Αλέξανδρος Ζέρβας
Όσο κι αν προσπαθούσε να κρύψει τον εκνευρισμό του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου, ήταν αδύνατο να μη διακρίνει κανείς πόσο άβολα αισθανόταν όταν αναγκάστηκε να αναφερθεί στο ΔΝΤ. Ξέρει πολύ καλά κι ο ίδιος πως η ιστορία «μένει ή φεύγει το ΔΝΤ» έχει καταντήσει πλέον ανέκδοτο
Ήταν εκείνος, άλλωστε, που είχε αναγκαστεί προ ολίγων ημερών να παραδεχτεί πως η κυβέρνηση δεσμεύτηκε εξαρχής για την παραμονή του Ταμείου, αφού κι η ευρωπαϊκή πλευρά της είχε διαμηνύσει πως η συμμετοχή του θεωρείται αδιαπραγμάτευτη. Κάπως έτσι μπήκε στο συρτάρι το επικοινωνιακό ντεμαράζ της κυβέρνησης με αιχμή του δόρατος την υποτιθέμενη έξωση του ΔΝΤ. Προφανώς βέβαια ο Αλέξης Τσίπρας δεν υπήρξε ο μόνος που «πόνταρε» πάνω στο εν λόγω ζήτημα.
Ας μην ξεχνάμε πως από την εποχή της διακυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, το ενδεχόμενο «αποχώρησης του Ταμείου από το πρόγραμμα» έμπαινε και μάλιστα σε επίπεδο κορυφής, μήπως κι έδινε πόντους στην τότε φυλλοροούσα κυβέρνηση. Γιατί η ανακίνηση του όλου ζητήματος μόνο με όρους πολιτικού εντυπωσιασμού θα μπορούσε να αξιοποιηθεί.
Στην ουσία, βέβαια, θέμα απομάκρυνσης του ΔΝΤ δε θα μπορούσε να μπει. Κι αυτό γιατί ήταν εξαρχής ο εκπρόσωπος του Ταμείου, Πωλ Τόμσεν, εκείνος που έδωσε τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές των μνημονιακών προγραμμάτων όσον αφορά στη συμπίεση του μισθολογικού κόστους, την αποδιάρθρωση του εργασιακού τοπίου, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την ακραία φορολόγηση ακόμα και των χαμηλότερων στρωμάτων. Ήταν επίσης το ίδιο το ΔΝΤ που ομολόγησε λίγο καιρό αργότερα το σφάλμα με τους λανθασμένους πολλαπλασιαστές, χωρίς όμως να μπει στον κόπο να αλλάξει το καταστροφικό μείγμα της μνημονιακής πολιτικής, καθώς θεώρησε επιζήμια την όποια χαλάρωση της υλοποίησης του προγράμματος. Το μνημόνιο, με άλλα λόγια, είναι αποδεδειγμένα άρρηκτα συνδεδεμένο με την παρουσία του ΔΝΤ.
Επιπλέον, είναι σαφής η απροθυμία των Ευρωπαίων να δεχτούν έστω και να συζητήσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Είναι ηλίου φαεινότερο, άλλωστε, πως η παρουσία του ΔΝΤ τους βολεύει από κάθε άποψη. Πρώτον, γιατί αναλαμβάνει αγόγγυστα το ρόλο του «κακού μπάτσου» όσον αφορά στην επιβολή των πιο ακραίων μέτρων. Δεύτερον, με δεδομένο πως δεν χρειάζεται να υπολογίζει το πολιτικό κόστος, έχει τη δυνατότητα να ελέγχει αλλά και να ασκεί πιέσεις ως προς την εφαρμογή των «συμφωνηθέντων». Και τρίτον, γιατί στη δεδομένη χρονική συγκυρία η Γερμανία, κατά κύριο λόγο, δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει μόνη τη διαχείριση μιας κρίσης, η οποία έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο, απειλώντας το ίδιο το οικοδόμημα της Ευρωζώνης.
Με την παρουσία του ΔΝΤ λοιπόν δεδομένη, το σκηνικό ως προς την τελική διαμόρφωση του Ασφαλιστικού είναι φυσικό να δημιουργεί επιπλέον άγχος στην κυβέρνηση. Το Ταμείο άλλωστε έχει συνηθίσει να φτιάχνει κλίμα μέσω διαρροών, όπως και να «παίζει καθυστερήσεις» στις διαπραγματεύσεις φτάνοντας «την κατάσταση στο αμήν» μέχρι να επιβάλει τις απαιτήσεις του. Δεν ήταν τυχαία η δήλωση του Ευκλείδη Τσακαλώτου πως «εάν δε γυρίσουμε σελίδα σε 2-3 μήνες, δε θα πετύχει το πρόγραμμα». Ίσως πάλι η ομολογία, καθώς κι η συνειδητοποίηση, της δυσχερούς θέσης της ελληνικής πλευράς να είναι πιο επωφελής από το να διακινούνται κάθε λογής παραμύθια για δράκους, νεράιδες και την Κριστίν Λαγκάρντ σε ρόλο κακιάς μάγισσας.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ…
Συνθηκολόγηση με το ΔΝΤ, ανοιχτή η αξιολόγηση
Χωρίς δηλώσεις η συνάντηση Σόιμπλε – Τσακαλώτου
Συνάντηση Σόιμπλε – Τσακαλώτου με «πλάτες» Λιού για το χρέος