Γιάννης Μάρκοβιτς
Μόλις λίγα εικοσιτετράωρα από τις εκλογές, χωρίς καθυστέρηση ο αγώνας αρχίζει. Ο χρόνος που σπαταλήθηκε για νεοφιλελεύθερα πειράματα ξενόφερτων μάγων και των πειθαρχημένων εκτελεστικών τους οργάνων, αφήνει πίσω του μια καθημαγμένη κοινωνία. Ένα διαρρηγμένο κοινωνικό ιστό, μια διάχυτη καχυποψία για οτιδήποτε λέγεται και γίνεται και ένα πολιτικό σύστημα που κατάφερε μονάχο του να σκάψει το δικό του λάκκο και να στεριώσει τα φαιά φίδια στον κόρφο του.
Πολλά πρέπει να γίνουν, πολλά περιμένουν οι πολίτες, πολλά αναμένονται από την εξουσία, πολλά υποσχέθηκαν ότι θα αλλάξουν. Η πληθώρα των πολιτικών προτάσεων που ακούστηκαν αποδείχθηκε χρήσιμη, καθώς σε ένα πολύ σημαντικό βαθμό κατάφερε να υπερισχύσει η ελπίδα έναντι του φόβου. Τα αποτελέσματα είναι καταγεγραμμένα, όχι μόνο στα εκλογικά ποσοστά, αλλά πολύ περισσότερο (και ουσιαστικότερα), στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Με την ελπίδα ότι το μέλλον δεν δημιουργεί φοβικά σύνδρομα, η κυβέρνηση του παντελώς νέου και του απαραιτήτως ρηξικέλευθου, καλείται να λύσει πολλά και διάφορα εκκρεμή θέματα. Θέματα που φρόντισαν να αφήσουν ανεκπλήρωτα και κολοβά, οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις που στήριξαν ένα ανορθολογικό και από την αλλοδαπή εξαρτημένο αστικό πολιτικό σύστημα, με έντονο πελατειακό χρώμα.
Όσα όμως και να γίνουν και όσα μπουν σε πρώτιστη προτεραιότητα από την κυβέρνηση, σαν ομπρέλα θα καλύπτει τα πάντα η ανάγκη να ξεχαρβαλωθεί –εξ ων συνετέθη- ένα βαθιά ριζωμένο πελατειακό σύστημα και ένα σύνθετο πλέγμα διαπλεκόμενης διαφθοράς. Αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εμφάνιση αποτελεσμάτων στη πολιτική διοίκηση και στην κρατική διαχείριση. Αυτή η ανάγκη δεν απαιτεί –κατ’ ανάγκη- την ύπαρξη αριστερού κόμματος ώστε να αντιπαρατεθεί με τα πλοκάμια του ανήθικου και αντιδημοκρατικού συστήματος. Όμως εκ των πραγμάτων, η αποτυχία των νεοφιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων (βαθιά εγκλωβισμένων στα γρανάζια αυτού του συστήματος), φέρνει στο προσκήνιο την Αριστερά και τα ριζοσπαστικά προτάγματά της. Η εμβάθυνση της δημοκρατίας, η ανάδειξη ενός αξιοκρατικού συστήματος διοίκησης του δημόσιου χώρου και η διαφάνεια στη λειτουργία του κράτους και των θεσμών του, είναι προαπαιτούμενα για να μπει βαθιά το μαχαίρι στο εκμαυλισμένο κουφάρι του συστήματος και να πετάξει μακριά τα αποστήματά του.
Ο πόλεμος με τη διαφθορά και τη διαπλοκή (γιατί τέτοιος είναι), δεν απαιτεί πολλούς ελεγκτικούς μηχανισμούς και μια πλειάδα από ανεξάρτητες και λοιπές αρχές και στελέχη που θα γεμίζουν ενοικιαζόμενα γραφεία από την Ερμού έως τη Βασιλίσσης Σοφίας (έτσι για να είναι κοντά στο κέντρο – εμπορικό και πολιτικό). Χρειάζονται ελάχιστοι και σύγχρονα οργανωμένοι μηχανισμοί. Όποιος μετρήσει πόσοι ελεγκτικοί μηχανισμοί υπάρχουν και επιχειρήσει να αποτιμήσει το έργο τους, καταγράφοντας την αποτελεσματικότητά τους, θα καταλάβει χωρίς δυσκολία, γιατί οι Έλληνες θεωρούν ότι υπάρχει εκτεταμένη διαφθορά στη χώρα τους. Όπως επίσης γιατί οι ξένοι πιστεύουν ότι το ελληνικό κράτος είναι διεφθαρμένο από άκρη σ’ άκρη.
Για να φανεί το μέγεθος της αναποτελεσματικότητας και της εκούσιας ανορθολογικότητας στη λειτουργία τους, δεν έχουμε παρά να δούμε ότι στη χώρα μας υπάρχουν υπερδιπλάσιοι ελεγκτικοί μηχανισμοί από Ευρωπαϊκές χώρες με πολλαπλάσιο πληθυσμό. Στην Ελλάδα απασχολούνται πολλοί περισσότεροι υπάλληλοι από άλλες χώρες με πολυπληθέστερους πληθυσμούς. Υπάλληλοι που είναι ελλιπώς καταρτισμένοι, νομικά αθωράκιστοι και διοικητικά και ελεγκτικά κατακερματισμένοι, με προβληματική πρόσβαση στις πληροφορίες και τις βάσεις δεδομένων, οι οποίοι προσπαθούν να υπερβούν τα πολιτικά εμπόδια και τους καινοφανείς φραγμούς. Είναι υπάλληλοι που τους λένε να ελέγχουν τα «μικρά και εύκολα ψάρια». Υπάλληλοι που διερευνούν τι έχει γίνει δύο δεκαετίες πριν (έτσι για να ανακαλύψουν ότι τα περισσότερα έχουν πια παραγραφεί). Υπάλληλοι που κοιτάζουν τα κομμάτια ενός προβλήματος (γιατί τους έχουν στο πόδι εκχωρηθεί μπετοναρισμένες και μίζερες αρμοδιότητες – άραγε από ηλιθιότητα ή από σκοπιμότητα;). Αλλά και υπάλληλοι που τους στέλνουν στην «πρώτη γραμμή» άοπλους και κακόμοιρους, ενώ στα μετόπισθεν οι «αξιωματικοί» τούς δίνουν εντολές, εκπορευόμενες από τους πολιτικούς τους προϊσταμένους, ξέροντας ότι τα πενιχρά αποτελέσματα είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν πρέπει να αφήσει χρόνος να χαθεί. Η κάθε στιγμή που χάνεται είναι τροφή στο τέρας της διαπλοκής και βοηθάει τη διαφθορά να απλώσει τα πλοκάμια της. Αν αυτό συμβεί, δεν θα πνίξει μόνο την κυβέρνηση και τις πολιτικές της επιλογές, αλλά θα χώσει ακόμα πιο βαθιά στο βούρκο έναν ολάκερο λαό. Γι’ αυτό, ούτε στιγμή χαμένη. Φτάνει πια με τη διαπλοκή και τη διαφθορά.