Γράφει ο Αντώνης Αντωνάκος
Αρκετοί συγγραφείς περνούν στην αθανασία, δηλαδή στη δημοσιότητα, όταν έχουν μπει ήδη στον αγύριστο του γήρατος. Κι όταν η αθανασία, δηλαδή η δημοσιότητα, χαρίζεται σ’ ένα γέρο είναι πράξη καταδίκης παρά ευλογίας. Όταν ο Δίας χάρισε στον Τιθωνό την αθανασία χωρίς όμως να τον απαλλάξει απ’ τα γεράματα ο Μίμνερμος χλευάζοντας τούτη τη θεϊκή πράξη αναφώνησε: Τον δυστυχή! Του δώρισαν οι θεοί μια αθάνατη δυστυχία! Για το γέρο σοφό συγγραφέα που τον μαγάρισε η φθορά, η νεότητα είναι βδέλυγμα. Ο λαός είναι βδέλυγμα, αφού ο λαός είναι αιωνίως νέος. Αιωνίως απερίσκεπτος και αιωνίως αηδιαστικός, αφού οι επιλογές του είναι επιπόλαιες και αλαζονικές. Αφού η νεότητα διαλαλεί και κραυγάζει: ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο κώλος μας, σε αντίθεση με τον αθάνατο σοφό γέρο που διακονεί το Μέτρον Άριστον. Μα εδώ στην πραγματικότητα παλεύουν δυο ισχυρές ηθικές δυνάμεις. Από τη μία ο Όμηρος ο οποίος υμνεί τον κόσμο, το φως, την ιερή μέρα και την ιερή νύχτα κι απ’ την άλλη ο Πλάτων που αθετεί τον κόσμο εν ονόματι του Επέκεινα. Που απαγορεύει στον άνθρωπο ακόμα και να πεθάνει. Που απαγορεύει στον άνθρωπο να είναι αηδιαστικός και τερατικός. Κακομαθημένος και αμαρτωλός. Αχόρταγος και ζημιάρης. Σκασμένος για ηδονές και τρυφή. Ναρκομανής και πορνικός. Απολίτικος και μαλάκας. Εδώ ο Πλάτων πετάει τον Όμηρο στα σκυλιά. Έξω απ’ την πολιτεία του, αρνούμενος τη θνητότητα του ανθρώπου και το θανατόληπτο ήθος του, που λέει πως, δεύτερη ζωή δεν έχει. Εδώ ο σοφός γέρος διανοούμενος βδελύσσεται το λαό. Το λαό που κλάνει, που φτύνει, που ξύνει τ’ αρχίδια του. Που ξέρει πως κάθε μέρα είναι και μια νέα φτυαριά χώμα και πως η ιδανική Πολιτεία μυρίζει ανθρώπινο κρέας. Το λαό που ξέρει πώς αν δεν μεταμορφωθείς όπως ο Οδυσσέας, το μεγάλο τέρας θα σε καταπιεί αμάσητο. Και βεβαίως ο γέρος σοφός διανοούμενος ξέρει πως κατά βάθος ο λαός δεν είναι ένα πράγμα. Καλός ή Κακός. Διεφθαρμένος ή αδιάφθορος. Και ξέρει πως οι αυτοκαταγγελίες και τα πικρά μηδενιστικά αισθήματα είναι κούφιες ρητορείες για μαραγκιασμένες ψωλές. Ηρωισμοί και μεγαλοστομίες των καθαρών έναντι των μιαρών και των σιχαμένων. Και ξέρει πως ο άνθρωπος προτιμά τα μικρά από τα μεγάλα, τα κοντινά από τα απόμακρα και θυσιάζει τα πάντα στη σκέψη ότι το σήμερα είναι η πιο σπουδαία μέρα της ζωής του. Και πρέπει να φάει να κοιμηθεί και να γαμήσει χωρίς να δώσει λογαριασμό σε κάποιον αρχιερέα και σε κάποιον χωροφύλακα και σε κάποιον θεό που πιστεύει εις έναν Ροκφέλερ ποιητή ουρανού και γης. Αρχιτέκτων της ιδανικής Πολιτείας και της ιδανικής ανθρωποβοσκής.
–
[notification type=”notification_warning” ]στη φωτό ο Πάπας χειροφιλεί τον Ντέιβιντ Ροκφέλερ, υπό το βλέμμα του Κίσινγκερ και του Ρότσιλντ-βοήθειά μας-[/notification]