Ο αρθρογράφος σημειώνει ότι αν η οικονομική πολιτική δεν υπηρετεί τους πολλούς, αλλά τους λίγους, «αυτό δεν θα κάνει καλό σε κανέναν» | Dreamstime
02.09.2016, 14:12 | efsyn.gr
Τις σχέσεις καπιταλισμού και φιλελεύθερης δημοκρατίας διερευνά σε άρθρο του στους Financial Times ο δημοσιογράφος Μάρτιν Γουλφ, ο οποίος επισημαίνει τους κινδύνους από τις εντεινόμενες ανισότητες του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος.
Στο άρθρο του με τίτλο «Η επιτυχία των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων που λειτουργούν στον δυτικό κόσμο εδώ και τέσσερις δεκαετίες δεν είναι πλέον εγγυημένη», ο Μάρτιν Γουλφ διαπιστώνει ότι «ο γάμος της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του παγκόσμιου καπιταλισμού έχει συννεφιάσει απειλητικά».
Όπως σημειώνει, οι πολιτικές εξελίξεις στη Δύση, και ιδιαίτερα η υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ -χωρίς να τον κατονομάζει-για την προεδρία των ΗΠΑ, «προσδίδουν μεγάλη σημασία σε αυτό το ερώτημα. Η επιτυχία των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων που λειτουργούν στον δυτικό κόσμο εδώ και τέσσερις δεκαετίες δεν είναι πλέον εγγυημένη. Και το ερώτημα είναι τι θα μπορούσε να τα διαδεχθεί».
Αναλύοντας την «προφανής σχέση ανάμεσα στη φιλελεύθερη δημοκρατία (τον συνδυασμό της ψήφου με τα ατομικά δικαιώματα) και τον καπιταλισμό (το δικαίωμα ελεύθερης αγοραπωλησίας αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίου και εργατικής δύναμης)» να φέρει ότι είναι «κοινή η πεποίθησή τους ότι οι πολίτες πρέπει να κάνουν ελεύθερα τις επιλογές τους και όχι να αποτελούν αντικείμενα της βούλησης και της ισχύος άλλων ανθρώπων».
Πλουτοκρατία και αυταρχισμός
Ωστόσο, τονίζει τις «εντάσεις ανάμεσα στη δημοκρατία και τον καπιταλισμό», καθώς η «δημοκρατία είναι εξισωτική, ο καπιταλισμός όχι. Όταν η οικονομία καταρρέει, η πλειοψηφία καταφεύγει στον αυταρχισμό, όπως στη δεκαετία του 1930. Όταν ο καπιταλισμός δημιουργεί μεγάλες ανισότητες, οι πλούσιοι μετατρέπουν τη δημοκρατία σε πλουτοκρατία».
Η σύνδεση φιλελεύθερης δημοκρατίας και καπιταλισμού είναι προφανής, διότι όπως σημειώνει, «ιστορικά, η άνοδος του καπιταλισμού συνοδευόταν από πιέσεις για όλο και πιο οικουμενική ψήφο. Αυτός είναι ο λόγος που οι πιο πλούσιες χώρες είναι φιλελεύθερες δημοκρατίες με καπιταλιστικές οικονομίες. Η κατανομή της αύξησης του πλούτου συνέβαλε στη νομιμοποίηση του καπιταλισμού και τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας».
Ωστόσο, σήμερα, ο καπιταλισμός δυσκολεύεται να εγγυηθεί τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, διοτι «οι ανισότητες αυξάνονται και η αύξηση της παραγωγικότητας επιβραδύνεται. Αυτό το δηλητηριώδες μίγμα δυσφημίζει και τη δημοκρατία και τον καπιταλισμό».
Παγκοσμιοποίηση, δημοκρατία και εθνική κυριαρχία
Σύμφωνα με τον Μάρτιν Γουλφ, είναι φυσιολογικό που ο σημερινός καπιταλισμός είναι παγκόσμιος, καθώς οι καπιταλιστές δεν περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε μια εθνική νομοθεσία. Ωστόσο, αν και «οι ευκαιρίες είναι παγκόσμιες, το ίδιο συμβαίνει με τις δραστηριότητες. Το ίδιο και με τις οικονομικές οργανώσεις, ιδιαίτερα τις μεγάλες εταιρείες».
Και θυμίζει αυτό που επισημαίνει ο καθηγητής του Χάρβαρντ Ντάνι Ρόντρικ, ότι η παγκοσμιοποίηση περιορίζει την εθνική αυτονομία.
