Κώστας Υφαντής*
Η εκλογή Τραμπ ήταν απροσδόκητη και ενισχύει την αβεβαιότητα που έχει κυριαρχήσει στη διεθνή πολιτική τα τελευταία χρόνια.
Η οικονομική κρίση και η αντίληψη για διεύρυνση των ανισοτήτων, η κατάρρευση της τάξης στη Μέση Ανατολή και η δραματική αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, η άνοδος της πολιτικής επιρροής αντιδημοκρατικών και εθνολαϊκιστικών δυνάμεων που έχουν δοκιμάσει τα κοσμοπολιτικά και φιλελεύθερα αντανακλαστικά των πολιτών, η στοχοποίηση του μεγάλου κεκτημένου της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της παγκοσμιοποίησης των ανοιχτών κοινωνιών και οικονομιών συναντιούνται με την πρόκληση μιας αμερικανικής ηγεσίας η οποία ενσωματώνει την επικράτηση αντιλήψεων που απειλούν πολλές από τις δημοκρατικές σταθερές και θεσμικές άγκυρες που θεμελιώνουν μια σύγχρονη φιλελεύθερη πεποίθηση για τον κόσμο.
Ο αριστερός και δεξιός λαϊκισμός που έχει πλήξει πολλά μέρη του κόσμου έφτασε με εκκωφαντικό θόρυβο στις ΗΠΑ με την εκλογή ενός προέδρου που έχει επιδείξει περιφρόνηση για τις γυναίκες και τις μειονότητες, τους μετανάστες, τις πολιτικές ελευθερίες και την επιστημονική γνώση.
Στο τιμόνι της υπερδύναμης υπάρχει ένας άνθρωπος που διακηρύττει την έλλειψη βασικών γνώσεων για τον κόσμο με υπερηφάνεια και ανέδειξε αυτήν ακριβώς την περιφρόνησή του για το διαφορετικό σε σημαία της εφόδου προς την εξουσία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ και αυτό που επικράτησε στις αμερικανικές εκλογές είναι ένα δυστύχημα για την αμερικανική δημοκρατία και μια νίκη όλων εκείνων των δυνάμεων τόσο στις ΗΠΑ όσο και αλλού που τρέφονται από έναν αφόρητο νατιβισμό, έναν αυταρχικό λαϊκισμό, από ανορθολογικά σύνδρομα.
Το γεγονός ότι διαδέχεται έναν πρόεδρο που επέδειξε περίσσευμα αξιοπρέπειας, γενναιοδωρίας και πολιτικού πολιτισμού, που κατάφερε να ανατάξει μεγάλο μέρος της ζημιάς που είχε προκαλέσει η οκταετία Μπους στην αμερικανική πολιτική αλλά και στην αμερικανική αξιοπιστία διεθνώς, προκαλεί απογοήτευση, ανησυχία και φόβο.
Οι επιλογές του νέου προέδρου για τη στελέχωση της διοίκησής του κάθε άλλο παρά βοηθούν.
Το να ελπίζουμε όμως ότι μια προεδρία Τραμπ τελικά θα είναι λιγότερο κακή από ό,τι υποψιαζόμαστε είναι περισσότερο ένα αντανακλαστικό αυτοσυντήρησης, μια δαντική προσδοκία ότι μετά το Κολαστήριο έρχεται το Καθαρτήριο.
Το να παραμένουμε ψύχραιμοι και ψύχραιμες μπροστά σε αυτές τις χαοτικές εξελίξεις απαιτεί μεγάλη προσπάθεια.
Στην εξωτερική πολιτική αυτό που υπάρχει τώρα είναι υψηλή αβεβαιότητα και ανησυχία.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου αλλά και στις εβδομάδες που ακολούθησαν τη νίκη του η απλοϊκή ρητορική του Τραμπ ήταν μία κατά μέτωπο επίθεση στις σταθερές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, που ακόμα και όταν δεν μας αρέσουν έχουν το πλεονέκτημα ότι τα στοιχεία συνέχειας είναι περισσότερα, οι οροδείκτες γνωστοί και η προβλεψιμότητα αυξημένη.
