Ούτε τρεις μήνες δεν απομένουν ώς τις κρίσιμες εκλογές του Νοέμβρη στις ΗΠΑ και ο Μπαράκ Ομπάμα αρχίζει σιγά σιγά να προετοιμάζεται για την επιστροφή του στην «κανονική» ζωή.
Ομως ο πρώτος μαύρος πρόεδρος στην Ιστορία και ο μόνος -για να μην ξεχνιόμαστε- εν ενεργεία Αμερικανός πρόεδρος που βραβεύτηκε, κομματάκι πρόωρα είναι η αλήθεια, με το Νόμπελ Ειρήνης δεν επαναπαύεται στις (πικρο-)δάφνες του: θέλει πριν φύγει να «διορθώσει» τα δυο μεγαλύτερα -σύμφωνα με τις προσωπικές του εξομολογήσεις και «διαρροές» την περασμένη χρονιά- «λάθη» της εξωτερικής πολιτικής του, τα συνεχιζόμενα λουτρά αίματος στη Συρία και τη Λιβύη.
Δυο «εμφύλιες» συρράξεις που ο ίδιος σε μεγάλο βαθμό προκάλεσε, με τις ενέργειες και τις παραλείψεις του, αρχικά με υπουργό Εξωτερικών τη σημερινή επίδοξη διάδοχό του Χίλαρι Κλίντον και στη συνέχεια με τη συμβολή του αεικίνητου Τζον Κέρι.
Μόνο που, όπως τόσοι και τόσοι αρχιστράτηγοι πριν από αυτόν, από τους αρχαίους καιρούς των δορυφόρων στρατιωτών ως τους τωρινούς των στρατιωτικών δορυφόρων, ο Ομπάμα επιλέγει να διορθώσει τα «λάθη» καταφεύγοντας ξανά στη βία, σαν τον τελειωμένο χαρτοπαίχτη που ανεβάζει συνεχώς τα πονταρίσματα για να καθαρίσει την παρτίδα με μια τελευταία, αποφασιστική μάχη.
Δηλαδή δύο – στο Χαλέπι και τη Σύρτη. Μπορεί και τρεις, αν τελικά γίνει εγκαίρως το μεγάλο «ντου» στη Μοσούλη των δύο εκατομμυρίων κατοίκων.
Τόση είναι η πρεμούρα του Ομπάμα και του επιτελείου του για μια αποφασιστική νίκη σε βάρος του ISIS και/ή του Ασαντ και των Ρώσων πριν από τις εκλογές, κατά προτίμηση ώς τον Οκτώβρη, ώστε κυριολεκτικά συμμαχούν με τον Διάβολο.
Στο Χαλέπι, έφτασαν να ξαναβαφτίσουν με άλλο όνομα το τέρμα εξτρεμιστικό Μέτωπο Αλ Νούσρα, τον αιματοβαμμένο συριακό βραχίονα της Αλ Κάιντα, για να χρησιμοποιήσουν τους φανατισμένους μαχητές του ως δύναμη κρούσης στη «μητέρα όλων των μαχών» του πενταετούς πολέμου.
Στο Ιράκ, τόσο στην πρόσφατη μάχη της Φαλούτζα όσο και στην επικείμενη της Μοσούλης, η δύναμη κρούσης αποτελείται από τις σιιτικές πολιτοφυλακές, στις οποίες πολεμούν (και σκοτώνονται, όπως και στη Συρία, σε μεγάλους αριθμούς) και πολλοί Ιρανοί «φρουροί της επανάστασης».
Και βέβαια στη Σύρτη, τη γενέτειρα αλλά και τόπο της βάρβαρης δολοφονίας του Καντάφι, στις οδομαχίες σκοτώνονται «μετριοπαθείς» ισλαμιστές, που πρόσφατα άλλαξαν κι αυτοί στρατόπεδο -όπως η τρομερή μιλίσια της Μισράτα- πολεμώντας τους φανατικούς του ISIS, με την υποστήριξη και υπό τα διακριτικά χειροκροτήματα πολυεθνικής αντιπροσωπείας κομάντος από τους… συνήθεις υπόπτους – τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και γενικώς το μισό ΝΑΤΟ!
Λυπάμαι, κυρ Ομπάμα μου, αλλά με ή χωρίς τη συμβολή των «συμμάχων» σου δεν σε βλέπω να τα καταφέρνεις.
Θάλασσα τα έκανες, κι εσύ και η… γερακίνα Χίλαρι.
Για την ακρίβεια, τέτοιο μπάχαλο στη Μέση Ανατολή, με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, εκατομμύρια πρόσφυγες και πολλαπλούς ασύμμετρους «πολέμους δι’ αντιπροσώπου» σε ολόκληρο τον ισλαμικό κόσμο, όπου χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα από το διπλό, ακόμα και τριπλό παιχνίδι που παίζουν οι διάφορες εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, μόνο την παραμονή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι Δυνατοί τρώγονταν σαν τα σκυλιά για το ποιος θα κόψει τα καλύτερα φιλέτα από τον «Μεγάλο Ασθενή» – την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τότε που ακόμα και οι Ιταλοί την είχαν δει υπερδύναμη – οι Ιταλοί που σήμερα καίγονται να ξαναπατήσουν για πολλοστή φορά στην ιστορία τους τη Λιβύη, αλλά δεν το ’χουν, στον πόλεμο τους πάει να, ακόμη κι όταν έχουν απέναντι τους Βεδουίνους…
Ας κάνουμε ένα φλας-μπακ. Πριν από 105 χρόνια, το 1911, η Λιβύη είναι ακόμα επαρχία των Οθωμανών.
Οι Ιταλοί ηγέτες, όπως και σήμερα, την ορέγονται, αλλά η κοινή γνώμη είναι μοιρασμένη, με πολλούς δημοσιογράφους -ανάμεσά τους και ένας φλογερός νεαρός σοσιαλιστής ονόματι Μπενίτο Μουσολίνι- να αποδοκιμάζουν τα πολεμικά σχέδια.
Τελικά, το αποφασίζουν και αποβιβάζονται με υπερσύγχρονο για την εποχή εξοπλισμό (αυτοκίνητα, αεροπλάνα κ.ά.) στα τέσσερα μεγάλα λιμάνια.
Στο (μετέπειτα φημισμένο λόγω… Ρόμελ) Τομπρούκ, ένας νεαρός λοχαγός ονόματι Μουσταφά Κεμάλ βλέπει με τα κιάλια τα φουσάτα να βγαίνουν από τα θωρηκτά και υποχωρεί χωρίς μάχη.
Ο Κεμάλ είναι ουσιαστικά εκεί σε «δυσμενή» μετάθεση, λόγω της πολιτικής αντίθεσής του με τον Ενβέρ και άλλους Νεότουρκους «πασάδες», και ξέρει πως σε όλη τη Λιβύη υπάρχουν ελάχιστοι Τούρκοι στρατιώτες: αναγκαστικά, στρέφεται στους ντόπιους Σούφι πολεμιστές, τους Σανούσι, και σηκώνει μαζί τους το λάβαρο του ιερού (ανταρτο)πολέμου.
Το τι νίλες έκαναν μαζί στους σιδηρόφρακτους Ιταλούς τους επόμενους μήνες, δεν λέγεται – εκεί, στο Τομπρούκ, πρωτοέκανε όνομα ως πολεμιστής ο Κεμάλ, για να φτάσει 3 χρόνια μετά να δοξαστεί στην Καλλίπολη και τελικά να αντιμετωπίσει τον ελληνικό στρατό το 1921 στην αποφασιστική μάχη στον Σαγγάριο.
Είδαν κι απόειδαν οι Ιταλοί κατακτητές από την αντίσταση των ντόπιων, και το ’ριξαν στα αντίποινα και τις θηριωδίες σε βάρος αμάχων. Ταυτόχρονα, βέβαια, μετέφεραν τον πόλεμο στην ανατολική Μεσόγειο, βομβαρδίζοντας τον τουρκικό στόλο στη Βηρυτό και καταλαμβάνοντας τα Δωδεκάνησα, τα οποία τελικά κράτησαν κάπου 35 χρόνια…
Ταυτόχρονα, δίνουν στην Ελλάδα το ολοκαίνουργιο, ιταλικής κατασκευής, θωρηκτό «Αβέρωφ», προκειμένου να κρατήσει κλεισμένες στα στενά τις κύριες δυνάμεις του (γερασμένου) τουρκικού στόλου: αυτό το υπερόπλο, σε συνδυασμό με τη γενικότερη αποδιοργάνωση των Τούρκων λόγω του πολέμου με τους Ιταλούς, έγειρε την πλάστιγγα στους Βαλκανικούς πολέμους.
Στη Λιβύη, όμως, στη θάλασσα της ερήμου, η τεχνολογική υπεροχή δεν αρκούσε για να επιβληθούν οι γιαλαντζί αποικιοκράτες Ιταλοί.
Μόνο όταν ανέλαβε ο… εθνικοσοσιαλιστής πλέον «Ντούτσε», ξεκίνησαν -τι ειρωνεία!- μια μεγάλη μηχανοκίνητη εκστρατεία εκκαθαρίσεων, που κράτησε οκτώ ολόκληρα χρόνια και οδήγησε σε τρομερά, ανείπωτα εγκλήματα πολέμου.
Μια χούφτα αντάρτες, με επικεφαλής τον ατρόμητο Ομάρ Μουχτάρ -το περίφημο «Λιοντάρι της Ερήμου»- συνέχισε την αντίσταση ώς το 1931, όταν τον έπιασαν τραυματία, με μπαμπεσιά, και τον κρέμασαν στα εβδομήντα του μπροστά στους αιχμάλωτους πολεμιστές του.
Δώδεκα χρόνια αργότερα, τα υπολείμματα των ιταλικών μονάδων εγκατέλειπαν οριστικά την Αφρική…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: