5/οκτ/2016 | Theorema
Ή αλλιώς
Το ήξερα πως η κατάληξη θα ήταν αυτή
(Κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Bibliotheque στις 5 Οκτωβρίου 2016)
Σε ένα σύγχρονο ηθικό περιβάλλον σχεδόν μηδενικής (και μηδενιστικής) βαρύτητας οι αυτοεκπληρούμενες προφητείες είναι κάτι κοινότοπο. Θυμίζουν την αψιά αίσθηση που αφήνει η λαβωματιά στο πλευρό του χτυπημένου. Κάποια χτυπήματα είναι απρόβλεπτα. Κάποια άλλα μοιάζουν να είναι προσχεδιασμένα, προαιώνια, σχεδόν καρμικά. Σαν μαχαιριές από ένα φονικό όργανο που λάμπει εκ των προτέρων και επί μακρόν μπροστά στα μάτια του υποψήφιου θύματος, το οποίο έχει υπόψη του τον κίνδυνο μα δεν κάνει το παραμικρό για να τον αποφύγει. Αυτές τις μαχαιριές ο λαβωμένος άνθρωπος τις περίμενε πριν καν γεννηθεί η αιτία του ερχομού τους. Ήταν, δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών, από πριν, και με τρόπο σχεδόν μεταφυσικό, ήδη λαβωμένος.
Πώς γίνεται αυτό; Έχοντας κατά νου σαν ψυχικό τατουάζ τον τυφλοσούρτη της ζωής του, ο λαβωμένος άνθρωπος κάποτε συνειδητοποιεί πως διαθέτει τη σοφή διορατικότητα του μέντιουμ, ή τη σωφροσύνη του πολύπαθου ηλικιωμένου. Κάθε φορά που δικαιώνεται μια πρόβλεψή του, διαπιστώνει ξανά την ευστοχία των μαντικών του ικανοτήτων με ένα πικρό χαμόγελο αυτοδικαίωσης, που απ’ τη μια λυπάται που σχηματίζεται στο πρόσωπο και στην ψυχή του, μα απ’ την άλλη χαίρεται που για άλλη μια φορά το στοίχημα με τη μοιραία ροή των πραγμάτων κερδήθηκε, έστω και με τον τρόπο αυτό. «Το ήξερα πως η κατάληξη θα ήταν αυτή».
Παρότι έχει επίγνωση, ο λαβωμένος άνθρωπος σπανίως είναι καχύποπτος. Δεν είναι ούτε διαστροφικά χαμένος εκ πεποιθήσεως, ούτε ψεύτης. Δεν μεθοδεύει ούτε στοχεύει σε κάποια απάτη πριν καν αυτή εκδηλωθεί. Δεν παίζει άτιμα παιχνίδια με το υποσυνείδητό του ή με την κοινωνία. Δεν προετοιμάζει την πτώση ή τον κάθε μικρό θάνατό του με τιμές πολεμιστή. Τον υφίσταται με τη σοφία του γέροντα που έχει μάθει να χειρίζεται τον πόνο, που τα μάτια του έχουν δει πολλά και ξέρει καλά πού το κάθε τι θα καταλήξει.
Η πίστη στη μοίρα, στο πεπρωμένο και όλες αυτές οι μοιρολατρικές ιδέες και τεχνικές συνήθως αφορούν τους βαθιά θρησκευόμενους, τους αφελείς ή τους διαταραγμένους. Εδώ όμως δεν πρόκειται για ιδεοληψία, πρόκειται για συναίσθηση, για μια ενδόμυχη ψυχική και συναισθηματική ακινησία καλών προθέσεων, όπου ο λαβωμένος άνθρωπος είναι ο ίδιος που προβλέπει και επιτρέπει το μοιραίο χτύπημα στο δεξί πλευρό του, επειδή ξέρει πως δεν γίνεται αλλιώς. Κι όταν αυτό επέλθει, είτε γελάει στα μούτρα του εαυτού του είτε, συχνά, κλαίει με μαύρο δάκρυ.
Ο λαβωμένος άνθρωπος είναι λοιπόν εκείνος που τη στιγμή της έναρξης γνωρίζει καλά ποια θα είναι η κατάληξη των πραγμάτων που τον αφορούν. Κάποιοι θα το έλεγαν πεσιμισμό, κάποιοι άλλοι θα προτιμούσαν λέξεις όπως γρουσουζιά, κακοδαιμονία, ηττοπάθεια. Οι τεχνοκράτες θα το χαρακτήριζαν απλώς ως βλακεία.
Στον αντίποδα αυτού του τύπου ανθρώπου βρίσκεται ο υπερτυχερός ξάδερφος Γκαστόνε, που στάχτη πιάνει και χρυσός του γίνεται, και στην έρημο περπατά και οάσεις συναντάει. Χωρίς καμία πληγή στο πλευρό, μακριά από λαβωματιές και άλλα μελανά σημεία. Εντούτοις, ο λαβωμένος άνθρωπος δεν αντιπαθεί τους ψυχικούς ή ιδεολογικούς του αντιπάλους – δεν τους αναγνωρίζει καν ως τέτοιους καθότι οι αντιπαλότητες ελάχιστα τον αφορούν.
Ο λαβωμένος άνθρωπος δεν πιστεύει στα θαύματα. Ούτε στα θαυματουργά στοιχειά που κατοικούν σε δάση και πηγάδια, ή σε τζίνια που δωροδοκούνται με χρυσά νομίσματα και αισθησιακές τριβές προκειμένου να εκπληρώσουν ευχές και στοιχήματα. Πιστεύει στους οιωνούς που είναι προδιαγεγραμμένοι στο ψυχικό του προικοσύμφωνο από τη στιγμή που τελέστηκε το μυστήριο του γάμου του με την ίδια τη ζωή. Η προσπάθειά του για την όποια μεταφυσική εκλέπτυνση του ψυχικού μουδιάσματος που νιώθει στο κατώφλι της έναρξης μιας ερωτικής, σεξουαλικής, επιστημονικής, οικονομικής σχέσης, ενίοτε μεταφράζεται σε κάποιου είδους τέχνη. Εξάλλου, οι τεχνοκράτες ή οι υπεραισιόδοξοι γεννημένοι νικητές σπανίως γίνονται καλλιτέχνες.
Ο λαβωμένος άνθρωπος, αν κάτι δυσκολεύεται να εμπιστευτεί, είναι το απτό και επ’ ουδενί το άυλο. Με το άυλο έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του κι έχει κάνει τις συμφωνίες του. Ενίοτε, στο εσωτερικό του περιβάλλον τα πάντα μπορεί να είναι διαφορετικά απ΄ ό, τι εκείνα που εξωτερικά τον συμπεριλαμβάνουν. Στον πειρασμό του παιχνιδιού με τα ζάρια της πραγματικότητας είναι που δεν υποκύπτει. Και εφόσον η εποχή που ζούμε μας περικλείει υποχρεωτικά σε ένα ηθικό περιβάλλον σχεδόν μηδενικής (και μηδενιστικής) βαρύτητας, ο λαβωμένος άνθρωπος κοιτά την κοινωνία στα μάτια και βιώνει με ταπεινοφροσύνη τις εμπειρίες του, κάνοντας αμήχανους γύρους πάνω στα τρεμάμενα σανίδια της ίδιας της προσωπικής θεατρικής σκηνής του.
Σχετικά
Δεν είναι, φίλε, όλες ίδιες οι καρδιές