ενισχυμένη από τις πρόσφατες εκλογές παρουσία της ακροδεξιάς. Δεν είναι, λοιπόν, ούτε θέσφατο ούτε δείγμα πολιτικού πολιτισμού το να αποσιωπούνται οι πολιτικές διαφορές, προκειμένου να απομονώνεται η ακροδεξιά. Στην περίπτωση της Ελλάδας μάλλον θα επρόκειτο για λάθος, αφού με αυτό τον τρόπο θα αναγορευόταν σε πραγματικό ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων η Χρυσή Αυγή και θα καθοριζόταν στη συνείδηση των πολιτών ως η μοναδική επιλογή απέναντι στη σημερινή πολιτική.
Αυτή η πολιτική δεν δικαιολογεί την πανσπερμία των βουλευτών, οι οποίο στη δεύτερη ψηφοφορία ψήφισαν τον Σταύρο Δήμα. Η στήριξη αυτή δεν δικαιολογείται ούτε με βάση τις πολιτικές αφετηρίες (φαντάζομαι δεν είμαι η μόνη που ένιωσε αυτή την ξινή γεύση από τις πρόσφατες φωτογραφίες χαριεντισμών στα έδρανα μεταξύ βουλευτών που εξελέγησαν με τη ΔημΑρ και βουλευτών που εξελέγησαν με τη Χρυσή Αυγή), ούτε με βάση το ίδιο το πρόσωπο. Ο Σταύρος Δήμας δεν έπαυσε ούτε στιγμή να είναι κομματικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Ποτέ δεν άρθρωσε διακριτό πολιτικό λόγο, ποτέ δεν έπαιξε ενεργά κάποιο ενωτικό ρόλο στην ελληνική κοινωνία.
Την τελευταία δεκαετία, σαν να μην αρκεί που ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας υποβαθμίστηκε από το Σύνταγμα, οι αμιγώς κομματικές επιλογές τον υποβίβασαν ακόμα περισσότερο από αρχηγό του κράτους σε βουβό πρόσωπο. Έφτασε στο σημείο να μου λείψει ο Στεφανόπουλος και η δήλωσή του για την ελληνική παιδεία στην υπόθεση Τσενάι ή η δημόσια διαφωνία του με τον Κλίντον για το Ιράκ, κατά την επίσκεψη του τελευταίου στην Ελλάδα. Ο Δήμας είναι προφανέστατα μια επιλογή συνέχισης της θητείας Παπούλια. Γύρω από μια τέτοια κομματική επιλογή, λοιπόν, παρατηρείται αυτή η συστράτευση που αναδιατάσσει το κοινοβουλευτικό σκηνικό, ανάλογη της οποίας έχει υπάρξει μόνο στην εκλογή Καραμανλή το 1980.
Έχει ενδιαφέρον, πέραν από σκανδαλολογική διάθεση, να δούμε από ποιους αποτελείται αυτή η συμμαχία. Η θετική ψήφος του Μπούκουρα ήταν μονόδρομος για την δικαστική του υπεράσπιση ως «ανανήψαντα» πρώην Χρυσαυγίτη. Αφήνω την αποφυλάκισή του αυτή την κρίσιμη στιγμή ασχολίαστη. Ωστόσο, δεν μπορώ παρά να αναρωτιέμαι για το τι κάνει τη δικαιοσύνη να καθυστερεί την εισαγωγή της υπόθεσης της Χρυσής Αυγής στο ποινικό ακροατήριο. Ο «ανανήψας» Μπούκουρας στο διάγγελμά του, ως υποψήφιος βουλευτής της Ν.Δ. στην Κόρινθο, έκανε λόγο για σταθερότητα και για θετική ψήφο στον υποψήφιο Πρόεδρο, γιατί είναι συντοπίτης του.
Ο έτερος πρώην χρυσαυγίτης, Αλεξόπουλος, είναι από τη Λάρισα. Άσχετο. Την ίδια ώρα, για να δικαιολογηθεί αυτή η συστράτευση -στην ουσία- με την κυβερνητική πολιτική, γίνεται απόπειρα να χρησιμοποιηθεί ως αντεπιχείρημα το «όχι» της Χ.Α. στο Δήμα. Η αντιπολίτευση, όμως, σε μια ασκούμενη πολιτική μπορεί να γίνεται με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες και πολιτικά κίνητρα. Η απόπειρα ταύτισης της αριστεράς με τους νεοναζί, λόγω της αρνητικής ψήφου για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεν είναι παρά μια φθηνή επανάληψη της θεωρίας των δύο άκρων. Και για όποιον φλερτάρει με διαφορετική άποψη, υπενθυμίζω το παράδειγμα της Σουηδίας.
Στην ίδια συμμαχία βρίσκονται βουλευτές που είχαν ανεξαρτητοποιηθεί από τα κυβερνητικά κόμματα, συχνά σε κρίσιμες ψηφοφορίες, που επανακάμπτουν δίχως οι πολιτικές να έχουν αλλάξει. Την ίδια ώρα σηκώνεται η αχλή των ψεκασμών για βουλευτές ανεξαρτητοποιημένους από τους ΑνΕλ που βλέπουν ξαφνικά το φως στη συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής. Εδώ η από διαγγέλματος προσφορά υπουργικών θώκων, προσπαθεί να συμψηφιστεί με την πιθανή ένταξη κάποιων ανεξάρτητων βουλευτών που θα ψηφίσουν παρών, στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές, ωσάν η έκθεση στην κρίση των πολιτών σε εκλογές μέσα σε μια λίστα να είναι ίδια με υπουργοποίηση μετά από μεταγραφή της τελευταίας στιγμής.
Τελευταίοι σ’ αυτή την απαρίθμηση είναι και οι ανεξαρτητοποιηθέντες της ΔημΑρ. Η παρουσία κάποιων από αυτούς σε αυτή τη συμμαχία κρίνεται μάλλον συνεπής, αφού η ανάδειξη του ΣυΡιζΑ ως αποκλειστικού αντιπάλου έδειχνε εδώ και καιρό πως ήταν κύριο μέλημά τους. Άλλωστε, η προσεκτικά επιλεγμένη δήλωση του Σταύρου Θεοδωράκη ότι ο Σπύρος Λυκούδης είναι “η αριστερά που θέλουμε” έστειλε, αν μη τι άλλο, σαφές μήνυμα στο ρευστό χώρο της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΔημΑρ. Την ίδια ώρα, στην ίδια Βουλή, η κυβέρνηση δίνει ρεσιτάλ φωτογραφικών τροπολογιών, σε μια αποκορύφωση ρουσφετιών στην εκλογική πελατεία των κομμάτων που τη συναποτελούν, όπως το περασμένο Σάββατο την, ουσιαστικά, νομοθετική κατάργηση της προστασίας των αναδασωτέων εκτάσεων, που σταμάτησε χάρη στις μαζικές αντιδράσεις και τους κλυδωνισμούς που προκάλεσαν στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Όλα δείχνουν να κινούνται στον αστερισμό των εκλογών.
Εν κατακλείδι, φαίνεται πως, παρότι οι εποχές, οι πρωταγωνιστές και τα διακυβεύματα είναι διαφορετικά, η σημερινή, όπως και η αναδιάταξη του κοινοβουλευτικού σκηνικού το ’80, δεν αποτυπώνει μια αντιστοιχία με την κοινωνία. Το αντίθετο.