Επίσης, η περίοδος Ομπάμα επανέφερε εν πολλοίς τις ΗΠΑ στο μονοπάτι του πολυμερισμού και της συνεργασίας μετά την καταστροφική περιπέτεια των μονομερών επεμβάσεων της διοίκησης Μπους.
Το πρόβλημα με τον Τραμπ είναι ότι ενώ ξέρουμε τι έχει πει δεν ξέρουμε τι θα κάνει και πώς θα το κάνει. Καμία σοβαρή προσπάθεια ανάλυσης.
Μόνο συνθήματα και θέσεις που περισσότερο υπακούουν σε ένα εθνολαϊκιστικό αφήγημα παρά σε επεξεργασμένη στρατηγική.
Απαξιώνει την Ατλαντική Συμμαχία αμφισβητώντας τη σημασία της ρήτρας συλλογικής άμυνας (άρθρο 5), απειλώντας ότι οι ΗΠΑ δεν θα εξακολουθήσουν να εγγυώνται την ασφάλεια της Ευρώπης αν οι Ευρωπαίοι δεν αυξήσουν τη συνεισφορά τους.
Ευτυχώς, δύσκολα αυτή η άποψη θα γίνει επίσημη πολιτική.
Αυτή η συζήτηση είναι παλιά στο ΝΑΤΟ, αλλά τα στρατηγικά συμφέροντα που εκπροσωπεί η διατλαντική σχέση είναι εξόχως σημαντικά για να υπονομευτούν έτσι εύκολα.
Η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στο Κογκρέσο είναι τόσο ατλαντική όσο χρειάζεται για να προστατεύσει τις ευρωαμερικανικές σχέσεις στον τομέα της ασφάλειας, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η Ρωσία προσπαθεί με κάθε τρόπο να εκφοβίσει και να προκαλέσει ρήγματα στη διατλαντική συνεργασία.
Με την Κίνα, η προεκλογική και μετεκλογική ρητορική του μπορεί να σημαίνει μια επιθετική (αντι)εμπορική πολιτική που δεν μπορεί να είναι χωρίς αντίδραση από το Πεκίνο και που στο τέλος θα τραυματίσει τις προοπτικές ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας και θα πλήξει περισσότερο εκείνες και εκείνους που υποτίθεται ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να προστατεύσει (τη λευκή αμερικανική εργατική τάξη και την αμερικανική βιομηχανία).
Στο πεδίο της παγκόσμιας περιβαλλοντικής συνεργασίας τα νέα δεν είναι αισιόδοξα.
Ο ηγετικός ρόλος του Μπαράκ Ομπάμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο της κληρονομιάς του απερχόμενου προέδρου.
Στην προσπάθεια αποδόμησής της ο Τραμπ θα έχει την υποστήριξη της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας.
Ο Τραμπ κυριάρχησε στη Δυτική Βιρτζίνια, στο Μίσιγκαν, στην Πενσιλβάνια, στην καρδιά της βιομηχανικής Αμερικής, υποσχόμενος να προστατεύσει τη βιομηχανία άνθρακα, τις χαλυβουργίες, την αυτοκινητοβιομηχανία και το να ελαχιστοποιήσει το κόστος περιβαλλοντικής προστασίας είναι κάτι που δεν θα συναντήσει αξιόλογες οργανωμένες αντιδράσεις.
Η λευκή εργατική τάξη που του έδωσε τη νίκη είναι εκεί.
Αβεβαιότητα επικρατεί και ως προς τα μεγάλα ανοίγματα σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και την Κούβα.
Ας ελπίσουμε ότι ο λαϊκιστικός βολονταρισμός -ακόμη και του προέδρου της μοναδικής υπερδύναμης- συνήθως συναντά την νέμεσή του όταν συγκρούεται με την πραγματικότητα της παγκόσμιας ισορροπίας ισχύος.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι προοπτικές δεν είναι αισιόδοξες.
*Αναπληρωτής καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης
Δείχνει τις προθέσεις του με το καλημέρα