«Η δημοκρατία, η εθνική κυριαρχία και η παγκόσμια οικονομική ενοποίηση», γράφει ο Ρόντρικ, «μπορούν να συνδυαστούν μόνο ανά δύο. Και τα τρία μαζί δεν μπορούν να λειτουργήσουν».
Συνεπώς, «όταν οι χώρες μπορούν να εφαρμόζουν εθνικές διατάξεις, η ελευθερία της αγοραπωλησίας χωρίς σύνορα περιορίζεται. Όταν οι φραγμοί αίρονται και οι διατάξεις εναρμονίζονται, η νομοθετική αυτονομία των κρατών περιορίζεται. Η ελευθερία του κεφαλαίου να διασχίζει τα σύνορα περιορίζει την ικανότητα των κρατών να εφαρμόζουν τις δικές τους διατάξεις και να επιβάλλουν τους δικούς τους φόρους».
Όσον αφορά τη μαζική μετανάστευση, την οποία χαρακτηρίζει «συνηθισμένο γνώρισμα των περιόδων παγκοσμιοποίησης», τονίζει ότι η ελεύθερη μετακίνηση οδηγεί σε ακραία σύγκρουση της ατομικής ελευθερίας και της δημοκρατικής κυριαρχίας.
«Σύμφωνα με την πρώτη, οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να μετακινούνται ελεύθερα. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η ιδιότητα του πολίτη αποτελεί συλλογικό δικαίωμα και πρέπει να υπόκειται σε έλεγχο», λέει.
Επειδή όμως οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι πρέπει να είναι ελεύθερες να κάνουν προσλήψεις όπως εκείνες νομίζουν, «η μετανάστευση προκαλεί έτσι μοιραία τριβές ανάμεσα στην εθνική δημοκρατία και τις παγκόσμιες οικονομικές ευκαιρίες».
Ρήξη στον «γάμο»
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η αντιμετώπιση της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης κλόνισε την εμπιστοσύνη των πολιτών στις ελίτ που τους κυβερνούν, οδηγούν για τον Γουλφ στο συμπέρασμα «ότι ο γάμος της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του παγκόσμιου καπιταλισμού έχει συννεφιάσει απειλητικά».
Και τότε τη θέση του είναι πιθανόν να πάρει «η άνοδος της παγκόσμιας πλουτοκρατίας» και, κατά συνέπεια, να έρθει «το τέλος των εθνικών δημοκρατιών».
Δηλαδή, «όπως και στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι δημοκρατίες θα κρατήσουν τη μορφή τους, θα χάσουν όμως το περιεχόμενό τους».
Επίσης, άλλη πιθανότητα είναι η άνοδος ανελεύθερων δημοκρατιών ή σύγχρονων δικτατοριών, όπως «συμβαίνει σήμερα στη Ρωσία και την Τουρκία. Ο ελεγχόμενος εθνικός καπιταλισμός θα πάρει τότε τη θέση του παγκόσμιου καπιταλισμού. Κάτι τέτοιο έγινε τη δεκαετία του ’30. Δεν είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς τους πολιτικούς στη Δύση που θα ήθελαν να ακολουθήσουν αυτή την κατεύθυνση», τονίζει ο αρθρογράφος των Financial Times.
Στο επίκεντρο οι πολίτες
Συνεπώς, για τον Μάρτιν Γουλφ, «όσοι από εμάς θέλουν να διατηρήσουν τόσο τη φιλελεύθερη δημοκρατία όσο και τον παγκόσμιο καπιταλισμό πρέπει να αντιμετωπίσουν ορισμένα ζητήματα».
Μεταξύ αυτών, «κατά πόσον έχει νόημα να προωθούνται διεθνείς συμφωνίες που περιορίζουν τους εθνικούς ελέγχους προκειμένου να ωφελούνται οι πολυεθνικές εταιρείες».
Και επισημαίνει τα λεγόμενα του καθηγητή του Χάρβαρντ Λόρενς Σάμερς, πως «οι διεθνείς συμφωνίες πρέπει να αξιολογούνται όχι με βάση πόσοι φραγμοί αίρονται αλλά με βάση πόσο ενδυναμώνονται οι πολίτες».
«Το εμπόριο αποφέρει κέρδη, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό», σημειώνει ο Γουλφ.
Και καταλήγει:
«Για να προστατευθεί η νομιμότητα των δημοκρατικών πολιτικών μας συστημάτων, πρέπει πάνω απ’όλα να εξασφαλιστεί ότι η οικονομική πολιτική υπηρετεί τους πολλούς, όχι τους λίγους. Αν δεν το πετύχουμε, η ίδια η βάση της πολιτικής μας τάξης θα καταρρεύσει. Και αυτό δεν θα κάνει καλό σε κανέναν».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: