thegreekcloud | 26.09.2016 | 15:10
Ήμουν πάντα εντελώς αντίθετη με την διάθεση, το χάσιμο δηλαδη χρόνου, του να διαβάσεις μια συνέντευξη. Έβρισκα βαρετή τη μεθοδευμένη καθοδήγηση για τσιτάτα και εμπειρικές φιλοσοφίες, φορμαρισμένες από το «χρόνια στο κουρμπέτι» που έφερε στους ώμους ο ερωτώμενος καλλιτέχνης. Τις προάλλες διάβασα μία συνέντευξη και εντυπωσιάστηκα από την ρομαντική χροιά της δήλωσης. Ένας ηθοποιός νέας κόπιας, με στιλ και όψη -όχι αποτρεπτικό τεατράλε έπαρσης ή αστοιχείωτης εκκεντρικότητας- σε κανονική συσκευασία νέου ανθρώπου, είπε πως προτιμά να ανοίγει ένα θέατρο σε κάθε άδειο μαγαζί παρά μια καφετέρια ή ένα σουβλατζίδικο. Ήταν αγνή η διατύπωση και το ύφος της ξεπέρασε την απόσταση του γραπτού με τον προφορικό λόγο και μου δόθηκε μέσα από τις λέξεις όλη η πρόθεση και το πρόσημο. Ήταν αυτό που είπε. Όχι φιοριτούρες και μεγαλοστομίες. Ένας άνθρωπος που αγαπάει την τέχνη του και δεν προέρχεται από τζάκι ακκισμών και δήθεν ανώτερης παιδείας. Αν συγκράτησα το όνομα του σωστά, η δήλωση ανήκει στον Δημήτρη Λάλο.
Εκεί στα μικρά θαλασσοχώρια που προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανό τον όποιο αστικό συνωστισμό γύρω από επιβλητικές εκκλησίες και αιμοδιψείς τράπεζες, υπάρχει μια εφαρμογή της δήλωσης αυτής. Έχοντας επισκεφτεί διάφορα προάστεια για μικρές εξορμήσεις, διαπιστώνω μια γλυκιά εμμονή στην ύπαρξη πολλών βιβλιοπωλείων. Πόσο παιδικά παράδοξο, όταν στην δική μου γειτονιά με καμιά εικοσαριά δημοτικά, περίπου τα ίδια γυμνάσια και μερικά λύκεια -αλλά με πρόσβαση στα μεγάλα εμπορικά πολύ πιο εύκολη βέβαια- διατηρείται μονάχα ένα βιβλιοπωλείο. Ανάμεσα, λοιπόν, στα ψιλικατζίδικα, τα προποτζίδικα, τα μαγαζιά που πουλούν φόρμες και μακό μπλουζάκια και τα φαρμακεία, θα βρεις αρκετά βιβλιοπωλεία…
Μιλάω για αυτά με τα παιχνίδια, κάποια λογοτεχνικά οστά από βιβλία, πολλά μολύβια, σχολικές τσάντες να κρέμονται από τα ταβάνια. Από αυτά που μυρίζει ξυσμένο μολύβι όλο το πεζοδρόμιο και είναι αυτή η γλυκερή νοσταλγία των παιδικών χρόνων που θα σε κάνει να κοντοσταθείς για λίγο μπροστά τους, να πάρεις δύο-τρεις τζούρες από το θεσπέσιο χαρμάνι και να συνεχίσεις το δρόμο σου. Τόσο τετριμμένο, τόσο εμείς. Όλοι.
Για να επανέλθω στο μοτίβο της ρήσης του ανοιγοκλεισίματος με πρώτο δάσκαλο τον Βίκτωρα Ουγκώ, ο οποίος αν είχε τουίτερ θα είχε πολλά ριτουίτς με τη φράση του «κάθε φορά μου ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μία φυλακή», και μετατοπίζοντάς τη στη σύγχρονη πραγματικότητα της συνοικίας μου, θα μπορούσα και εγώ να παραθέσω πως «κάθε φορά που κλείνει ένα μαγαζί με λευκά είδη, ανοίγει μία καφετέρια». Τουλάχιστον έτσι συνέβη στο απέναντι κατάστημα από το σπίτι μου. Το τρίφατσο γωνιακό μαγαζί που πάντα είχε τις περιποιημένες βιτρίνες έκλεισε και άνοιξε μία καφετέρια με ξύλινη διακόσμηση του τύπου «της οικολογικής συνείδησης». Είναι η όγδοη στη σειρά ενός εμπορικού δρόμου που θες περίπου ένα δεκάλεπτο να τον ανεβοκατέβεις.
Η κουλτούρα της ψιλοσυζήτησης ατενίζοντας το σουλατσάρισμα των αυτοκινήτων σε απόσταση αναπνοής είναι μια φθηνή και αξεπέραστη συνήθεια στο ελληνικό σαβουάρ βιβρ. Το κάνουμε με ευγένεια, με ίστρο, με προνοητικότητα, με ζέση απαράμιλλη. Η έξοδος στην καφετέρια είναι η πρώτη επανάσταση για τους εφήβους, το αναφαίρετο δικαίωμα του παντρεμένου για να ξεφύγει από την καθημερινότητα, η ανάγκη να ξελαμπικάρει το μάτι μια πηχτή σε ασυνείδητη ανία Δευτέρα. Από τους απογευματινούς καφέδες στην αυλή με τον ελληνικό καφέ να ζεσταίνεται στο μπρίκι και τις πιο προικισμένες στα όνειρα και στα λόγια γιαγιάδες να εξομολογούνται τα μελλούμενα η μια στην άλλη, έως τον φραπέ με το φωσφορίζον καλαμάκι και το ύφος της χαυνωμένης ξεκούρασης κάτω από τον ήλιο που θρέφει τα μοσχάρια αλλά και τα ανθρώπινα μυαλά, κάνουνε θυσίες τα όργανά μας στην αποστομωτική ενέργεια που σου προσφέρει ένα φλυτζάνι καφέ.
Αν δεν θέλουμε να είμαστε μυθομανείς, το πρώτο ασφαλές και διεκπεραιωτικό ερωτικό ραντεβού το πράττεις πάνω από το χτυπημένο αφρόγαλα σε σχήμα καρδιάς.
Πόσο μπορεί να μεγαλουργήσει ένα ρόφημα περισσότερο από τον καφέ;
Σίγουρα, είναι μια καλοστημένη μπίζνα. Εκμεταλλεύεται τόσο την ιδεοληψία σχεδόν του λαού μας προς το ραχάτι, που γίνεται καμιά φορά μισητός. Και όμως, στην ευρωπαϊκή κουλτούρα ο καφές συνδυάζεται με φρενήρεις εργασιομανείς που πίνουν στο πόδι σπιντάκια εσπρεσάκια και τρέχουν από το ένα μιτινγκ στο άλλο με τη βοήθεια της χορηγούμενης καφέ ντόπας.
Για να κλείσω τον παράδοξο ύμνο προς τον καφέ, θα σημειώσω τις σκηνές του καφέ από τις «Ερωτοτροπίες» του Χαβιέρ Μαρίας. Αν δεν το έχετε διαβάσει, να το κάνετε. Εκεί, θα δείτε πως ένας καφές είναι το συστατικό σύνδεσης ενός ευτυχισμένου γάμου, αλλά και πως η απουσία του καθορίζει την εθιμοτυπικά κανονική σχέση από το φάκινγκ μπάντις με μία καταπληκτική υπαινικτική υποσκηνή.
Δειτε επίσης: